Η υπόθεση "Λορελάϋ". Μια ληστεία μετά φόνου που συντάραξε τον Πειραιά

Το γερμανικό πλοίο "Λορελάϋ"


Του Στέφανου Μίλεση

Ήταν Νοέμβριος του 1902, όταν κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά, ένα πλοίο με φήμη τρομερή που προκαλούσε εφιάλτες σε όποιον άκουγε το όνομά του. 

Επρόκειτο για το "Λορελάϋ", την πλωτή γερμανική φυλακή, που η γερμανική πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης χρησιμοποιούσε αποκλειστικά για τους κρατούμενούς της. 

Η Γερμανία πιστή σύντροφος και φίλος των Οθωμανών, είχε επανδρώσει με Γερμανούς Αξιωματικούς και στρατιώτες πολλά ένοπλα τμήματα του Οθωμανικού στρατεύματος και είχε φροντίσει για τα παραπτώματα των δικών της ανδρών, η φυλάκιση να εκτελείται σε δικό της χώρο. Η γερμανική υπερηφάνεια δεν θα άφηνε ποτέ Γερμανούς έγκλειστους σε φυλακές Οθωμανών. 


Το "Λορελάϋ" σε απεικόνιση της Wikipedia

Το "Λορελάϋ" χρειάστηκε επισκευή, έτσι κατέπλευσε στο μεγάλο πειραϊκό λιμάνι, καθώς αυτή θα γινόταν στο ναυπηγείο του Βασιλειάδη. Το πλοίο όφειλε να κάνει πρυμνοδέτηση μπροστά από τον σημερινό Σταθμό Λαρίσης εκεί που σήμερα δένουν τα Κρητικά πλοία, στον Άγιο Διονύση. Στην περιοχή εκείνη τότε, υπήρχαν μόνο καρνάγια για καΐκια και βάρκες. Πίσω τους δέσποζε το πρώτο νεκροταφείο του Πειραιά, του Αγίου Διονυσίου! Η πόλη του Πειραιά φάνταζε μακρινή, εκεί που είχε "δέσει" το γερμανικό πλοίο. 


Οδός Αγίου Διονυσίου. Έλαβε το όνομα από το πρώτο νεκροταφείο στον Πειραιά που βρισκόταν στην εκκλησία του Αγίου Διονυσίου. Στην φωτογραφία του 1917, ακόμα υπάρχουν καρνάγια και το κοιμητήριο να δεσπόζει στο βάθος.


Κάθε πρωί ανέβαιναν στο σκάφος τα συνεργεία του Βασιλειάδη, που μαζί με το πλήρωμα εργάζονταν μέχρι αργά το απόγευμα. Η αποχώρηση των Ελλήνων εργατών, σήμανε και την αποχώρηση του πληρώματος, καθώς οι Γερμανοί που ήταν ναυτολογημένοι, δεν ήθελαν να βρίσκονται σε λιμάνι και να είναι απομονωμένοι σε ένα σημείο σχεδόν έρημο και ακατοίκητο με μόνη συντροφιά το νεκροταφείο! Έτσι άφηναν κάθε βράδυ δύο σκοπούς και όλοι οι υπόλοιποι μετέβαιναν σε ένα σπίτι που τους είχε παραχωρήσει ο Δήμος Πειραιά κοντά στον Άγιο Νικόλαο. Στην αντίθετη δηλαδή άκρη του λιμανιού!

Το πρωινό της 3ης Νοεμβρίου, ακούστηκε μια είδηση τρομερή. Είχαν σκοτώσει τους δύο φρουρούς και είχαν αρπάξει το χρηματοκιβώτιο του πλοίου! Πολύς κόσμος έτρεξε προς τον Άγιο Διονύσιο, όπου στο μεταξύ είχε καταφτάσει ο Πρόξενος της Γερμανίας στον Πειραιά Θωμάς Ρώτ και πολλοί αστυνομικοί. 




Ένας Ρώσος βουτηχτής ερευνούσε το βυθό γύρω από το πλοίο, καθώς όλοι είχαν σκεφτεί ότι οι ληστές αφού θα είχαν πάρει τα χρήματα, θα το είχαν πετάξει στη θάλασσα. Αντί όμως του χρηματοκιβωτίου ο βουτηχτής βρήκε σκοτωμένο τον έναν από τους δύο φρουρούς, το ναύτη Μπρίτσκι. Ο άλλος ναύτης ο Κόχλερ δεν είχε βρεθεί. Στις έρευνες λάμβαναν μέρος και Ρώσοι καθώς ο ρωσικός στόλος είχε μόνιμο αγκυροβόλιο στον Πειραιά.

Γρήγορα κυκλοφόρησαν και τα πρώτα παραρτήματα των εφημερίδων που ανακοίνωναν στους έκπληκτους αναγνώστες ότι οι Γερμανοί είχαν προβεί σε υβριστικούς χαρακτηρισμούς κατά των Ελλήνων. Ισχυρίζονταν πως εκτός από χρήματα εντός του χρηματοκιβωτίου υπήρχαν και διπλωματικά έγγραφα που θα έπεφταν στα χέρια των Ρώσων! Προκειμένου να ενισχύσουν το επιχείρημά τους οι Γερμανοί, ανέφεραν όλα εκείνα που συνέδεαν τους Ρώσους με τους Έλληνες. Την ορθοδοξία, τις παραδοσιακές σχέσεις, το Ρώσικο Νοσοκομείο Πειραιώς που μόλις τον Φεβρουάριο του ίδιου έτους είχε ξεκινήσει τη λειτουργία του, παρουσία της ρωσικής καταγωγής Βασίλισσας της Ελλάδος Όλγας. Μάλιστα η επίσημη ονομασία του (που ουδέποτε επικράτησε) ήταν "Νοσοκομείο της Μεγάλης Δουκίσσης Αλεξάνδρας".



Οι έρευνες συνεχίσθηκαν μέχρι αργά το απόγευμα, όταν σχεδόν λίγο πριν σκοτεινιάσει, το χρηματοκιβώτιο βρέθηκε πεταμένο ανάμεσα σε κάποιους βράχους της έρημης Πειραϊκής χερσονήσου. Δίπλα στο σπασμένο χρηματοκιβώτιο ήταν παρατημένη μια από τις βάρκες του πλοίου!

