Οδοιπορικό στα γιορτινά Ταμπούρια μετά τον πόλεμο.

1939- Ταμπούρια Πειραιεύς. Φωτογραφία "Κιέσογλου"

Γράφει η Νανά Ιωαννίδου


Όταν έχεις την τύχη οι θύμησες των παιδικών εποχών της ζωής σου να είναι γεμάτες από χαρά, αυτό στα γεράματα μεταφράζεται σε βαρύτιμη πληρότητα ζωής. 
Αισθάνομαι πάντα ευτυχής που μεγάλωσα σαν παιδί ανάμεσα σε οικογένεια Μικρασιάτικη και μάλιστα Ατταλειώτικη, εδώ στον Πειραιά. 
Το σπίτι από το πρώτο κι όλας διάστημα που ήρθε η οικογένεια το '22 και το αγόρασε σαν οικόπεδο αρχικά, είναι ακόμα εδώ, στα Ταμπούρια του Πειραιά. 

Μια γειτονιά ήταν όλη η συνοικία γεμάτη από Μικρασιάτες. Τα μπακαλοταβερνάκια δέσποζαν στην περιοχή μέχρι τα χρόνια του '70. Εργατικός κόσμος κατοικούσε και είχε άμεση σχέση με τον Πειραιά. Όλοι με τις χαρές και τις λύπες τους σε κοινό αγώνα για επιβίωση αλλά και αλληλεγγύη. 

Η επίσκεψη στο σπίτι των παππούδων μας την Κυριακή άρχιζε από τον δρόμο με χίλιες καλημέρες του πατέρα!

Ήλθε εδώ 11 χρονών! Τα σπίτια ήταν ομοιόμορφα, ισόγεια μπροστά στο δρόμο δωμάτια με εσωτερική μεγάλη αυλή, γεμάτη με παντός είδους γλάστρες με χρώματα κι αρώματα. Τίποτα δεν πήγαινε χαμένο. Ακόμα κι ένα τρύπιο τσαγιερό ή μια τρύπια κατσαρόλα θα είχε ένα φυτεμένο λουλούδι κι έτσι συνέχιζε ακόμα για πολλά χρόνια να υπάρχει!

Οι μνήμες μου κοντεύοντας οι μέρες των Χριστουγέννων γεμάτες από θαύματα!
Ο παππούς ήταν ο ιερέας παππα-Σέργιος στον Άγιο Δημήτρη Ταμπουρίων, ένας άγιος άνθρωπος και όπως τον αποκαλεί ο Γ. Πεχλιβανίδης στα βιβλία του για τους Ατταλειώτες, "θρυλικός"!
Μεγάλη οικογένεια από οκτώ παιδιά! Δεν αρκέστηκε μόνο στην ιερωσύνη, έμαθε μαζί με τη γιαγιά να φτιάχνει καλυμαύχια, τα καπέλλα των ιερέων, έτσι η οικογένεια πορευόταν με πλούσια τα ελέη.

Τέτοιες μέρες που άρχιζε η νηστεία μέχρι τα Χριστούγεννα, η χαρά των παιδιών ήταν να πάμε στον παππού και στην γιαγιά, στο πατρικό της οδού Έβρου των Ταμπουρίων να μας φιλέψει η γιαγιά φρέσκα παξιμάδια με όλων των ειδών τα χρωματιστά γλυκά του κουταλιού. Στον παλιό μπουφέ ψηλά, έβλεπες γυάλινα βάζα αραδιασμένα γεμάτα από γλυκά, νερατζάκι, πορτοκάλι, μελιτζανάκι, μηλαράκι, ντοματάκι με αμύγδαλο, σταφύλι, παστοκύδωνο σε ρουμπινί χρώμα. Τότε αυτές οι νοικοκυράδες οι Ανατολίτισσες κατόρθωναν με πολύ απλά πράγματα και μεγαλουργούσαν στα φαγητά και στα γλυκά. 

