Ο Πειραιάς του Γιούγκερμαν

Ο Καραγάτσης έγραψε το Γιούγκερμαν το 1938 και λίγο αργότερα (το 1941) πρόσθεσε σ΄ αυτό  "Τα Στερνά του Γιούγκερμαν". Ο Πειραιάς κατέχει ιδιαίτερα τιμητική θέση στις περιγραφές του. Ο Καραγάτσης λάτρευε τον συγγραφέα Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι

Του Στέφανου Μίλεση


Όταν ο Φιλανδός Ίλαρχος του Τσαρικού Αυτοκρατορικού Στρατού Βασίλη Κάρλοβιτς Γιούγκερμαν φτάνει στον Πειραιά, κυνηγημένος πρόσφυγας πλέον από την μεγάλη κομμουνιστική επανάσταση, ξεκινά τη ζωή του ουσιαστικά από την αρχή αναζητώντας την ταυτότητά του σε μια πόλη που και αυτή αναζητά την ταυτότητά της. Τον Πειραιά.

Η βουτιά που μας κάνει ο Γιούγκερμαν στον Πειραιά από το 1921 και μετά, είναι τόσο βαθιά που μας κόβει την ανάσα. Λες και μια μηχανή του χρόνου μας αρπάζει και μας μεταφέρει από τις πρώτες κιόλας σελίδες στους κήπους, στα σπίτια, στις πλατείες και στα ενδότερα ενός Πειραιά που τρέχει προς την ανάπτυξη με τρελούς ρυθμούς.

Ο Γιούγκερμαν που μιλά λίγα ελληνικά από την επικοινωνία που είχε με τους Έλληνες φαντάρους του εκστρατευτικού σώματος στην Ουκρανία (το 34ο Σύνταγμα Πεζικού με έδρα τον Πειραιά είχε μετάσχει στην εκστρατεία αυτή) καταλαβαίνει αμέσως την διαφορετικότητα της ελληνικής κουλτούρας. 

Όλα τα κεφάλαια του βιβλίου φέρνουν την αύρα της πόλης, έχοντας τίτλους "Ένα Πειραιώτικο τραγούδι",  "βροχή κι απόβροχο σε ένα πειραιώτικο ξενοδοχείο", "Η στολή των Κοζάκων και ο αέρας του Πειραιά". Σε αυτό το κεφάλαιο ο Γιούγκερμαν φορώντας ακόμα την στολή των Κοζάκων με την οποία επιβάλλονταν σε όλες τις πόλεις, ανακαλύπτει ότι στον Πειραιά δεν "μετράει". 

-Καλώς τα καρναβάλια! του φώναξε ένας μάγκας
Δεν μπορεί ο Γιούγκερμαν να καταλάβει. Αλλιώς εμπιστεύεσαι έναν αξιωματικό με πλάκα τα γαλόνια, έχει πέραση, έχει γόητρο. Μα τι ήσαν αυτοί οι Ρωμιοί; Μισοβάρβαροι, σχεδόν αράπηδες!
Κι όμως ακόμα και ένας δεκαπεντάχρονος μάγκας του γέλασε κατάμουτρα. Φτάνοντας στο Ρολόι δύο βαρκάρηδες όταν τον είδαν χαχάνισαν με αναίδεια.
-Ρε Μπάμπη! είπε ο ένας. Ματάδες ποτέ σου τέτοιο χαχόλο μάπα;
-Αυτός ρε θα είναι αούτης νταλκαβούρας από Αη- Βασίλη ντόπο
-Όχι μωρέ! Είναι Ρώσος Αξιωματικός μπουρζουάς. Απ΄εκείνους που τους πήγε ριπιτί μπροστά στους Μπολσεβίκους!

Στην συνέχεια οι περιγραφές για τον Πειραιά και τους Πειραιώτες είναι ασταμάτητες. Δεν υπάρχει τοποθεσία του Πειραιά που άλλοτε λίγο και άλλοτε πολύ περιγράφεται:

Για τον Τινάνειο Κήπο: βρίσκεται πίσω από την Δημαρχεία στον οποίο ο Γιούγκερμαν μπήκε και κρύφτηκε πίσω από χαμόκλαδα

Για την Λεωφόρο  Σωκράτους (σημερινή Ηρώων Πολυτεχνείου): τον κεντρικό δρόμο του Πειραιά που πήγε να αγοράσει ρούχα, συναντώντας μάλιστα μαθητές από το κοντινό Γυμνάσιο τους οποίους του πέτυχε να γυρίζουν σπίτια τους με θόρυβο

Για την Λεωφόρο Αιγέως (σημερινή 2ας Μεραρχίας): τον κατηφορικό δρόμο που από την Τερψιθέα οδηγούσε στο Πασαλιμάνι, στον όρμο με τα ψαροκάικα.




