Η κατάρα του σπιτιού του Ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη

Λεπτομέρεια από πίνακα του Βολανάκη στον οποίο απεικονίζεται το σπίτι του Ναυάρχου, μπροστά από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα Πειραιώς

Του Στέφανου Μίλεση

Όταν το 1833 ειδική διάταξη νόμου, Αντιβασιλείας του Όθωνα, προέβλεπε την διάλυση Μονών που ήταν ολιγάριθμες, συμπεριελήφθη σ΄ αυτόν και η κατεστραμμένη από τους βομβαρδισμούς της επαναστάσεως Μονή του Αγίου Σπυρίδωνα, που κατά τα τρία τέταρτα ήταν η κάτοχος της γης του Πειραιά! Έτσι οι εκτάσεις που κατείχε περιήλθαν στο Κράτος όμοια με τις "Εθνικές γαίες" και πολλές εξ αυτών διανεμήθηκαν εις τους αγωνιστές της επανάστασης.

Η Ελληνική Πολιτεία, όταν το 1835 συστάθηκε η πόλη του Πειραιά, τίμησε με παραχώρηση γης τον ένδοξο Ναύαρχο της Επανάστασης Ανδρέα Μιαούλη που η μοίρα τον είχε φέρει στην θέση, ως Κυβερνήτη του "ΕΛΛΑΣ" να βομβαρδίσει το Μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα (μαζί με το ατμοκίνητο "ΚΑΡΤΕΡΙΑ"). 

Αυτή η μοίρα λοιπόν, τον έφερε να αποκτά γη, ακριβώς στο σημείο που είχε κάποτε βομβαρδίσει ο ίδιος! Λέγεται πως ο ένδοξος ναύαρχος προκειμένου να αναγείρει οικία όπως ακριβώς την ήθελε, εκποίησε τα υπάρχοντά του στην Ύδρα. Ο ίδιος έλεγε σε συγγενείς και φίλους πως εκεί που θα έκτιζε το σπίτι του, ήταν κάποτε το Τουρκικό υγειονομείο. 

Ο Μιαούλης επιθυμούσε την εγκατάστασή του στον Πειραιά καθώς λόγω του βαθμού του και της θέσης του, ήθελε να είναι κοντά στο κέντρο λήψης αποφάσεων (στην Αθήνα), αλλά και συγχρόνως να είχε κοντά τους συμπατριώτες του Υδραίους, οι οποίοι την περίοδο εκείνη είχαν αρχίσει να εγκαθίστανται στον Πειραιά και μάλιστα 500 εξ αυτών είχαν ήδη δημιουργήσει την λεγομένη "Υδραίικη Συνοικία". 

Ο ήρωας αυτός εξάλλου, είχε συνδεθεί με τον Πειραιά, με τη συμμετοχή του στις επιχειρήσεις για την απελευθέρωσή του. Γιαυτό μετά το τέλος του αγώνα εκτός της παραχώρησης γης, όλη η παραλιακή οδός προ της εκκλησίας πλέον του Αγίου Σπυρίδωνα, έφερε και φέρει έως σήμερα το όνομά του. Είναι η γνωστή σε όλους "Ακτή Μιαούλη".
 
Το οίκημα του Ανδρέα Μιαούλη μετά την πυρκαγιά επανακατασκευάστηκε, χωρίς να διαθέτει όμως πλέον την αρχοντική κατασκευή του πρώτου Μεγάρου. 



Το συγκεκριμένο χώρο τον επέλεξε ο Ναύαρχος καθώς ήταν ο μόνος που δεν είχε κοντά του έλη γιατί λέγεται πως οι άλλες εκτάσεις που του πρότειναν χρειάζονταν να αποξηρανθούν από τα στάσιμα νερά που είχαν δημιουργηθεί, πραγματική μάστιγα για όποιον επέλεγε να τα κατοικήσει. 

Αφού λοιπόν ήταν εξαναγκασμένος από τις περιστάσεις ο ναύαρχος Μιαούλης, ήθελε να αξιοποιήσει τη γη που του δόθηκε τιμής ένεκεν, κατασκευάζοντας εκεί το μελλοντικό του σπίτι. Ωστόσο Υδραίοι συμπολίτες του, αλλά και πολλοί άλλοι, όπως ο υπασπιστής του ο Αργυρόπουλος, παρενέβησαν για να τον αποτρέψουν, παρά το γεγονός ότι είχε ήδη ξεκινήσει τις εργασίες. 
Ο λόγος ήταν ότι δεν ήταν σωστό να υψώσει μια κατασκευή μπροστά από την Εκκλησία. 