Με όλες τις πρώτες ύλες να περνούν από τα χέρια τους κι από τα γουδιά τους. Τον Νοέμβρη άρχιζαν να φτιάχνουν τα μυρωδάτα λουκάνικα με μπαχαρικά και ξύσμα πορτοκαλιού να είναι έτοιμα για τον μεζέ των Χριστουγέννων. Τα κρεμούσαν ψηλά στο ταβάνι της αποθήκης σαν γιρλάντες για να στεγνώσουν. Το σπίτι τέτοια εποχή ήταν έτοιμο να υποδεχθεί τις μεγάλες γιορτές. Τα μπρούτζινα κοντάρια των κουρτινών και όλα τα μπρούτζινα στολίδια ν΄ αστράφτουν. Η γιαγιά τα γυάλιζε μ΄ ένα μείγμα από αλεύρι και ξύδι και αλάτι για να λάμψουν. Τ΄ ασπρόρουχα, τα κεντήδια, οι κουρτίνες, το κιλίμι του σαλονιού, οι φανταχτερές κουρελούδες στρωμένες σ΄ όλο το σπίτι. Γιορτή ήταν το σπίτι της γιαγιάς και του παππού. Ότι φωτογράφισε το μάτι μου από το τραπέζι της γιαγιάς όλα είναι εδώ, σταθερές αξίες του ουρανίσκου μου! Το Σούσι ακόμα αργούσε ή το άλλο το ανέκδοτο, ψάρι με μαρμελάδα! Ευτυχώς δεν το δοκίμασα! 

Τα παξιμάδια με τις ατέλειωτες λαμαρίνες που της έψηνε ο φούρνος της γειτονιάς, δεν ήταν μόνο για μας, η γιαγιά έστελνε και στους γειτόνους. Πλησιάζοντας οι γιορτές των Χριστουγέννων έκανε και κατάλογο πόσο αλεύρι θέλει και τα υλικά, μέχρι τα γεράματα! Έπρεπε να φιλέψει με τα Χριστουγεννιάτικα γλυκά όχι μόνο τα εγγόνια και τη φαμίλια αλλά και τους γειτόνους!

Αυτή η αλληλεγγύη στα χρόνια του '50 μετά τον πόλεμο ήταν μια καθημερινότητα για μας που τη ζήσαμε. Αναπόσπαστο μέρος της ζωής μας. Όποτε είχε περίσσευμα από αυτό το Σαραντολείτουργο του Νοεμβρίου από μπόλικα πρόσφορα της εκκλησίας, τα έκανε παξιμάδια και τα μοίραζε σ΄ όλη τη γειτονιά. Ήταν η γιαγιά και ο παππούς από αυτούς τους ανθρώπους που περιέγραψε η Διδώ Σωτηρίου στα βιβλία της. Στην αποχώρηση από την πατρίδα τους και το σπιτικό τους, επειδή ο παππούς ήταν ιερέας και ήταν στο στόχαστρο, έμειναν για πάνω από πέντε μήνες μέσα σε τάφο! Ήξεραν τις κακουχίες από πρώτο χέρι. Όπως και τη δεύτερη μπόρα του πολέμου του '40. Ποτέ δεν βαρυγκόμησαν, ποτέ δεν ανησύχησαν, το καθημερινό πιάτο ήταν στο ταλέντο τους απο το τίποτα να το δημιουργήσουν.

Τα Χριστούγεννα δεν ήταν γιορτή μόνο θρησκευτική, ήταν και γιορτή της οικογένειας μέχρι τα βαθειά γεράματά τους. Όταν μαζευόμαστε και με την βοήθεια της μικρότερης θείας μου Λέλας που ζούσαν στο τέλος τους μαζί με την οικογένειά της, στο σπίτι της οδού Έβρου, το τραπέζι φεγγοβολούσε στα παιδικά μου μάτια! Όλα έλαμπαν χειροποίητα! Το Χριστόψωμο με αλεύρι, μαγιά, βούτυρο και μπόλικο σουσάμι, στο σχήμα μιας μεγάλης κουλούρας μ΄ ένα σταυρό κι ένα καρύδι στο μέσον. Η σούπα από κότα από το κοτέτσι της γιαγιάς με αυγολέμονο να στέκει λευκό χιόνι! Τα σουτζουκάκια οι θείες έκοβαν τον κιμά από μοσχάρι με δύο μπαλταδάκια και τα μαγείρευαν με σάλτσα κόκκινη από ντομάτα σπιτική που έφτιαχναν για όλο τον χρόνο. Η τυρόπιτα η Ατταλειώτικη με τυράκι δυόσμο και λουκάνικα χειροποίητα, από νωρίς μετά την εκκλησία, στρωμένο το τραπέζι για φίλους και γειτόνους, που έρχονταν για μια καλημέρα. Αν πείτε για γλυκά; Μελομακάρονα γεμιστά με καρύδι! Κουραμπιέδες ασπροζαχαρένιοι με βούτυρο γάλακτος έλεγαν! Ώρες η γιαγιά έφερνε βόλτα το βούτυρο με την ζάχαρη με το χέρι της να το κάνει αφρό! Ο μπακλαβάς τσιγαρόχαρτο το φύλλο. Του Αγίου Βασιλείου άλλα! Και όλα τούτα τι προετοιμασία! Να παίρνουν καρύδια, αμύγδαλα, να τα σπάζουν, να καβουρουντίζουν τη ψύχα, να τρίβουν στο γουδί μπαχαρικά, να τα μελώνουν και να τα τακτοποιούν όπως τους έπρεπε! Τι νοικοκυριό!