Για το Πασαλιμάνι: που ξαπλωνόταν γαλήνιο, μόλις χρωματισμένο με τρεις σταγόνες λουλακί μελάνι. Τα καφενεία της πλατείας και τα πλατιά πεζοδρόμια της προκυμαίας ήταν γεμάτα κόσμο.

Για το Ναυτικό Νοσοκομείο Πειραιά: που συνάντησε μια κοπέλα φιλική με τους ξένους (στην περιοχή υπήρχαν ήδη Ρώσσοι). Αυτό που προκαλεί ωστόσο ερώτημα στις περιγραφές του Καραγάτση είναι το γεγονός πως το Ναυτικό Νοσοκομείο Πειραιά μέχρι και το 1924 ήταν το γνωστό Ρώσικο Νοσοκομείο. Εδώ ο Καραγάτσης τοποθετεί τον ήρωά του Γιούγκερμαν το 1921, να βρίσκεται έξω από το συγκεκριμένο νοσοκομείο αλλά παραβλέπει το γεγονός ότι ήταν Ρώσικο και μάλιστα αποτελούσε και το κέντρο μιας μικρής ρώσικης κοινότητας που υπήρχε στην γύρω περιοχή. Προφανώς όταν ο Καραγάτσης έγραψε το μυθιστόρημα το 1938 του διέφυγε αυτή η μικρή λεπτομέρεια. 



Ρώσσοι Στρατιώτες στον Πειραιά (1917)

Για την Πειραϊκή: στην οποία υπήρχαν τότε μόνο κάτι χαμόσπιτα και ήταν ένα μέρος έρημο και σκοτεινό

Για την Τρούμπα: που σύχναζε  σε ένα καμπαρέ το "Grand Cabaret International" που είχε αίθουσα ψευτοπολυτελής, χυδαία με πολύχρωμα λαμπιόνα, λεκιασμένα τραπεζομάντηλα, ύποπτα γκαρσόνια. Ένα περιβάλλον όμως γνώριμο στον Γιούγκερμαν από τις εποχές της Ουκρανίας.


Κι όμως η περίφημη Τρούμπα υπήρχε και σε Ταχυδρομικό Δελτάριο (Cart Postal)

Για την Ακτή Ξαβερίου: Το μέρος του λιμανιού που δεν είναι ποτέ συμμαζεμένο, μα έχει την πιο καθαρή και τυποποιημένη μορφή "λιμανιού", με τις μακριές σειρές των πυκνοδεμένων φορτηγών, τους ψηλούς σωρούς ξυλείας και τις παλιές μισοερειπωμένες αποθήκες.

Η Ακτή Ξαβερίου το 1917. Τέσσερα χρόνια πριν από την αφήγηση του Καραγάτση με πρωταγωνιστή τον Ίλαρχο Γιούγκερμαν

Για την Ακτή Τζελέπη: με τα πλοία που ήταν αραδιασμένα το ένα πλάι στο άλλο. Οι Γιανουλάτοι με την κόκκινη τσιμινιέρα, οι Παλιοί με την κίτρινη και γαλάζιο μαίανδρο  οι Πανταλέοντες με τη μονόχρωμη φάβα.

Λιμάνι Πειραιά το 1916

Για την οδό Μακράς Στοάς: που βρίσκονταν όλα τα μαγέρικα και τα ξενοδοχεία

Για την Σπηλιά του Παρασκευά: Πήρε τον δρόμο  της Καστέλλας προς το Πασαλιμάνι, φτάνοντας στο άνοιγμα, πάνω από την σπηλιά του Παρασκευά, ο κακός Σορόκος τον τράνταξε σύγκορμο με τις βίαιες κι υπόθερμες πνοές του. Κάτω στα βράχια τα κύματα έσπαζαν με γδούπο, που τον συνόδευαν φλοισβίσματα αφρών και κατρακυλίσματα χαλικιών. 

ΣΚΑΛΙΑ ΠΛΑΖ
Οι σκάλες που οδηγούν στην γνωστή Σπηλιά του Παρασκευά

Για την Καστέλλα: που ήταν το σπίτι του Γιούγκερμαν.


