Η "αναίμακτη" επανάσταση του 1862 (Έξωση του Όθωνα)

-Έχω μια ιδέα. Αν καλούσαμε πίσω τον Όθωνα;
(πηγή: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης)

Τον Σεπτέμβριο του 1862, είχα την δόξα έντεκα χρονών παιδί τότε, να προβιβαστώ στο Σχολαρχείο του Πειραιώς. Ο Σχολάρχης μου ένας κακομοίρης γέρος μας είπε ότι πρέπει να πάμε πρωί πρωί την επομένη στο σχολείο καθαροί και με εορτάσιμα ρούχα γιατί θα μας έβαζε έξω από τον Τινάνειο Κήπο, εκεί που είναι η ημικυκλική αποβάθρα, για να χαιρετίσουμε και εμείς οι μαθητές του Πειραιά, τους σεπτούς μας Βασιλείς, όπου θα κατέβαιναν στον Πειραιά, να επιβιβασθούν για μια περιοδεία στην Πελοπόννησο. Αυτή η διαταγή μας σκύλιασε, όλους του μαθητές γιατί θεωρήσαμε τον σχολάρχη ως ένα όργανο του τριακονταετούς τυράννου  όπως έλεγαν τότε τον Όθωνα, όχι βέβαια για την ηλικία του, αλλά γιατί μετρώντας τα χρόνια της βασιλείας του, ήταν τριάντα. 
θεωρήσαμε τον σχολάρχη ως ένα όργανο του τριακονταετούς τυράννου  όπως έλεγαν τότε τον Όθωνα, όχι βέβαια για την ηλικία του, αλλά γιατί μετρώντας τα χρόνια της βασιλείας του, ήταν τριάντα. 
Που να χωρέσουν τότε τα μυαλουδάκια μας τα μυστήρια της διοικητικής ιεραρχίας, για να συλλογιστούμε πως αυτός ο κακομοίρης ο σχολάρχης δεν έκανε άλλο παρά ότι τον διέταξε ο Γυμνασιάρχης, όπως κι εκείνος ότι τον είχε διατάξει ο Νομάρχης. 
Κι έτσι παρά την θέλησή μας θα γινόμασταν μοχλοί υποστήριξης του επάρατου συστήματος, έτσι έλεγαν τότε την Βασιλεία του Όθωνος. Γιατί όλοι εμείς τα παιδιά ήμασταν Ιακωβίνοι πέρα ως πέρα αφού διαρκώς συλλογιζόμαστε την επανάσταση του Ναυπλίου και τις δολοφονίες του Λεωτσάκου, του Σκαρβέλη και του Μωραϊτίνη στην Κύθνο (Κυθνιακά). 

Ήρωες της Κύθνου Σκαρβέλης, Λεωτσάκος και Μωραϊτίνης. 

Καθώς μας είχαν παρατάξει πίσω από τους μαθητές της Σχολής Ευελπίδων Πειραιά, τους είδαμε πολύ καλά τους Βασιλείς να επιβιβάζονται για το αγύριστο ταξίδι τους. Ο Όθων μελαγχολικός με την μακριά πολύ μακριά φουστανέλα του που αν και την φορούσε τόσα χρόνια δεν μπορώ να πω ότι την φορούσε λεβέντικα. Ήταν σαν να έκλαιγε πάνω του. Από την ταξιδιωτική φορεσιά της Αμαλίας το μόνο που θυμάμαι είναι το πλατύγυρο σκιάδι της καταστολισμένο από στάχυα και κεράσια. Αν οι ματιές που τους έριχνα θα μπορούσαν να ήταν φονικές αχτίνες, τότε σίγουρα θα σωριάζονταν στην αποβάθρα και οι δύο. Κι από μέσα μου τραγουδούσα την ελληνική Μασσαλιώτιδα των επαναστατών του 1862.

