Αναμνήσεις εκ Πειραιώς 1850 -1864. Του Μπάμπη Άννινου

Πειραιάς 1850

Ήταν Δεκέμβριος του 1850, όταν το γαλλικό ατμόπλοιο "Μέντωρ" κατέπλευσε στο Λιμάνι του Πειραιά, έχοντας αναρτημένη στον ιστό του την κίτρινη σημαία καθάρσεως. Θεωρείτο μολυσμένο καθώς έρχονταν από τόπους με κρούσματα χολέρας όπως ήταν η Σμύρνη, η Κωνσταντινούπολη και τα Δαρδανέλια.

Η επιδημία χολέρας ήδη από το 1848 είχε κτυπήσει όλη την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και τότε ακόμα ο Πειραιάς που ως λιμάνι ήταν ευάλωτος την είχε γλιτώσει, αλλά δυστυχώς θα έρχονταν και η δική του σειρά, όταν μετά από τέσσερα έτη, θα του την μετέδιδαν τα Γαλλικά Στρατεύματα Κατοχής (1854).

Από το ατμόπλοιο αποβιβάστηκαν στον Πειραιά δύο Γάλλοι συγγραφείς ο Μάξιμος Ντυκάν και ο Γουσταύος Φλομπέρ (Flaubert Gustave), που ήταν υποχρεωμένοι να υποστούν την εκ του νόμου οριζόμενη "κάθαρση". Έτσι τους οδήγησαν στο λοιμοκαθαρτήριο του Πειραιά, εντός δωματίου προσφάτως ασβεστωμένου και παντελώς γυμνού. Εκεί, αφού καπνίστηκαν με θειάφι, το οποίο θεωρείτο τότε ως το μόνο δραστικό απολυμαντικό μέσο, έμειναν υπό αυστηρό περιορισμό για τέσσερις μέρες. Ευτυχώς δεν στεναχωρήθηκαν πολύ επειδή ο Ντυκάν είχε προνοήσει να του στείλουν από την Γαλλία συγγράμματα αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. 

Από το Λοιμοκαθαρτήριο του Πειραιά ο Φλωμπέρ έγραψε προς τον φίλο του Μπουγιέ: "Βρισκόμαστε περιορισμένοι εντός του Λοιμοκαθαρτηρίου μέχρι την Κυριακή. Διαβάζω Ηρόδοτο και Θέρβωλ. Βρέχει ραγδαίως, αλλά τουλάχιστον η ατμόσφαιρα εδώ είναι περισσότερο θερμή από ότι στην Κωνσταντινούπολη. ....."

Για τις πρώτες εντυπώσεις των Φλωμπέρ και Ντυκάν από τον Πειραιά, δυστυχώς δεν έχουμε καμία αναφορά, εκτός των γενικών κλασικών αναμνήσεων από μια ένδοξη γη, για την οποία είχαν διαβάσει τα πάντα, αλλά έβλεπαν πρώτη φορά.

Εφημερίδα " Ο ΕΡΜΗΣ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ" 10 Απριλίου του 1850


Όμως 14 χρόνια αργότερα, το 1864, ένας άλλος Γάλλος συγγραφέας και Αξιωματικός του Γαλλικού Ναυτικού ο Henri Riviere, καταφθάνει στον Πειραιά καθώς υπηρετούσε σε πολεμικό πλοίο. Κωπηλατώντας με την βάρκα του από το σκάφος που ναυλοχούσε, προς την προκυμαία του Πειραιά, είδε τον τάφο του Θεμιστοκλέους και έκανε σχετική αναφορά στον Λόρδο Βύρωνα που και εκείνος κάποτε είχε αντικρίσει τον τάφο του Θεμιστοκλή λέγοντας πως "εδώ η σκιά του μεγάλου Ναυμάχου, χαιρετίζει τα πλοία που μπαίνουν στο λιμάνι".

Αριστερά ο Γάλλος Αξιωματικός του Ναυτικού και Συγγραφέας Henri Riviere (1827-1883), που αποβιβάσθηκε στον Πειραιά το 1864. Έλαβε μέρος στην εκστρατεία της Κριμαίας 1854-1856. (φωτογραφία wikipedia)  

O Riviere,  εξέφρασε και την αμφιβολία του για την σιγουριά που είχε ο Βύρωνας περί του τάφου, καθώς η επιστήμη δεν είχε τότε βεβαιώσει με πλήρη αποδεικτικά στοιχεία, ότι εκεί ήταν ο Τάφος του Θεμιστοκλή. (η ίδια αμφιβολία ταλανίζει τους επιστήμονες μέχρι και σήμερα!).