παλιό σπίτι στην Καστέλλα
Τυπικό σπίτι σκαρφαλωμένο στην πλαγιά της Καστέλλας
Ανέβαινε κανείς πάνω από το Τουρκολίμανο κάτι τσιμεντένιες σκάλες κι έφτανε σ΄ ένα δίπατο σπίτι από τα τελευταία. Ήταν ριγμένο πάνω στο βράχο, καταμόναχο, ανάμεσα σε πέτρες. Στο πίσω μέρος του είχε ένα κηπάκο απλό μα πολύ συμπαθητικό. 


ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΜΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΚΑΣΤΕΛΛΑ
Ήταν ριγμένο στον βράχο, καταμόναχο, ανάμεσα σε πέτρες

Τέλος για το αγαπημένο μέρος του Γιούγκερμαν το Τουρκολίμανο: Ήταν αλλιώτικο. Ψαράδικος συνοικισμός και ρεμέτζο για τις βάρκες του Νέου Φαλήρου, όταν έπιανε Σοροκάδα. Δύο καφενεδάκια, τρεις ταβερνούλες. Τις όμορφες βραδιές έβγαζαν τα τραπεζάκια πλάι στο νερό, κι οι ψαράδες κουτσόπιναν την ρετσίνα τους μασουλώντας μαριδίτσες. Το ηλεκτρικό δεν είχε κατέβει καλά καλά στο γιαλό του μικρού λιμανιού, που βρισκόταν στην καρδιά του Πειραιώς και φάνταζε σα να ΄ταν εκατό μίλια μακριά, στο μυχό κυκλαδίτικου νησιού. Έβλεπες τα παράθυρα των σπιτιών κοκκινωπά απ΄ το φως του πετρελαίου κι έξω από τις ταβέρνες, τις λάμπες της ασετυλίνης, με τις αεικίνητες θερμόχρωμες πεταλούδες.

Οι ενέργειες του Γιούγκερμαν δεν μας δίνουν εικόνα μόνο για τις Πειραϊκές συνοικίες αλλά και για τις τεχνολογικές εξελίξεις στην πόλη.

-Η Αθήνα είναι μακριά ρώτησε;
-Μισή ώρα με το τραίνο
-Κάθε πότε έχει τραίνο;
-Κάθε 5 λεπτά. Κι όμως σήκωσε τους ώμους. Έβρισκε πως η Αθήνα βρισκόταν στην άκρη του κόσμου. Ο Πειραιάς του άρεσε. Εδώ αποφάσισε να μένει.

Σύγκριση του Γιούγκερμαν ανάμεσα Πειραιά και Αθήνα:

Η άνοδος από τον Πειραιά των εργοστασίων, της υφαντουργίας, της βιομηχανίας, της  βιοτεχνίας, της παραγωγής, της ναυτιλίας, των Τραπεζών σε σύγκριση με την Αθήνα είναι τραυματική για  τον Γιούγκερμαν:

Πρόβαλαν μέσα στην κοινωνία της Αθήνας άνθρωποι, άγνωστοι, μυστήριοι, που κανείς δεν ήξερε από που βαστούσε η σκούφια τους, με τις τσέπες φίσκα στο χρήμα και δίχως συναίσθηση τι πάει να πει χρήμα. Σπαταλούσαν ποσά αφάνταστα σ΄ ένα γλέντι κακόγουστο κι άνοστο, μη λογαριάζοντας τίποτα, μην ξέροντας πως να διαθέσουν τα εκατομμύριά τους. Βασική προϋπόθεση του γλεντιού ήταν να αποχτήσουν αμερικανικό αυτοκίνητο και να τριγυρνάνε στους ανύπαρχτους δρόμους, αράζοντας σε κάτι βρωμοταβέρνες που παρίσταναν τα κέντρα πολυτελείας, που πουλούσαν τα τηγανιτά μπαρμπούνια και τον μποτιλιαρισμένο σταφιδίτη σε τιμές αστρονομικές. Είχαν και κάτι βρωμερές "αίθουσες δι΄ οικογενείας"...

 Την ίδια στιγμή περιέγραφε τους Πειραιώτες ως εκείνο τον μικροαστικό κόσμο, τον απλό στην θωριά, τον αξιόπρεπο και διακριτικό, το δοσμένο στη δουλειά του. Τον κόσμο που ζει μισή ώρα μακριά από την Αθήνα, σα να βρισκόταν διακόσια μίλια πέρα από την ανησυχία της.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ευχαριστώ για τα ωραία θέματα

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"