Έως πότε η ξένη ακρίδα 
έως πότε κουφός Βαυαρός
να γυμνώνει την δόλια πατρίδα
εγερθήτε αδέλφια κι εμπρός

Αδελφός αδελφόν να σπαράζει
και πατήρ τον υιό να χτυπά
και ο φίλος τον φίλο να σφάζει
ούδ'  η τίγρης αυτή το βαστά 

Δεν έμαθα ποτέ ποιος ήταν ο στιχουργός αυτής της ελληνικής Μασσαλιώτιδος. Μισούσα ακόμα και αυτή την φρεγάτα την "Αμαλία" που τους έπαιρνε για αυτό το ταξίδι κι όπου έπειτα για χρόνια πολλά θα ήταν με το όνομα "Ελλάς" το σχολείο των Δοκίμων στον Πειραιά και δεν είναι πάνω από δύο τρία χρόνια που πουλήθηκε σε δημοπρασία προκειμένου να διαλυθεί.

Ο Ατμοδρόμωνας (ή ατμοφρεγάτα) ΑΜΑΛΙΑ που μετατράπηκε αργότερα σε ΕΛΛΑΣ και σχεδιάστηκε να χρησιμοποιηθεί ως Σχολείο Ναυτικών Δοκίμων. Το 1905 η Σχολή εγκαταστάθηκε μόνιμα στον Πειραιά σε κτήρια που αναγέρθησαν με δαπάνη του ομογενή από την Αίγυπτο Π. Βασσάνη (Βασσάνειος Ναυτική Σχολή)
Εν Πειραιεί 1892. Διδακτική ύλη για τους Ναυτικούς Δοκίμους από τον Πλωτάρχη Κανελλόπουλο

Και είχα τον λόγο μου μισώ τότε αυτή την φρεγάτα αφού όλοι μικροί και μεγάλοι τότε στον Πειραιά την θεωρούσαμε "καταραμένο καράβι" αφού με αυτήν πήγε στην Κύθνο ο λόχος που δολοφόνησε τους τρεις ηρωικούς νέους που προανέφερα. Και καθώς την έβλεπα μπροστά μου σημαιοστολισμένη για τους Βασιλείς σκεφτόμουν κάποιους άλλους επαναστατικούς στίχους 

Ανάθεμα την ώρα 
και κείνη την στιγμή
που πήγε η φρεγάδα
στης Κύθνου το νησί

Ξεκίνησε λοιπόν η φρεγάτα ή ατμοδρόμων, όπως την έλεγαν τότε, αλλά πριν φτάσει καλά καλά στην Μεσσηνία, η επανάσταση κατά του Βασιλιά είχε φουντώσει στην Πάτρα, στην Βόνιτσα, στο Μεσολόγγι... Αποφάσισαν τότε οι Βασιλείς να γυρίσουν πίσω στον Πειραιά με την ελπίδα να προλάβουν το κακό. Το θυμάμαι ακόμα και σήμερα, ήταν μια ηλιόλουστη μέρα που περπατούσαμε στην αποβάθρα μπροστά από το καφενείο του Σουσάνα, που όλοι έλεγαν ότι η φρεγάτα θα φέρει πίσω τους Βασιλείς την επόμενη κιόλας μέρα. Στον Πειραιά τόσο οι Ναυτικοί όσο και κάποιοι Αξιωματικοί της υπηρεσίας του Σχολείου των Ευελπίδων που ήταν τότε στον Πειραιά είχαν διαρκώς κρυφές συνομιλίες. 