Πολλές φορές έχω περιγράψει σε παλαιότερα άρθρα μου, το απόκοσμο της Πειραϊκής που φιλοξενούσε μόνο χασικλήδες και κακοποιά στοιχεία στις σπηλιές της. Άνθρωπος δεν τολμούσε να απομακρυνθεί από την Έπαυλη του Σκουλούδη (σημερινό αντικαρκινικό νοσοκομείο "Μεταξά") και να προχωρήσει παραπέρα. Από του Σκουλούδη μέχρι τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, εκείνος που θα τολμούσε να διαβεί πεζός όλο αυτό το μήκος της ακτογραμμής, κινδύνευε πραγματικά! Ακόμη και οι αρχές όταν έπρεπε να επέμβουν, προσέγγιζαν δια θαλάσσης με ατμάκατο στο σημείο ενδιαφέροντος. Έτσι και τότε όλοι οι δημοσιογράφοι είχαν μισθώσει και από μια βάρκα του λιμανιού και έκαναν περιπολίες κατά μήκος της Πειραϊκής. Εκείνα τα έξοδα, τα χρέωναν τους εργοδότες τους, ως "βαρκαδιάτικα"!

Καθώς λοιπόν ο Κόχλερ, ο δεύτερος ναύτης του πλοίου, δεν είχε βρεθεί ούτε ζωντανός, ούτε πεθαμένος, οι αστυνομικοί ήταν σχεδόν σίγουροι πως αυτός ήταν ο δράστης τόσο του στυγερού εγκλήματος, όσο και της αρπαγής του χρηματοκιβωτίου. Άλλωστε ως μέλος του πληρώματος, γνώριζε την ύπαρξη χρηματοκιβωτίου, την θέση του και την ώρα που έπρεπε να δράσει. Έλληνας δεν θα μπορούσε να ήταν γνώστης τέτοιων πληροφοριών! Επιπλέον αν ήταν Έλληνες οι δράστες ποτέ δεν θα κατευθύνονταν προς την Πειραϊκή, αλλά προς την Ψυττάλεια διαμέσου της οποίας θα διέφευγαν προς τις αχανείς εκτάσεις της Ελευσίνας ή των Μεγάρων.

Οι Γερμανοί αφού στο μεταξύ παρέλαβαν το πτώμα του άτυχου ναύτη από το Ζάννειο Νοσοκομείο, το είχαν εκθέσει σε δημόσια θέα, πάνω στα σκαλιά της εκκλησίας του Αγίου Διονυσίου, προκειμένου να "διευκολύνουν" δήθεν τη φωτογράφιση από τους δημοσιογράφους. Σκοπός τους ήταν να διασύρουν την ελληνική κοινωνία, καθώς όπως ήδη αναφέραμε, κατηγορούσαν τους πάντες για το φόνο και την αρπαγή. Μάταια η Πριγκίπισσα Σοφία προσπαθούσε να μεσολαβήσει για να τους κατευνάσει. Ο Κυβερνήτης της πλωτής φυλακής απαντούσε διαρκώς:
"Οι ναύτες μου είναι Γερμανοί!" εννοώντας πως αυτό και μόνο ήταν εγγύηση ώστε να απαλλαχθούν από κάθε υποψία.


Η δυσφορία της ελληνικής κοινής γνώμης ήταν έκδηλη για την συμπεριφορά του
Κυβερνήτη της γερμανικής πλωτής φυλακής


Οι κατηγορίες των Γερμανών είχαν αλλάξει κι αντί των Ρώσων κατηγορούσαν τους εργαζόμενους των ναυπηγείων του Βασιλειάδη.

Ο Βασιλειάδης ο ίδιος είχε έρθει σε επικοινωνία με τον καθένα ξεχωριστά από τα 34 εργάτες που αποτελούσαν το συνεργείο, ενώ ένας που είχε δηλώσει την ημέρα εκείνη ασθενής, ανάγκασε τον Βασιλειάδη να τον επισκεφθεί στο σπίτι του, για να διαπιστώσει του λόγου το αληθές! 


Τα ελληνικά μηχανοποιεία του Βασιλειάδη


Ο Κυβερνήτης του "Λορελάϋ" επικήρυξε τους δράστες δημοσιεύοντας στην πρόσοψη του γερμανικού προξενείου στην Ακτή Μιαούλη το εξής:


"Η αυτοκρατορική διοίκησις της φυλακίδας "Λορελάϋ" φέρει εις γνώση του κοινού σχετικώς με τον φόνο που διαπράχθηκε τη νύχτα 2 προς 3 Νοεμβρίου, ότι δίνει αμοιβή 1.000 χρυσών φράγκων σε όποιον συλλάβει τους φονιάδες ή τους υποδείξει στις αρχές"

Η κατάσταση γινόταν για όλη την Ελλάδα ακόμη πιο δύσκολη όταν ο Γερμανός Πρόξενος Θωμάς Ρώτ, δέχθηκε αβίαστα την άποψη του Κυβερνήτη της πλωτής φυλακής και ενημέρωσε τον Κάιζερ (τον Γερμανό Αυτοκράτορα) ο οποίος την εποχή εκείνη βρισκόταν σε εθιμοτυπική επίσκεψη στην Αγγλία.

Η αστυνομία είχε αρχίσει τις έρευνες στο ύψος της Καλλιθέας, καθώς εκτιμούσε πως δεν θα μπορούσε ο Γερμανός ναύτης, ο Κόχλερ, να συνεχίζει να μένει κατά μήκος της ακτής, ορατός από θαλάσσης σε έναν βραχότοπο, άδενδρο που ούτε πόσιμο νερό δεν μπορούσε να του προσφέρει. Όλοι εκτιμούσαν ότι θα προσπαθούσε να διαφύγει με τα λάφυρά του στην ηπειρωτική χώρα. Για τον σκοπό αυτό οι αρχές δημοσίευσαν σχετικές ανακοινώσεις ώστε ο κόσμος να "έχει τα μάτια του ανοιχτά" για Γερμανό ναύτη που ίσως να περιφερόταν στην Αθήνα.