Θερμότερος όλως σε επιμονή και ζήλο μεταξύ εκείνων που ήθελαν να αποτρέψουν τον Μιαούλη ήταν ο ίδιος ο εργολάβος της κατασκευής της οικίας. Αλλά και άλλοι συμπολεμιστές και πρώην καπεταναίοι σύντροφοι του Μιαούλη τον απέτρεπαν διαρκώς, παρακινώντας τον να ανταλλάξει τη θέση με μια άλλη κοντά στη Λεωφόρο Σωκράτους, εντός των ορίων της Χιώτικης Συνοικίας. Ο Μιαούλης όμως ως Υδραίος, δεν ήθελε καν να ακούσει μια τέτοια πρόταση! "Ακούς εκεί" έλεγε "να με προτρέπουν εγώ ο Υδραίος να κατοικήσω σε συνοικία Χίων!" 

Στην ομάδα πίεσης του Μιαούλη, είχε φτάσει να ενταχθεί μέχρι και ο πατέρας του Όθωνα ο Βαυαρός Βασιλιάς Λουδοβίκος ο οποίος προέβλεπε την ανάπτυξη του Πειραιά ως κεντρικού λιμένα και διαμήνυε στον Μιαούλη, διαμέσου Βαυαρών μηχανικών, πως ό,τι κτίσει εκεί θα του το πάρει το λιμάνι!

Ο Μιαούλης με τη σειρά του, επέμενε στην επιλογή του και πίεζε διαρκώς τον εργολάβο. Και ενώ ευρίσκετο η κατασκευή μόλις στα θεμέλια, ο εργολάβος παραιτήθηκε! Όταν τον ρώτησαν για την παραίτησή του, εκείνος είπε ότι είδε στον ύπνο του έναν καλόγερο με τη μορφή του Αγίου Σπυρίδωνα, που του έλεγε: "Εσύ θέλεις να κλείσεις το δικό μου σπίτι, αλλά δεν θα προλάβεις γιατί θα πεθάνεις".

Την εργασία ανέλαβε άλλος εργολάβος, ο οποίος επιχωμάτωσε το σημείο που θα ανεγείρετο η οικία τόσο, ώστε για να εισέλθει κάποιος στον μικρό ναό του Αγίου Σπυρίδωνα πίσω της, όφειλε όχι να ανέβει σκαλιά όπως συνήθως συμβαίνει με τις εισόδους των εκκλησιών, αλλά να κατέλθει κλίμακα, καθώς το σημείο επιχωμάτωσης είχε ανέβει πολύ πάνω από το επίπεδο του μικρού ακόμη ναού που υπήρχε από πίσω.

Ακόμη και ο ίδιος ο Μιαούλης είχε προβληματιστεί με αυτό τόσο, που για μια στιγμή οι φίλοι του πίστεψαν πως θα υπαναχωρούσε στην απόφασή του. Φαίνεται πως το όνειρο του πρώτου εργολάβου του Μιαούλη, τον είχε επηρεάσει, καθώς έφτασε κάποια στιγμή ο ναύαρχος να λέει στον υπασπιστή του τον Αργυρόπουλο "Καλά βρε αδελφέ, θα μου πει κάποια στιγμή ο Θεός. Τόση γη είχε ο Πειραιάς να φτιάξεις την οικία σου, την δική μου ήρθες να πάρεις;"

Ο Αργυρόπουλος όμως από σεβασμό προς το Ναύαρχο, και γνωρίζοντας τον πόθο του να φτιάξει το σπίτι του εκεί, τον δικαιολογούσε σε τρίτους και ειδικά στους Υδραίους λέγοντάς τους πως οι φρικτές μάχες που είχε ζήσει ο Μιαούλης κατά τη διάρκεια της επανάστασης, του είχαν δημιουργήσει οράματα, να βλέπει καλογήρους και μοναστήρια και άλλα τέτοια εξωφρενικά όνειρα. Και οι άλλοι που τον άκουγαν έλεγαν "Καλά τι μας λες τώρα; Ότι ο Μιαούλης είναι παράφρονας ή ότι δεν υπάρχει Άγιος;". Και ο Αργυρόπουλος δεν απαντούσε ούτε στο ένα ούτε στο άλλο παρά μόνο χαμογελούσε κάπως ειρωνικά. Την επομένη όμως, ο Αργυρόπουλος αρρώστησε βαριά και ακριβώς μετά από τρεις ημέρες πέθανε!  