Την ίδια νύχτα τότε, όπως στην Αθήνα έτσι και στον Πειραιά, έγινε η έκρηξη της επαναστάσεως. Στον Πειραιά οι μαθητές της Σχολής Ευελπίδων, έτοιμοι από βραδύς, παρατάχθηκαν στην απέραντη αυλή του κτηρίου, και εξόρμησαν ένοπλοι στους δρόμους με σάλπιγγες επί κεφαλής. Ακολούθησε κόσμος και κοσμάκης, ένοπλοι το ίδιο και όλοι φώναζαν "Κάτω ο τύραννος" πυροβολώντας στον αέρα. Πετάχτηκα λοιπόν και εγώ από το κρεβάτι και βγήκα στους δρόμους. Κανείς δεν στοχάστηκε να αντισταθεί εκείνη τη νύχτα στον Πειραιά, ούτε η χωροφυλακή, ούτε ένα απόσπασμα του Πεζικού, που ήταν τότε εκεί. Ξημέρωσε η ενδεκάτη του μηνός Οκτωβρίου του 1862 και ο κόσμος πίστευε ότι ο κουφός τύραννος θα πέσει, εγώ τότε στην ηλικία μου μόνο ένα πράγμα καταλάβαινα ότι ήμουν ευτυχισμένος και γεμάτος χαρά γιατί έβλεπα τους γονείς μου να χαίρονται και τον αδελφό μου Εύελπι στην σχολή του Πειραιά να συμμετέχει κι αυτός.
Έπρεπε να πιστοποιήσω κι εγώ στην κοινωνία ότι ήμουν επαναστάτης. Είχα χρέος να φορέσω την κόκκινη κονκάρδα. Τι τράβηξε η καημένη μητέρα μου ανασκαλεύονταν ντουλάπια και συρτάρια για να βρει αυτή την κόκκινη κορδέλα.
Κατά το μεσημέρι φάνηκε και η Φρεγάτα με τους τραγικούς επιβάτες της. Αλλά μόλις πλησίασε το λιμάνι και είδε τι συμβαίνει έκανε πίσω και έφυγε για το Κερατσίνι. Ο Ναύαρχος ο Γάλλος που συνόδευε τους Βασιλείς με τη ναυαρχίδα "Ζηνοβία" και δύο ατμοκίνητα μπρίκια τα "Μουέτ" και "Σαλαμάντρα" προειδοποιούσε τους Βασιλείς κάθε φορά για τα γεγονότα. 

Όρμος Κερατσινίου 11η Οκτωβρίου 1862. Ο Όθωνας κατεβαίνει από τον ατμοδρόμωνα ΑΜΑΛΙΑ και επιβιβάζεται σε λέμβο στην οποία ήδη βρίσκεται εντός η Αμαλία κλαίουσα. Πίσω αναμένει η αγγλική κορβέτα  ΣΚΥΛΛΑ. Με την κορβέτα ο Όθωνας και η Αμαλία θα έφευγαν οριστικά από την Ελλάδα.  Στην ίδια λέμβο θα επιβιβαστεί και ο Πλοίαρχος του "ΑΜΑΛΙΑ" Λεωνίδας Παλάσκας ο οποίος θα ακολουθήσει τους Βασιλείς στην εξορία.  

Δεν ξέρω πως αλλά κυκλοφόρησε τότε στον Πειραιά η είδηση ότι ο Όθωνας είπε στον Γάλλο Ναύαρχο, ότι μόνο ο στρατός είχε επαναστατήσει και ότι ο λαός ήταν αγαθός και τον ήθελε. Τότε φορτώθηκε λαός πολύς σε μια ατμοημιολία και πήγε στο Κερατσίνι, να περάσει δίπλα από την φρεγάτα για να γιουχάρει και να βρίσει τους Βασιλείς. 
Την ίδια μέρα όλα είχαν τελειώσει. Ο Όθων απηύθυνε έναν τραγικό αποχαιρετισμό στην Ελλάδα, που οφείλω να ομολογήσω ότι ήταν πολύ συγκινητικός. Σε λίγη ώρα οι Βασιλείς άφηναν την Ελλάδα περνώντας από την "Αμαλία" στην αγγλική κορβέτα "Σκύλλα". Και τι σύμπτωσις. Με το ίδιο πλοίο την "Σκύλλα", είχε εγκαταλείψει την Ιταλία ο έκπτωτος βασιλεύς των δύο Σικελιών Φερδινάνδος ο επιλεγόμενος "Βόμβας". 
Και έμαθα τελευταία ότι αυτό το καράβι, ο νεκροπομπός των στεμμάτων, σώζεται ακόμα ερείπιο στο Ναύσταθμο του Πόρτσμουθ. 
Ύστερα από λίγη ώρα και αφού επιβιβάσθηκαν οι Βασιλείς στην "Σκύλλα" η προηγούμενη φρεγάτα η "Αμαλία" έμπαινε στο λιμάνι του Πειραιά παραμένοντας βασιλικά σημαιοστολισμένη, επαναστατημένη κι αυτή, με κυβερνήτη τον Ύπαρχο της, αφού ο Πλοίαρχος Παλάσκας, θέλησε να ακολουθήσει τους Βασιλείς στην εξορία.
Λεωνίδας Παλάσκας. Κυβερνήτης του "Αμαλία" το 1862 ακολούθησε τον Όθωνα στην Εξορία