Ήταν 5 Νοεμβρίου του 1902, ημέρα Τρίτη. Είχαν περάσει δύο και παραπάνω ημέρες από το έγκλημα, οι φήμες εναντίον της Ελλάδας είχαν οργιάσει και ο Κόχλερ δεν είχε ακόμη βρεθεί. Οι Γερμανοί συνέχιζαν να επιδίδονται σε μια ανθελληνική προπαγάνδα για την βαρβαρότητα της ελληνικής κοινωνίας.  

Την ημέρα εκείνη στις 07.30΄ το πρωί τρεις φίλοι ανέβαιναν με τον τροχιόδρομο από το Νέο Φάληρο προς τις Τζιτζιφιές. Καθόντουσαν ο ένας δίπλα στον άλλο με τον μεσαίο να έχει διάπλατα ανοιγμένη την εφημερίδα με τις υποψίες της αστυνομίας. Επρόκειτο για τους Βρέτταρο, Μανούσο Καναβαράκη και Δημήτριο Σαούτη. Ο πρώτος ήταν υπάλληλος, ο δεύτερος επιλοχίας του πυροβολικού και ο τρίτος υπηρετούσε την θητεία του ως Εύζωνας. Την εποχή εκείνη Εύζωνες εκτελούσαν υπηρεσία και σε αστυνομικά φυλάκια όταν η δύναμη δεν επαρκούσε. Μιλούσαν διαρκώς και οι τρεις τους για κάποιον παράξενο άνδρα, που δεν είχε ελληνικά χαρακτηριστικά και που τον τελευταίο καιρό, τριγυρνούσε στις Τζιτζιφιές. Και ξαφνικά ενώ έλεγαν αυτά, είδαν τον άνδρα που περιέγραφαν να περπατά δίπλα στις γραμμές του Τραμ!

Και ενώ ακόμα αυτό βρισκόταν εν κινήσει, ο Εύζωνας Δημήτρης Σαούτης πήδηξε και ακινητοποίησε τον άνδρα εκείνον, που δεν ήταν άλλος, παρά ο Γερμανός ναύτης Κόχλερ. Ο Γερμανός αμέσως ομολόγησε τον φόνο του συναδέλφου του και την αρπαγή των χρημάτων του χρηματοκιβωτίου.

Όταν οι Γερμανοί έμαθαν για την σύλληψη, ήθελαν να προσφέρουν τα λεφτά της επικήρυξης στον Έλληνα Εύζωνα. Τον κάλεσε στο γραφείο του στην Ακτή Μιαούλη ο Θωμάς Ρώτ και είχε έτοιμα πάνω στο γραφείο του 1000 χρυσά φράγκα! Όμως ο Δημήτρης Σαούτης από τη Θουρία των Καλαμών, είπε:

"Να τα βράσουνε και να τα φάνε τα λεφτά τους οι Γερμανοί! Εγώ ποτέ δεν θα δεχτώ λεφτά από ανθρώπους που βρίζουν την Ελλάδα!" 


Ο Εύζωνας Δημήτρης Σαούτης, ο άνθρωπος που έσωσε την Ελλάδα
από τη γερμανική ανεθελληνική προπαγάνδα


Όταν ο Κόχλερ μεταφέρθηκε στον Πειραιά ήρθε αντιμέτωπος με 5000 και πλέον Πειραιώτες που είχαν συγκεντρωθεί για να τον αποδοκιμάσουν. Σαν από έργο Θείας Δικαιοσύνης την ίδια στιγμή γινόταν η κηδεία του θύματος, του ναύτη Μπρίτσκι. Το φέρετρό του ήταν σκεπασμένο με την αυτοκρατορική σημαία της Γερμανίας ενώ εκτός του ελληνικού αγήματος, απέδιδαν τιμές και αγήματα ξένων πολεμικών που τότε ναυλοχούσαν στον Πειραιά, αγήματα του Ρωσικού, του Γαλλικού και του Αυστριακού ναυτικού. Επίσης ήταν και οι 500 εργάτες των ναυπηγείων του Βασιλειάδη. 


Ο Γερμανός ναύτης Κόχλερ


Ο Κόχλερ στην συνέχεια παραδόθηκε από τις ελληνικές αρχές στην δικαιοδοσία των ομοεθνών του και βρέθηκε έγκλειστος στα αμπάρια του πλοίου που άλλοτε υπηρετούσε ως φρουρός. Το "Λορελάϋ" όταν επισκευάστηκε, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη όπου ο Κόχλερ καρατομήθηκε. Ο ίδιος ο Κάιζερ εξέφρασε δυσφορία για την έχθρα της ελληνικής κοινής γνώμης που απέδωσε σε λάθος χειρισμούς του Γερμανού Κυβερνήτη τον οποίο αντικατέστησε. Έγιναν απόπειρες να αποκατασταθεί η φήμη της Γερμανίας, όμως το μένος εναντίον των υβριστών της Ελλάδας έκαιγε ακατάπαυστα.


Προσπάθεια εκ μέρους του Λιμεναρχείου Πειραιά να ομαλοποιήσει
την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί


Το ελληνικό γόητρο αποκαταστάθηκε. Τα γεγονότα του Πειραιά γρήγορα ξεχάστηκαν καθώς ευθύς αμέσως κυριάρχησαν οι διαδηλώσεις και οι συμπλοκές των βουλευτικών εκλογών του 1902, που έφεραν τον Δεληγιάννη πρωθυπουργό. Οι Θεοτοκικοί είχαν απολέσει από την εκλογική τους δύναμη όλα τα χωριά της Αττικής, καθώς λίγο πριν είχε γίνει απόπειρα μετάφρασης του Ευαγγελίου στην δημοτική και οι απλοϊκοί χωρικοί έριχναν φταίξιμο στον Θεοτόκη. Υποστηρικτής του δεύτερου ήταν και ο Σκωτσέζος Πειραιώτης Τζων Μακ Ντούαλ, ιδιοκτήτης επίσης Ναυπηγείων, ανταγωνιστής του Βασιλειάδη!

Η κατηγόρια των Γερμανών σε βάρος του Βασιλειάδη, μετά τη σύλληψη του Κόχλερ, γύρισε υπέρ του και τα ναυπηγεία Βασιλειάδη έγιναν δημοφιλέστερα από εκείνα του Μακ Ντούαλ. Ο Δεληγιάννης χρωστούσε την εκλογή του έστω και ελάχιστα στον δολοφόνο Κόχλερ!