Το Μέγαρο στο μεταξύ έφτανε στο τέλος του και ο Μιαούλης είχε αποφασίσει να το διακοσμήσει τοποθετώντας στην κορυφή του με συμμετρική διάταξη τις τούρκικες οβίδες που είχε ως λάφυρο από τη Ναυμαχία του Κάβου Γέροντα, καθώς ο ναυμάχος θεωρούσε ως το τρόπαιο από τα λάφυρα που είχε συλλέξει. 

Και οι τούρκικες βόμβες λέγεται πως μπήκαν κατά τη θέληση του Μιαούλη αλλά ο ίδιος δεν πρόλαβε να τις δει από κοντά καθώς πέθανε! Άφησε τη τελευταία του πνοή στις 11 Ιουνίου 1835 και θάφτηκε στην δεξιά είσοδο του λιμανιού του Πειραιά.


Η προτομή του Ανδρέα Μιαούλη σήμερα δεσπόζει μπροστά από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, εκεί που κάποτε έθετε τα θεμέλια μιας οικίας που δεν μπόρεσε να μείνει ποτέ!
(Η προτομή είναι δωρεά του Ιωάννη Α. Μελετόπουλου) 

Η οικία βέβαια, ολοκληρώθηκε παρά το θάνατο του κτήτορά της. Λέγεται πως οι τουρκικές οβίδες παρέμεναν για αρκετό διάστημα να διακοσμούν το κτήριο, μέχρι που μια πυρκαγιά τις κατέρριψε στο οδόστρωμα όπου διάφοροι διερχόμενοι τις λάμβαναν ως ενθύμιο και αφού τις τοποθετούσαν στη μασχάλη έτρεχαν για να προλάβουν να απομακρυνθούν, πριν τους σταματήσουν.

Έτσι το Μέγαρο είχε ολοκληρωθεί, έχοντας στη πίσω του πλευρά τον ναΐσκο του παλιού μοναστηριού αλλά και ένα μόνο δένδρο, που μεσολαβούσε ανάμεσα στο ναό και στην πίσω όψη του σπιτιού του Μιαούλη. Αυτό το δένδρο, ήταν το μόνο που είχε απομείνει από την παλιά δενδροφυτεμένη έκταση του παλιού Μοναστηριού του Αγίου Σπυρίδωνα. Βέβαια πολλές οι διαφωνίες ως προς το είδος αυτού του συγκεκριμένου δένδρου. 

Ο Θεόδωρος Λυμπεράκης έγραψε πως επρόκειτο για εσπεροειδές, ο Αλέξανδρος Μελετόπουλος έγραψε πως δεν θυμάται το είδος του, ενώ ο Σταύρος Πλυτζανόπουλος έγραψε πως επρόκειτο για Τσικουδιά διότι όταν ήταν μικρός είχε φάει από εκεί τσίκουδα! Το ίδιο ισχυρίζεται και ο Γεράσιμος Παΐζης που επίσης δηλώνει πως είχε φάει τσίκουδα από το ίδιο δένδρο. Μάλιστα ο ίδιος έγραψε πως όταν τους είχαν πιάσει επ΄ αυτοφώρω να τρώνε τσίκουδα τους είπαν: "Φάτε ό,τι μπορείτε. Ο Άγιος προτιμά εσάς τα παιδιά, παρά να τα φάει όλα μόνος του ο Καντηλανάφτης".  
  
Δυστυχώς το Μέγαρο έκλεινε την όψη της εκκλησίας του πολιούχου Αγίου του Πειραιά, ειδικά από θαλάσσης, ενώ συγχρόνως μειώνονταν και το καλαισθητικό του ναού. Μιλάμε για τον πρώτο μικρό ναό που είχε ανεγερθεί πάνω στα ερείπια του καταστραφέντος πρώτου του Μοναστηριού.

Παρά το γεγονός ότι όλοι συμφωνούσαν ότι η παραχώρηση γης σε αυτό το σημείο στον Μιαούλη ήταν λάθος, ουδέποτε επιχειρήθηκε από τους τότε Δημάρχους Πειραιά, να απαλλοτριωθεί η έκταση αυτή, όταν η αξία της γης ήταν ασήμαντη ακόμα, καθώς ο Πειραιάς ήταν μια κωμόπολη ολίγων κατοίκων. 

Αυτός ο δισταγμός των Δημάρχων κόστισε στον Άγιο Σπυρίδωνα, αφού η έλλειψη έκτασης στην συνέχεια, στάθηκε εμπόδιο η εκκλησία να μην ακολουθήσει το αρχικό σχέδιο κατασκευής, να γίνει μικρότερη και ο Μητροπολιτικός Ναός του Πειραιά σήμερα να είναι διαφορετικός (Αγία Τριάδα) από την Εκκλησία του Πολιούχου της πόλη μας.