Η σημαία με τον γράμμα "Ο" στο κέντρο (Όθων)
Αυτή την επανάσταση όπου σε μια νύχτα σωροβολιάστηκε μια δυναστεία οι δημιουργοί της την ονόμασαν "αναίμακτη". Και με αυτό το όνομα την παρέλαβε η ιστορία: Η αναίμακτος επανάστασις.
Κι όμως στον Πειραιά υπήρξε μια και μοναδική εξαίρεση, άδικη τραγική και απάνθρωπη που έγινε εκείνο το απόγευμα της 11ης Οκτωβρίου και που μόλυνε το "αναίμακτο" της επανάστασης.

Φρούραρχος στον Πειραιά εκείνη την εποχή ήταν ο Ίλαρχος Ι. Καραγιαννόπουλος. Ήταν άνθρωπος πολύ μορφωμένος, ευγενής και πράος. Αλλά ήταν και άνθρωπος του καθήκοντος. Το απόγευμα ξεθαρρεύτηκε από την παράξενη ησυχία που επικρατούσε στο λιμάνι και περπατούσε στην αποβάθρα. Ακούστηκε τότε μια φωνή, άγνωστο από πού "Ο Καραγιαννόπουλος βρίζει και φοβερίζει την επανάσταση !!! ".
Έφτασε αυτό για να τον περικυκλώσουν μερικοί μανιακοί. Τότε αυτός μπήκε σε μια βάρκα και έκανε να φύγει για την Γαλλική Ναυαρχίδα. Δεν είχε κάνει εκατό οργιές όταν έπεσαν πάνω του τρεις τέσσερις τουφεκιές. Έπεσε τότε στην θάλασσα και επέπλεε ακίνητος σχηματίζοντας γύρω του ένα κόκκινο πλαίσιο, που ήταν η θάλασσα βαμμένη με το αίμα του. Έτρεξαν τότε βάρκες και τον ψάρεψαν. Ζούσε ακόμα και είχε τις αισθήσεις τους. Με κατάλληλη ιατρική φροντίδα θα μπορούσε να ζήσει. Τον τοποθέτησαν λοιπόν σε μια άμαξα που θα τον πήγαινε στο νοσοκομείο του Σχολείου των Ευελπίδων που βρίσκονταν λίγο πιο κάτω. Αλλά όταν περνούσε η άμαξα έξω από την Αγία Τριάδα, δύο άγνωστοι τρυπώντας την με ξιφολόγχες το πίσω μέρος της άμαξας, τον αποτελείωσαν. Παρόλα αυτά και μετά από αυτό το περιστατικό πάλι η επανάσταση "Αναίμακτος" συνέχιζε να λέγεται.

Ο Εμμανουήλ Λυκούδης το 1922. Κέντρο των διηγήσεων του πολλές φορές υπήρξε ο Πειραιάς