Σημ.: Για την ελληνική απόδοση του γερμανικού ονόματος του πλοίου LORELEY, ακολουθήθηκε ο τρόπος αναγραφής του, στις περισσότερες εφημερίδες της εποχής.  

Ο Πειραιάς του Άγγελου Κοσμή

Άγγελος Κοσμής (1879 - 1951)


Ο Άγγελος Κοσμής γεννήθηκε το 1879 στη Βράϊλα της Ρουμανίας από Σιφνιούς γονείς και πέθανε στη Σίφνο το 1951. Αν και γεννήθηκε στη Ρουμανία, σε ηλικία μόλις πέντε ετών (το 1884), οι γονείς του τον πήραν και επέστρεψαν στη Σίφνο. Δεν έμειναν όμως ούτε εκεί για πολύ και γρήγορα βρέθηκαν στον Πειραιά, καθώς ο πατέρας του αποφάσισε να ανοίξει μαγαζί. 

Ο Άγγελος σπούδασε στη Νομική Αθηνών και εργάσθηκε ως δικηγόρος στον Πειραιά. Γρήγορα βρέθηκε να κάνει παρέα με τους Λάμπρο Πορφύρα και Παύλο Νιρβάνα, αφού πρώτα εμφανίστηκε να αρθρογραφεί σε λογοτεχνικές στήλες περιοδικών και εφημερίδων της εποχής. Δεν υπήρχε Πειραιώτης λογοτέχνης που ο Κοσμής δεν ήταν φίλος ή δεν έκανε παρέα, ιδιαίτερα με όλους εκείνους τους Πειραιολάτρες που είχαν καταγωγή από τη Σίφνο, όπως ήταν ο Ιάκωβος Δραγάτσης αλλά και ο Τσελεμεντές στο Νέο Φάληρο. Ακόμη ήταν φίλος και με  τον Α. Προβελέγγιο που ήταν επίσης Σιφνιός και στον οποίο είχε αφιερώσει πολλά από τα έργα του. 

Τα βιβλία του έχουν ως κέντρο αφενός το νησί του τη Σίφνο (Του νησιού μου - 1907) αλλά και τη δεύτερη πατρίδα του τον Πειραιά (Περασμένα κι αλησμόνητα - Πειραϊκές αναμνήσεις - 1938). Στο βιβλίο του "Του νησιού μου" ο Κοσμής διασώζει πλήθος ιστοριών από ένα κόσμο που χάνεται, ενώ στο "Περασμένα κι αλησμόνητα" δείχνει ξεκάθαρα πως αναμασά την ιστορία του Πειραιά, αλλά την παρουσιάζει μέσα από προσωπικά του βιώματα και αναμνήσεις.

Υπαίθρια αγορά στην Πλατεία Θεμιστοκλέους


Εμφανίζεται δυναμικά σε διάφορα έντυπα, με κύριους άξονες το φιλολογικό ημερολόγιο "Κυψέλη" και το περιοδικό "Εθνική Αγωγή". Στους τίτλους των έργων του γίνεται αμέσως αντιληπτά τα αισθήματα που έτρεφε ο Κοσμής για τη Σίφνο και για τον Πειραιά.




Ενδεικτικά αναφέρονται:
  • Νησιώτικη Ζωή
  • Εκ Πειραιώς (ο πρώτος που χρησιμοποίησε λογοτεχνικά αυτό τον τίτλο)
  • Τω Αριστομένει Προβελεγγίω, εν Πειραιεί (αφήγημα)
  • Το έρημο χωριό
  • Το ξώκκλησο
  • Θα γίνω θαλασσινός κ.α.

Παραθέτουμε ένα μικρό τμήμα από την πλούσια αρθρογραφία του για τον Πειραιά. Μια σύντομη περιήγηση στον Πειραιά της εποχής 1890 έως τις αρχές του εικοστού αιώνα.


Έντονη δραστηριότητα στην Πλατεία Καραϊσκάκη το 1890


"Γύρω στο Πασαλιμάνι υπήρχαν διάφορα μικρομάγαζα σε αραιές αποστάσεις, στα οποία προσεφέρετο ντοματοσαλάτα και τσίρος. Ένας καραγκιόζης κάθε βράδυ έτερπε το φιλοθεάμον κοινό και ο σημερινός γραφικός όρμος ήταν τότε γεμάτος από τους λόφους των φυκιών που έστελναν το βαρύ τους άρωμα στην γύρω περιοχή. 

Ο όρμος δεν είχε παρά το λεμβαρχείο του Ομίλου Ερετών και μερικές μπανιέρες. Στην πλατεία του Πασαλιμανίου υπήρχαν μερικά καφενεδάκια κι ένα πάλκο όπου κάθε βράδυ χόρευαν διάφορες αρτίστριες. Η μπανιέρες μια νύχτα συνετρίβησαν από τη δυνατή σοροκάδα και το βράδυ επίσης ένα βράδυ καταργήθηκε από έλλειψη πελατείας.

Η Καστέλλα και το Τουρκολίμανο είχαν μερικά μαγαζάκια, όπου προσεφέροντο αυγά, τυρί και κρύο νερό. Γύρω υπήρχε μόνο η Έπαυλις του Κουμουνδούρου, και προς το βουνό του Προφήτη Ηλία, μόνο στη βάση του κάποια σπιτάκια που έδιναν την εικόνα του .... Σουλίου. 

(Φωτογραφία Αφοι Ρωμαΐδη - 1885)

Στην κορυφή δεν υπήρχε παρά η Σπηλιά της Αρετούσας, για την οποία έλεγαν ότι έφθανε μέχρι την Ακρόπολη, κι όπου κανείς δεν ζύγωνε γιατί είχαν δημιουργηθεί ένα σωρό θρύλοι. Υπήρχε και το ναΐδριο όπου κάθε Πάσχα... απηγχονίζετο και ετυφεκίζετο ο Ιούδας και γύρω άπειροι απέραντοι βραχότοποι.