Στο μεταξύ η ιδιοκτησία της οικίας είχε αλλάξει πολλές φορές χέρια, φέρνοντας κάθε φορά κακή τύχη σε όποιον έμενε εκεί ή την αξιοποιούσε επαγγελματικά, με αποτέλεσμα να θεωρηθεί από τους Πειραιώτες ως σημάδι "του Αγίου Σπυρίδωνα". Για άλλους ήταν απλά γρουσουζιά ή απλώς ατυχία. 

Μετά τον Μιαούλη το σπίτι περιήλθε στην ιδιοκτησία του Ανέστη Χατζόπουλου, παππού του Χατζηανέστη του Στρατηγού της Μικράς Ασίας. Ο Χατζόπουλος λοιπόν καθώς ήταν εύπορος, είχε διακοσμήσει το σπίτι του με πολύτιμα έπιπλα και σπάνιες συλλογές. Όταν οι Γάλλοι εισέβαλαν στον Πειραιά το 1854, προκειμένου να τον αποκλείσουν και να πιέσουν την Ελλάδα να μην βγει στον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας στο πλευρό της Ρωσίας. Πρόκειται για τη γνωστή περίοδο του Τινάν (από όπου και ο Τινάνειος Κήπος). 

Ο Γάλλος Ναύαρχος Τινάν όμως επέλεξε για κατοικία του το σπίτι του Χατζόπουλου! Εκεί εγκαταστάθηκε και το ναυαρχείο των Γάλλων. Οι Αξιωματικοί που καθημερινώς εισέρχονταν στην οικία, δεν την σεβάστηκαν, με αποτέλεσμα να καταστραφούν οι πολύτιμες συλλογές του Χατζόπουλου ενώ τα πολύτιμα έπιπλά του κατεστράφησαν από την κακομεταχείριση. 




Μετά την περίοδο Χατζοπούλου το οίκημα δύο φορές καταστράφηκε ολοκληρωτικά από πυρκαγιά! Όταν κτίστηκε εκ νέου μετά την πυρκαγιά δεν επρόκειτο για το αρχικό Μέγαρο του Μιαούλη, που διέθετε αρχιτεκτονική αξία, αλλά για κάτι υποδεέστερο που δεν άξιζε να βρίσκεται στην παραλιακή ζώνη του Πειραιά. 

Αλλά και η Παλαιά Ατμοπλοΐα Σύρου, όταν μετέφερε την έδρα της στον Πειραιά και εγκατέστησε τα γραφεία της στο ισόγειο του κτηρίου μετά από λίγο καιρό πτώχευσε.


Αριστερά η πρώην οικία Μιαούλη όπως ήταν το 1928


Στην συνέχεια ιδιοκτήτης του οικήματος έγινε ο γνωστός Στρατηγός Χατζηανέστης όταν Δήμαρχος Πειραιώς ήταν ο Δημοσθένης Ομηρίδης Σκυλίτσης. Τότε έγινε η πρώτη σημαντική προσπάθεια να απαλλοτριωθεί το οίκημα, αν και οι αξιώσεις του Χατζηανέστη ήταν υπερβολικές. 

Το 1909 ο τότε Δημοτικός Σύμβουλος Ιωάννης Λυκούρης, όπως φαίνεται από τα πρακτικά του Δημοτικού Συμβουλίου που έγιναν τότε, προσφέρθηκε να δωρίσει στον Πειραιά μια μεγάλη έκταση οικοπέδων 22.000 τετραγωνικών πήχεων στην θέση "Λάκκαν του Βάβουλα" επί της οδού Ντενί Κοσσέν (σημερινή 34ου Συντάγματος Πεζικού) ,στην οποία στεγάζονταν τότε όλες οι ξυλουργικές αποθήκες και βιοτεχνίες, με τον όρο ο Δήμος είτε να εκμεταλλευτεί την έκταση αυτή, είτε να των πωλήσει και με τα έσοδα αυτά, να απαλλοτριωθεί η οικία Χατζηανέστη. 

(Σήμερα μπορεί κάποιος να πάει στην οδό 34ου Συντάγματος Πεζικού αρ. 19-21 και να δει ότι το εκεί κτήριο που στεγάζονται και τα καταστήματα παιχνιδιών "Jumpo" φέρει στην πρόσοψη το όνομα "ΙΩΑΝΝΗΣ ΛΥΚΟΥΡΗΣ". Η έκταση από εκείνο το σημείο και κάτω προς την παλιά Πυροσβεστική ήταν η προσφερόμενη!).