Βγαίνοντας στην στεριά αντικρίζει με πολλή έκπληξη και περιέργεια τους κατοίκους του Πειραιά καθώς άλλοι φορούσαν νησιώτικες βράκες και άλλοι την φουστανέλα, με την τριχωτή κάπα. Όλοι όμως είχαν έντονα μελαχρινή όψη και διέθεταν μεγάλα μουστάκια. Νομίζει πως βρίσκεται στο μέσο ενός λαού, που αποτελείται μόνο από πολεμιστές! Κι αυτό γιατί πολλοί από τους άνδρες εκείνους ήταν αμαξάδες και αντί όπλου κρατούσαν στα χέρια τους μαστίγιο! Όλοι εκείνοι είχαν συγκεντρωθεί στο σημείο αποβίβασης για να παραλαμβάνουν όσους αποβιβάζονταν. Στο σημείο μάλιστα είχαν φέρει μαζί τους και τα οχήματά τους που ήταν παντός ρυθμού, τύπου και εποχής, που τα έσερναν συνήθως ισχνά άλογα. Ανέβηκε σε ένα από αυτά τα οχήματα τύπου λαντώ, του οποίου όμως η νεότητα είχε παρέλθει προ 40 ετών τουλάχιστον, καθώς έτριζε φρικτά σε όλη την διάρκεια της διαδρομής. 

1852

Η άμαξα εκείνη την εποχή ήταν το μόνο μέσο συγκοινωνίας μεταξύ Αθηνών και Πειραιώς. Από την εποχή εκείνη θα περνούσαν ακόμα επτά χρόνια για να ακουστεί η φωνή της προόδου, που ήταν ο συριγμός της ατμομηχανής του σιδηροδρόμου. Πρόοδος που για να επιτευχθεί θα έπρεπε να ξεπεραστούν πολλές δυσκολίες για να επιτευχθεί η σιδηροδρομική ένωση Πειραιώς - Αθηνών. 



Οι άμαξες τότες στάθμευαν στον Πειραιά, στην Πλατεία Αμαξοστασίου (μετέπειτα Ρήγα Φεραίου), ενώ στην Αθήνα στάθμευαν στην διασταύρωση Ερμού και Αθηνάς που τότε έλεγαν το σημείο εκείνο "Στις καρότσες"! Οι αμαξηλάτες τότε έφεραν την ενδυμασία του τόπου καταγωγής τους. Επειδή όμως οι περισσότεροι ήταν επαρχιώτες της ηπειρωτικής Ελλάδας, ήταν φουστανελοφόροι. Οι βαρκάρηδες του λιμανιού ήταν όμως βρακοφόροι. Άργησε πολλοί να φέρουν οι "αμαξάδες" την λεγόμενη ευρωπαϊκή ενδυμασία, η οποία όμως όταν τελικώς επικράτησε, προσέφερε θέαμα αστείο, καθώς έφεραν λιβρέα και υψηλό καπέλο, συνήθως από δεύτερο χέρι, αγορασμένο από σταβλίτες των Πρεσβειών ή πλούσιων οίκων.

Piree 1854

Ένας τέτοιος αμαξηλάτης που δούλευε με άλογα και ντυμένος με λιβρέα και ψηλό καπέλο, έφερε το παρατσούκλι "Ξέρξης"! Συνήθως οι αμαξηλάτες ήταν γνωστοί με τα παρατσούκλια τους.  

Το σημείο αποβίβασης στον Πειραιά ήταν η γνωστή σε όλους μας Ακτή Τζελέπη (ή Τσελέπη), από το όνομα του πρώτου οικιστή και ιδιοκτήτη του χώρου. Γνωστό είναι και το έμμετρο επιτάφιο που είναι χαραγμένο στο μνήμα του: 

"Εδώ, ω άνθρωπε, σ΄ αυτό το μνήμα όπου βλέπεις,
Κοιμάται, αναπαύεται ο Γιαννακός Τσελέπης...
Αφήσας την πατρίδα του Θετταλομαγνησίαν,
Πρώτος αυτός ανήγειρεν εις Πειραιά οικίαν."

Ο ποιητής Γιώργος Παράσχος το έφτιαξε με την συνδρομή και άλλων στιχουργών, μετά τον θάνατο του Τσελέπη, κατά παραγγελία των συγγενών του αποβιώσαντος. Όταν μετά από καιρό πέθανε και η σύζυγος του Τσελέπη, ενταφιάσθηκε στο ίδιο μνημείο και στο ποίημα έγινε η εξής προσθήκη:

"Εν μέσω τόπου χλοερού
Κ΄η σύζυγός του η Φλωρού"

Από τότε πέρασαν χρόνια και το 1851 ο Πειραιάς έφτασε να αριθμεί 5.247 κατοίκους.

Το Πανδοχείο του Τζελέπη στην Ακτή που φέρει σήμερα το όνομά του (Ακτή Τζελέπη). Φουστανελοφόροι και βρακοφόροι ανάλογα με τους τόπους καταγωγής.
Ζωήλατα οχήματα κάθε είδους, τύπου και ρυθμού εκτελούν τις μεταφορές. 


Τα αποσπάσματα που αφορούν την πόλη του Πειραιώς έχουν αλιευθεί από τα "Ιστορικά Σημειώματα" του Μπάμπη Άννινου - Εκδόσεις Μπάϋρον, 1924 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"