Σπάνια φωτογραφία που δείχνει την είσοδο της σπηλιάς Αρετούσας
ισοπεδωμένη από χώματα και μπάζα

Προς το μέρος της Ακτής Αλκίμων άλλη ερημιά. Υπήρχε εκεί το εξοχικό μαγαζάκι του Ξαβέριου Στέλλα. Το όνομα τούτου έμεινε έκτοτε συνδεδεμένο με την Ακτή. Και πιο πέρα το Βασιλικό Περίπτερο, ένα ωραιότατο πευκόφυτο κτήμα δίπλα στη θάλασσα όπου κατέβαινε συχνά η βασιλική οικογένεια κι έκανε τον περίπατό της. 

Το Βασιλικό περίπτερο, ανακαινισμένο διασώζεται μέχρι σήμερα, χωρίς να βρίσκεται όμως στο κέντρο ενός τεράστιου πευκοδάσους, αλλά ενός γιγαντιαίου χώρου στάθμευσης!


Ο Άη Βασίλης της Φρεαττύδας, ήταν μια εκκλησία που είχε κτίσει ένας κλητήρας ο Βασίλειος Βασιλάκης, θαμμένος πίσω από το ιερό. 
Γύρω της λίγες μόνο καλύβες. Κι εκεί όμως κάθε Πάσχα, εκρεμάτο και ετυφεκίζετο το ομοίωμα του Ιούδα, με επίλογο αρκετά δυστυχήματα από αδέσποτες σφαίρες. 

Στην Πλατεία Αλεξάνδρας πραγματική ερήμωση. Δεν υπήρχε μονάχα παρά το θερινό θέατρο του Τσόχα, και η μπύρα του Τσοκαρόπουλου. 

Το Νέο Φάληρο ένας λιμνότοπος, στο σημερινό σταθμό του Τροχιοδρόμου, με το μνημείο του Καραϊσκάκη από πέρα, και μερικές ενάρξεις του συνοικισμού της εταιρείας Σιδηροδρόμου.

Το καλοκαίρι είχε κάποια κίνηση. Σε ένα ξύλινο πρόχειρο θέατρο, πολλές φορές έφταναν κι έπαιζαν ξένοι μελοδραματικοί θίασοι. Από το σιδηροδρομικό σταθμό και πέρα υπήρχαν μόνο εργοστάσια, και πιο εκεί ατέρμονα χωράφια και γρασίδια, όπου πολλοί πήγαιναν για να μαζέψουν χόρτα ή μετέφεραν εκεί τις κατσίκες τους για να βοσκήσουν. 

Η Κοκκινιά ήταν μια περιοχή από περιβόλια. Την πρωτομαγιά πολλοί πήγαιναν να την εορτάσουν κοντά της. Μόνο μερικοί περιβολαρέοι και τσοπάνηδες με λερές φουστανέλλες ήταν οι μόνιμοι κάτοικοί της. Φρουροί άγρυπνοι τα τσοπανόσκυλά τους, που δεν επέτρεπαν και τόσο την ελεύθερη κυκλοφορία.

Ο Άη Διονύσης ήταν το σημείο πέραν του οποίου θα μπορούσε να γράψει κανείς "Μη περαιτέρω". Έως εκεί έφθαναν οι παλαιοί Πειραιώτες και μόνο σκοπό να αποθέσουν τους πεθαμένους τους. Θεωρείτο τότε ότι ήταν τόσο μακριά το νεκροταφείο του Αγίου Διονυσίου, ώστε όταν είχε ληφθεί η απόφαση της δημιουργίας του, είχε προκληθεί πανπειραϊκή εξέργερση κατά του Δημάρχου Ρετσίνα!

Το Κερατσίνι, τα Ταμπούρια, το Καστράκι, η Κρεμμυδαρού, ήταν τόποι που ενδιέφεραν μόνο τους βοσκούς και τους αρχαιολόγους. Εκεί ήταν τα περισσότερα καταφύγια των χασισοποτών και οι "τεκέδες" που τους διεύθυναν οι τρομερότεροι κακοποιοί της εποχής εκείνης. Μόνο στο λιμανάκι της Κρεμμυδαρούς υπήρχαν τα μπάνια του Πρεβεδούρου. 

Παιδιά κάθονται στην κορυφή του Πύργου της Ηετειώνειας Ακτής (Καστράκι). Στην βάση του είναι ασβεστωμένος κατά τις συνήθειες της εποχής. Σχεδόν εφαπτόμενα σπίτια κατασκευασμένα με πρόχειρα υλικά.


Αλλά περιοχές που ήταν επίσης ερημικές ή κατάλληλες για εκδρομές και περιπάτους ήταν και από την άλλη πλευρά του Πειραιά η Έπαυλις του Σκουλούδη που αποτελούσε ένα πραγματικό ορόσημο. Πέρα του σημείου εκείνου δεν αποτολμούσε κανείς να ξεμυτίσει. Οι ακτές της Πειραϊκής χερσονήσου πριν ακόμη οικισθούν και γίνει ο συνοικισμός της Νέας Καλλίπολης, ήταν παντέρημοι. Μοναδικοί της κάτοικοι οι χασισοπότες και οι χασικλήδες, οι αντάμηδες που τελείως ανενόχλητοι είχαν εγκατασταθεί μόνιμα στις σπηλίες της και ρουφούσαν το χασίς. Τεκέδες μέσα σε σπηλίες και τίποτα άλλο.

Λίγο πιο κάτω από του Σκουλούδη, υπήρχε μια παράγκα, στην οποία υπήρχε μια επιγραφή που έγραφε "ψυχής ιατρείον", πρόχειρο κέντρο αναψυχής για τους λάτρεις των Πειραϊκών ακτών και τους ερωτευμένους. Εκεί ένα καλοκαιρινό πρωινό του 1898 ο καταστηματάρχης Βάσος Σοροβίγκας, βρέθηκε σκοτωμένος μέσα στο μαγαζί του. Οι ύποπτοι τύποι της Πειραϊκής είχαν απαλλαγεί από την παρουσία του!

Τέλος απέναντι από το Ναυτικό Νοσοκομείο υπήρχε το κέντρο του Νίκου Λελούδα που ήταν φύλακας στο κοντινό αρχαίο θέατρο και με τα χρόνια είχε εξελιχθεί σε επιχειρηματία. 