Ο Εμμανουήλ Λυκούδης γεννήθηκε στο Ναύπλιο το 1849 αλλά φοίτησε σε σχολεία του Πειραιά κι αργότερα σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Δημοσίευε πλήθος άρθρων, περιστατικών της εποχής του. Στον Πειραιά έμεινε γνωστός από το βιβλίο του "Η Ξένη του 1854" που περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τα δεινά της πόλης από την επιδημία χολέρας που μεταδόθηκε από τα ξένα στρατεύματα (Αγγλογάλλων) που πολιορκούσαν τότε την πόλη. Ο Λυκούδης όμως εκτός από το βιβλίο αυτό, σχεδόν σε όλα τα άρθρα του, αναφέρεται σε περιστατικά που έγιναν στον Πειραιά και τα οποία θυμάται και καταγράφει σε όλη την διάρκεια της ζωής του. Η έξωση του Όθωνα όπως την έζησε ο Λυκούδης ως μαθητής σχολείου στον Πειραιά καταγράφηκε από τον ίδιο λίγο πριν πεθάνει το 1924 -1925 στο βιβλίο του "Από το ημερολόγιο της ζωής μου".  Ένας γνωστός λογοτέχνης και ιστοριοδίφης της Εποχής του, ο Δημήτριος Καμπούρογλου γνωστός ως "Αθηναιογράφος" χαρακτήρισε τον Λυκούδη ως τον αντίστοιχο "Πειραιογράφο" αφού σχεδόν όλες οι ιστορίες του έχουν ως κέντρο τον Πειραιά. 
Το 1923 τιμήθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών. Πέθανε στις 13 Οκτωβρίου του 1925. Στον Πειραιά δεν του έχει αποδοθεί η οφειλόμενη αξία του λογοτεχνικού του έργου. 

Επίσημη Αναφορά Εφημερίδας "ΕΣΤΙΑ" περί της δολοφονίας του Καραγιαννόπουλου:

1862: Ὁ ἀτμοδρόμων «Ἀμαλία» φέρων τὸν βασιλέα Ὄθωνα καὶ τὴν βασίλισσαν, ἐπιστρέφοντας ἐκ τῆς ἀνὰ τὴν Πελοπόννησον περιοδείας των, φθάνει ἔξωθεν τοῦ Πειραιῶς περὶ μεσημβρίαν, ὅπου ἀνακωχεύσας ἵσταται ἐπ’ ἀτμοῦ. Ἐν τῷ μεταξὺ πρῶτος ἀνελθών, γίνεται δεκτὸς ὑπὸ τοῦ Βασιλέως ὁ Γάλλος ναύαρχος Τουσὰρ διοικῶν τὴν ἐν Πειραιεῖ ναυλοχοῦσαν γαλλικὴν φρεγάταν «Ζηνοβίαν». Οὗτος ἀνακοινοῖ τὰ περὶ τῆς γενομένης τὴν προτεραίαν ἐπαναστάσεως ἐν Ἀθήναις καὶ ἀναγινώσκει ἐν γαλλικῇ μεταφράσει τὸ ὑπὸ τῆς προσωρινῆς κυβερνήσεως ἐκδοθὲν ψήφισμα τῆς ἐκθρονίσεώς του. Μετὰ ταῦτα γίνονται δεκτοὶ κατὰ σειρὰν οἱ πρέσβεις τῶν διαφόρων δυνάμεων. Περὶ τὴν 9 τῆς ἑσπέρας ἡ «Ἀμαλία» συνοδευομένη ὑπὸ τῆς ἀγγλικῆς φρεγάτας «Σκύλλας» καὶ ὑπὸ τοῦ γαλλικοῦ προσκόπου «Ἐλάφου» ἀγκυροβολεῖ παρὰ την Σαλαμῖνα μεταξὺ Ψιταλλείας καὶ Κυνουσούρας. Ἐκ τῶν Ἀθηνῶν ἡ ἐπανάστασις μεταδίδεται εἰς Πειραιᾶ. Ὁ φρούραρχος τῆς πόλεως ἴλαρχος Καραγιαννόπουλος, ὁ ὁποῖος στασιασάσης τῆς φρουρᾶς εἶχε καταφύγει εἰς τὴν γαλλικὴν ναυαρχίδα, ἐξελθὼν μ. μ. προσβάλλεται εἰς τὴν προκυμαίαν ὑπὸ στρατιωτῶν καὶ φονεύεται.

Επιμέλεια Κειμένου: Στέφανος Μίλεσης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"