Τώρα που τους θυμάμαι όλους ν΄ αστράφτουν από χαμόγελα, άρχοντες του οίκου τους, τώρα ξέρω με τι μαγεία γνώριζαν και στα παιδιά τους και στα εγγόνια τους, την παράδοση και πόσο απολάμβαναν κι εκείνοι τη μέθεξη και την χαρά του κόπου τους. Όταν φεύγαμε, η γιαγιά είχε ετοιμάσει και πιάτα με διάφορα γλυκά δεμένο το καθένα με μια ολόλευκη πετσέτα! Για τα εγγόνια έλεγε, στα παιδιά της, για το σπίτι! Όταν έχεις μεγαλώσει με τέτοιες γιαγιάδες και παππούδες, αισθάνεσαι τώρα πια, ότι υπήρξες ένα τυχερό παιδί!

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Τι μου θύμησες τώρα...

Ζω στο εξωτερικο πολλά χρόνια αλλά μεγάλωσα στο Κερατσίνι, στην Αμφιάλη και τα Ταμπούρια. Κι η δική μου οικογένεια ήταν από την Μικρά Ασία. Ο παππούς μου (από την πλευρά της μάνας μου) ήταν Καππαδόκης. Η γιαγία μου (από την πλευρά της μάνας μου) ήταν από την Πόλη, κι από την πλευρά του πατέρα μου ο παππούς ήταν από από Αιβαλί κι η γιαγιά από το Σώμα (βόρειοανατολικά της Σμύρνης...).

Όμορφες εποχές όταν μεγαλώναμε. Δεν είχαμε πολλά, αλλα περνούσαμε πολύ καλα κι ειμαστε ευτυχισμένοι με τα λίγα που είχαμε. Άλλαξαν τα χρόνια, αλλάξαμε κι εμείς.

Να είσαι καλά που μας τα θύμισες!

Μιχάλης Ρεπουλης είπε...

Ετσι ήταν όπως τα περιγράφεις. Η γιαγιά μου ήταν από τη Σμύρνη, το Κορδελιό. Ηταν μαμή στη Σμύρνη και όταν ήλθε στον Πειραιά συνέχισε το ίδιο επάγγελμα. Εμενε στην Αγία Σοφία, Ροδόπης 24, πλάι στην Καλιφόρνια, το σινεμά. Αρτεμις Λιβανίου ονομαζόταν Είχε ξεγεννήσει την μισή Αγιά Σοφία. Ηλθε μόνη με πέντε παιδιά στον Πειραιά μετά την καταστροφή. Ο άντρας της χάθηκε στην υποχώρηση . Στο σπίτι της γινόταν πανζουρλισμός στις γιορτές. Και εμείς τα εγγονάκια τρελαμένοι από τα θάματα, τις γεύσεις, τις μυρωδιές που ξετυλίγονταν μπροστά μας. Πράγματι αξέχαστες μέρες.

Γιαγιά rock!!!! είπε...

Να ρωτήσω γιατί τέτοια γραπτά, δεν έχουν βήμα??? Ναι αφελής είμαι... Όμως και επικίνδυνα αγανακτησμένη πια..... Ας ξυπνήσουμε...............

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"