Το Ναυτικό Νοσοκομείο Πειραιώς (πρώην Ρωσικό)



Πηγές:
 Εθνικόν Ημερολόγιον, Σκόκος Κωνσταντίνος
Νεοελληνική εικονιστική προσωπογραφία
Αρχείο ψηφιακών Εφημερίδων Βουλής των Ελλήνων
Εθνικό Κέντρο Βιβλίου

Ίδρυμα Αλέξανδρου Ζαχαρίου (Έπαυλις Ζαχαρίου)


Του Στέφανου Μίλεση

Ο Αλέξανδρος Ζαχαρίου σπούδασε στην Ζυρίχη, εργάστηκε στην Γερμανία, ήρθε στην Ελλάδα το 1898 και δημιούργησε την πρώτη στην Ελλάδα "Τεχνική Εταιρεία Αλέξανδρου Ζαχαρίου και Σια" αλλά και την γνωστή οικοδομική εταιρεία "Τέκτων".

Αν και δεν είχε σχέση με τον Πειραιά, τον Αύγουστο του 1910 μαγεμένος από το όμορφο περιβάλλον της Καστέλλας αγόρασε εκεί (με συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Αθηνών Π. Γενοβέλη) έκταση 4.351 τ. πήχεων αντί του ποσού των 15.000 δραχμών, από τον προηγούμενο ιδιοκτήτη Αλέξανδρο Σούτσο.

Η γυναίκα του η Αυγούστα καθώς ήταν γερμανικής καταγωγής μαγεύτηκε από το απέραντο της θάλασσας και ζήτησε από τον άνδρα της να κατασκευάσει έπαυλη ως μόνιμη κατοικία. Ωστόσο στην περιοχή εμφανίζονταν ελάχιστα και η μόνη ζωή που φαινόταν στην Έπαυλη ήταν μια γυναίκα που εκτελούσε χρέη υπηρεσίας η γνωστή τότε Γιαννούλα (επρόκειτο για την Γιαννούλα Αντωνοπούλου).

Η θέση της έπαυλης Ζαχαρίου κυριολεκτικά "πάνω στο κύμα"
 το είχε μετατρέψει σε μοναδικό ακίνητο


Ο Αλέξανδρος Ζαχαρίου πέθανε στις 27 Ιουνίου 1938, αφήνοντας κληρονόμο την Γερμανίδα σύζυγό του Αυγούστα. Ωστόσο στην διαθήκη που είχε συντάξει προ του θανάτου του (στις 12 Μαρτίου 1937) έγραφε:

"Εκφράζω την ζωηράν μου επιθυμίαν και παρακαλώ την αγαπητή μου σύζυγον και κληρονόμο μου, όπως, εάν και εφόσον αυτή θελήση και κρίνη σκόπιμον: 1) Να διαθέση την εν Πειραιεί (Καστέλλα) και επί της λεωφόρου Φαλήρου 77 κειμένην οικίαν μου δια τον μετά θάνατόν της χρόνον, ως άσυλον υπέρ πνευματικώς εργαζομένων απόρων και κατ΄ εξοχήν Ελλήνων Καλλιτεχνών, ως μουσικών, ζωγράφων, ποιητών, φιλοσόφων κ.λ.π. και ως τόπον συνεντεύξεως και ολιγοχρόνου διαμονής των...".

Δηλαδή εξέφραζε την επιθυμία η γυναίκα του Αυγούστα, όταν αυτή κρίνει σκόπιμο, να διαθέσει την όμορφη Έπαυλη της Καστέλλας, στην Λεωφόρο Φαλήρου 77 όπως καλείτο τότε, να προσφερθεί ως καταφύγιο στους Καλλιτέχνες και στους Πνευματικούς ανθρώπους. 

Η σύζυγός του Αυγούστα Ζαχαρίου με την σειρά της συνέταξε δεύτερη διαθήκη μέσα στα δύσκολα χρόνια της κατοχής, στις 18 Δεκεμβρίου 1942, με την οποία εκτελούσε την επιθυμία του συζύγου της αλλά και την δική της.

"Επειδή θα υποβληθώ σήμερα εις εγχείρησιν και δεν γνωρίζω την έκβασίν της, συντάσσω την διαθήκη μου. Συμφώνως προς την επιθυμία του αγαπητού καλού μου συζύγου μου και την ιδικήν μου επιθυμίαν, εγκαθιστώ ως γενικόν κληρονόμον το ακόλουθον ίδρυμα, το οποίον συνιστώ συγχρόνως δια της παρούσης διαθήκης. Το ίδρυμα θα φέρει την ονομασίαν "Ίδρυμα Αλέξανδρου Δ. Ζαχαρίου", υπέρ πνευματικώς εργαζομένων και θα πληροί τον σκοπόν, τον οποίον επακριβώς καθώρισε εις την διαθήκην του την 12η Μαρτίου του 1937 ομού, ως εκτελεστάς δε της διαθήκης ορίζω τους κυρίους Μαρίνο Γερουλάνο, Πέτρο Γουναράκη (Δικηγόρο), Γεώργιο Ζωϊόπουλο (Μηχανικό, Διευθυντή της Α.Ο.Ε. "Τέκτων"), τους οποίους εξουσιοδοτώ να πράξουν ότι θεωρούν ορθόν, προς εκπλήρωσιν του σκοπού του ρηθέντος ιδρύματος.......Αυτή είναι η τελευταία μου θέλησις, την οποίαν έγραψα ιδιοχείρως και υπέγραψα σήμερον την 18η Δεκεμβρίου 1942
Αυγούστα Αλεξ. Ζαχαρίου"

Και όντως η διαίσθηση της Αυγούστας Ζαχαρίου ήταν πραγματική, καθώς τέσσερις ημέρες μετά την σύνταξη της διαθήκης πέθανε (21 Δεκεμβρίου 1942)! 

Έτσι λοιπόν συνεστήθη το "Ίδρυμα Αλεξάνδρου Δ. Ζαχαρίου" που σκοπό είχε την διαχείριση της Έπαυλης του επιχειρηματία Ζαχαρίου, υπέρ των απόρων καλλιτεχνών και πνευματικών ανθρώπων. Όμως τα πρόσωπα που διαχειρίζονταν την τύχη του ιδρύματος ήταν τα διευθύνοντα στελέχη της εταιρείας "Τέκτων".