Δυστυχώς η προσφορά αυτή του Ιωάννη Λυκούρη, θεωρήθηκε τότε ότι δεν ήταν ικανή να καλύψει τις οικονομικές απαιτήσεις του Χατζηανέστη και έτσι χάθηκε τότε μια τεράστια ευκαιρία.

Στο μεταξύ η "κατάρα" της οικία συνεχίζονταν αφού ο Στρατηγός Χατζηανέστης, θεωρήθηκε τότε ως  ένας από τους έξι  υπαίτιους της καταστροφής του 1922 και εκτελέστηκε στο Γουδί!



To 1937 εκπονήθηκε αυτό το σχέδιο, στο οποίο φαίνεται απαλλοτριωμένη πλέον η έκταση μπροστά από τον Άγιο Σπυρίδωνα (η εκκλησία δεξιά). Στο κέντρο ο Τινάνειος Κήπος και αριστερά ο παλαιός ναός της Αγίας Τριάδος
Τον Δεκέμβριο του 1937 ο τότε Δήμαρχος Πειραιά Στρατήγης σε συνεργασία με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρυσόστομο, δημιουργούν μια μεγάλη ερανική επιτροπή στην οποία μετέχουν όλα τα "μεγάλα" ονόματα του Πειραιά όπως οι Λουκάς Νομικός, Π. Γιαννουλάτος, Κ. Μπάκαλας, Ι. Παπαστράτος, Μιλτιάδης Πουρής, Δ. Σαπουνάκης, Ι. Χανδρής και πολλοί άλλοι με σκοπό την κυκλοφορία Παμπειραϊκού λαχνού με σκοπό την συγκέντρωση χρημάτων και την απαλλοτρίωση της έκτασης αυτής. Προς τούτο εκδίδονται δελτία από 5 έως 500 δραχμών και στις 11 Δεκεμβρίου (ημέρα Σάββατο) τίθενται στην κυκλοφορία. Αν και συγκεντρώθηκε ένα σεβαστό για την εποχή ποσό, ξέσπασε ο πόλεμος και η απαλλοτρίωση ουδέποτε έγινε. 




Τελευταίος ιδιοκτήτης του οικήματος ήταν ο Ν. Πειρουνάκης (υπουργός στην διάρκεια της Κατοχής) που επίσης βρήκε βίαιο θάνατο!

Το οίκημα αυτό κατεδαφίστηκε τελικώς το 1969 από τον τότε δήμαρχο Αριστείδη Σκυλίτση και τελικώς ο Άγιος Σπυρίδωνας απόκτησε την πολυπόθητη θέα προς την θάλασσα.


Η πολυπόθητη θέα από τον Άγιο Σπυρίδωνα

Η περίφημη οικία Μιαούλη, ωστόσο απαθανατίστηκε από τον μεγάλο ζωγράφο Κωνσταντίνο Βολανάκη (πρώτη απεικόνιση της ανάρτησης). Λέγεται μάλιστα πως στο συγκεκριμένο έργο απεικονίζεται και ο ίδιος ο Βολανάκης να στέκεται αριστερά της οικίας Χατζοπούλου και να βρίσκεται στραμμένος προς τη θάλασσα. Μπορεί κάποιος να δει τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ του πρώτου οικήματος, αυτού που απαθανάτισε ο Βολανάκης (πρώτη απεικόνιση ανάρτησης), με το μεταγενέστερο οίκημα που ορθώθηκε μετά την καταστροφική πυρκαγιά (δεύτερη απεικόνιση ανάρτησης). 

Αξίζει να αναφερθεί πως αν και τελικώς δόθηκε λύση στο πρόβλημα του οικήματος μπροστά από το ναό, ωστόσο αυτή η λύση άργησε χρονικά με αποτέλεσμα να χαθεί η ευκαιρία ο ναός του πολιούχου της πόλης μας Άγιου Σπυρίδωνα, να είναι και Μητρόπολη του Πειραιά.




Σήμερα μπροστά από τον Άγιο Σπυρίδωνα βρίσκεται η προτομή του Ανδρέα Μιαούλη, έργο του γλύπτη Λεωνίδα Δρόσου, αγορασμένη από τον Ιωάννη Μελετόπουλο ο οποίος τη δώρισε στον Δήμο Πειραιώς, προκειμένου να τεθεί στο συγκεκριμένο σημείο. Βρίσκεται εκεί από το 1978, ενώ ελάχιστοι είναι εκείνη που αγνοώντας την ιστορία της οικίας του Ανδρέα Μιαούλη, αναρωτιούνται για ποιο λόγο άραγε βρίσκεται εκεί η προτομή του ναυμάχου.



"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"