Το ίδρυμα Ζαχαρίου είχε ταυτίσει τόσο πολύ την τύχη του με την εταιρεία "Τέκτων" που ακόμη και τα ποσά που προβλέπονταν για την κάλυψη  της  εύρυθμης λειτουργίας του, προέρχονταν από τα κέρδη των 40.000 μετοχών της Τεχνικής Εταιρείας "Τέκτων", ένα προσωπικό δημιούργημα του δωρητή Αλέξανδρου Ζαχαρίου. 

Η Έπαυλη Ζαχαρίου ήταν γνωστή για την όμορφη κατασκευή της καθώς και για τον μαγευτικό της κήπο, στην πιο όμορφη ίσως τοποθεσία της Καστέλλας. Ήταν τόσο όμορφη ώστε αμέσως τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής την επίταξαν για τον στρατωνισμό ανώτερων αξιωματικών. Στα γεγονότα της απελευθέρωσης η θέση της βίλλας δεν άφησε ασυγκίνητους ούτε τους Ελασίτες που επίσης την κατέλαβαν και εγκατέστησαν εκεί το στρατηγείο τους για σύντομο χρονικό διάστημα.

Ακολούθησε η επίταξη της Έπαυλης από τους Άγγλους Αξιωματικούς, που ούτε λίγο ούτε πολύ έμειναν εκεί μέχρι το 1952! Αλλά και μετά χωρίς λόγο η έπαυλη συνέχιζε να είναι αδρανής έως το 1955, παρά το γεγονός ότι ανήκε στην διαχείριση του "Ιδρύματος Ζαχαρίου"! 

Μέχρι τότε φυσικά η θέληση του Αλέξανδρου Ζαχαρίου και της γυναίκας του Αυγούστας δεν είχε υλοποιηθεί, αλλά ούτε και οι σκοποί του ιδρύματος είχαν εκπληρωθεί. 


Στο μεταξύ από το έτος 1946 η εταιρεία "Τέκτων" βρέθηκε σε εκκαθάριση με δικαστική απόφαση. Με αυτή την απρόοπτη εξέλιξη η οποία δεν είχε προβλεφθεί από τον δωρητή, όσο ήταν αυτός εν ζωή, το Ίδρυμα -που ουδεμία σχέση είχε με την εταιρεία- βρέθηκε αφενός χωρίς οικονομικούς πόρους μη δυνάμενο να καλύψει την λειτουργία του, αφετέρου ο στιγματίστηκε ο ευγενής σκοπός του καθώς η κατηγορία για μια εταιρεία που δεν το αφορούσε (την εταιρεία "Τέκτων")  

Έπρεπε να αναμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης, ώστε να περιέλθει τουλάχιστον σε αυτό, η διαχείριση της ακίνητης περιουσίας που θα έμενε μετά την εκκαθάριση. Το 1957 ένα ακίνητο της εταιρείας "Τέκτων" στην οδό Πειραιώς απαλλοτριώθηκε από το Δημόσιο έναντι 9 εκατομ. δραχμών, από τα οποία το Ίδρυμα έλαβε μόλις δύο εκατομ. δραχμές. 

Με αυτά το Δ.Σ. εκτιμούσε ότι με τα χρήματα αυτά μπορούσε να κάνει μετατροπές στην Έπαυλη, με τέτοιο τρόπο, ώστε το Κεντρικό Κτίριο να χρησιμοποιηθεί για την οργάνωση διαλέξων και εκθέσεων ώστε να παράγει έσοδα υπέρ του Ιδρύματος, ενώ στους ξενώνες θα μπορούσαν να φιλοξενηθούν άποροι καλλιτέχνες για πέντε χρόνια.

Πραγματικά το Διοικητικό Συμβούλιο της Ιδρύματος πέτυχε το 1966 να επισκευάσει ριζικά την Έπαυλη καθώς και να κάνει όλες τις μετατροπές που απαιτούντο για να ξεκινήσει η φιλοξενία. 

Η Έπαυλη Ζαχαρίου. Μια όμορφη κατασκευή δίπλα στο κύμα της θάλασσας!

Και ενώ φαινόταν πως επιτέλους το "Ίδρυμα Ζαχαρίου" θα πετύχαινε τους σκοπούς για τους οποίους είχε συσταθεί, στο 1967 αναλαμβάνει Δήμαρχος Πειραιά ο Σκυλίτσης που στην ουσία αναλαμβάνει την τύχη της Έπαυλης. 

Αλλάζει τον χαρακτήρα της διαθήκης και της θέλησης του Αλέξανδρου Ζαχαρίου και ανακοινώνει πως την θέση της έπαυλης θα καταλαμβάνει μια μοντέρνα κατασκευή που θα φέρει την ονομασία "Πνευματικό Κέντρο Πειραιώς".

Στο μεταξύ η παραλία μπαζώνεται και η έκταση του Ζαχαρίου από παραθαλάσσια μετατρέπεται σε ηπειρωτική! Η νέα Ακτή που προκύπτει μπροστά ονομάζεται Ακτή Πρωτοψάλτη. 

Το 1971 ξεκινά η ανέγερση μιας τεράστιας τσιμεντοκατασκευής αφού δυστυχώς γκρεμίζεται άνευ ελέγχου η πανέμορφη Έπαυλη Ζαχαρίου. Υπολογίζεται πως το ποσό θα ανέρχεται σε δέκα εκατομμύρια δραχμές!

Και επειδή ο Δήμος Πειραιώς δεν διαθέτει αυτό το ποσό, ο Δήμαρχος της επταετίας υπολογίζει να καλύψει τα έξοδα, δια της πώλησης των καλλιτεχνικών έργων και των κοσμημάτων που βρίσκονται εντός του Ιδρύματος! Ωστόσο αφήνει στο ίδρυμα δήθεν την διαχείριση του νέου κτηρίου, όχι όμως όλου, αλλά ενός μικρού μέρους του, εκείνου όπου διαθέτει κάποια δωμάτια για τη διαμονή απόρων καλλιτεχνών που στον αριθμό θα φτάνουν μόνο τους δέκα! Δηλαδή από ένα κτήριο που υπολογίζεται να διαθέται αίθουσες εκδηλώσεων, προβολών και εκθέσεων 400 ατόμων χωρητικότητας η κάθε μια, μόνο 7 - 10 άποροι καλλιτέχνες θα μπορούν να φιλοξενηθούν!

Η τσιμεντοκατασκευή του Σκυλίτση που αντικατέστησε την πανέμορφη έπαυλη Ζαχαρίου το 1973.
Έκτοτε έμεινε στην ίδια κατάσταση

Τα 10.000.000 δρχμές που στοίχιζε το υπερμοντέρνο κατά την παρουσίαση της εποχής οικοδόμημα του αρχιτέκτονα Ι. Λιάπη, ο Σκυλίτσης υπολόγιζε να τα εισπράξει από:

1. Χρεώγραφα που ήταν κατατεθειμένα στην Εθνική Τράπεζα.
2. Τεράστιες συλλογές γραμματοσήμων του Αλέξανδρου Ζαχαρίου.
3. Τα κοσμήματα της Αυγούστας Ζαχαρίου που ήταν φυλαγμένα επίσης στην Εθνική Τράπεζα.
4. Τα πολύτιμα έπιπλα και έργα τέχνης που υπήρχαν εντός της επαύλης.
5. πώληση πευκόφυτης έκτασης 300 στρεμμάτων στο Λουτράκι.
6. 62 πίνακες ζωγραφικής μεγάλης αξίας που υπήρχαν στην Εθνική Πινακοθήκη.

Και το ένα κακό διαδέχονταν το άλλο καθώς ο Σκυλίτσης έφυγε χωρίς το έργο να έχει υλοποιηθεί, αφήνοντας μια ακόμη ημιτελής κατασκευή μπετόν στον Πειραιά. Σημειώνουμε πως εκτός του γιαπιού του Ζαχαρίου στην Καστέλλα, ο Σκυλίτσης άφησε στα μπετά, τον ουρανοξύστη φάντασμα στο λιμάνι του Πειραιά, το ημιτελές κτήριο της Ραλλείου στην Πλατεία Κοραή, ενώ γκρέμισε και το σύμβολο της πόλης το θρυλικό ρολόι.

Βέβαια από τότε έως σήμερα έχουν περάσει 41 περίπου χρόνια αδράνειας και αδιαφορίας. Και αν υπάρχει αμφιβολία για αυτό, αρκεί να περάσετε από την Καστέλλα να δείτε από κοντά, πως και η αδιαφορία μπορεί να έχει μνημεία!

Ιστορία Δημοτικού Κινηματογράφου Σινεάκ στον Πειραιά. Τα απίστευτα εγκαίνια, μιας παγκόσμιας πρεμιέρας!

Δημοτικό Σινεάκ
 (Φωτογραφία από αρχείο Τάκη Ζηλάκου)



Του Στέφανου Μίλεση

Το 1969 τέθηκαν τα θεμέλια για το κτήριο που στεγάζεται σήμερα το Δημαρχείο Πειραιά. Τότε οι περισσότεροι το αποκαλούσαν "προσωρινό Δημαρχείο" καθώς για μόνιμο πίστευαν πως θα υπάρξει, εκείνο που θα ανεγειρόταν στην θέση της κατεδαφισμένης Ραλλείου και που σήμερα είναι γνωστό ως το "Γιαπί της Ραλλείου".

Στα σχέδια του κτηρίου προβλεπόταν αρχικά, από την οδό Καραΐσκου (που τότε δεν ήταν πεζόδρομος) να υπάρχει είσοδος στο υπόγειο χώρο στάθμευσης (Parking) του Δημαρχείου. Αυτός ο χώρος του υπόγειου (Parking) τελικώς εξελίχθηκε σε χώρο προς δημοτική εκμετάλλευση. 


Το Δημαρχείο στο υπόγειο του οποίου λειτουργεί
ο κινηματογράφος ΣΙΝΕΚ στον Πειραιά

Αρχικά η σκέψη που επικράτησε ήταν να ενοικιασθεί αντί 500.000 δραχμών μηνιαίως. Κρίθηκε όμως πως η χρησιμότητα για τον Πειραιά θα ήταν πολλαπλάσια εάν αντί ενοικίου ο χώρος χρησιμοποιείτο ως χώρος Εκθέσεων.


Στις 16 Νοεμβρίου 1971 ο Σκυλίτσης σε συνέντευξη τύπου που έδινε με θέμα την κατεδάφιση της έπαυλης Ζαχαρία στην Καστέλλα, ανακοίνωσε για πρώτη φορά την μετατροπή του χώρου σε Δημοτική Κινηματογραφική αίθουσα! Ως χρόνος έναρξης λειτουργίας της, ορίσθηκε ο Ιανουάριος του 1972.


Αρχικώς η πρώτη έκθεση ήταν Ταπήτων της Βασιλικής Πρόνοιας. Στην συνέχεια στις 2 και 3 Ιανουαρίου 1970 ήταν προγραμματισμένη η Έκθεση Παιδικού Βιβλίου. Αφού έλαβαν χώρα πλήθος άλλων εκθέσεων, εν συνεχεία τέθηκε η ιδέα για μετατροπή του σε κινηματογράφο. 
  
Κλήθηκε μάλιστα και ο ζωγράφος - σκηνογράφος Άγγελος Αντωνόπουλος ο οποίος και άρχισε να φιλοτεχνεί τις τοιχογραφίες που θα διακοσμούσαν τον κινηματογράφο.


Οι διακοσμήσεις του κινηματογράφου είναι φιλοτεχνημένες
από τον Άγγελο Αντωνόπουλο 

Στις 18 Δεκεμβρίου 1971 έγιναν τα εγκαίνια First National City Bank που στεγάσθηκε στον ισόγειο χώρο του Δημαρχείου, δίπλα ακριβώς από τον υπόγειο χώρο του ΣΙΝΕΑΚ



Στις 18 Δεκεμβρίου 1971 έγιναν τα εγκαίνια First National City Bank

Όμως έχει ήδη φτάσει Μάιος του 1972 και ενώ η κινηματογραφική αίθουσα ήταν ήδη έτοιμη δεν είχε αρχίσει ακόμη την λειτουργία της! Τότε σε νέα συνέντευξη τύπου για θέματα που αφορούσαν την αντικατάσταση των παλαιών ξύλινων περιπτέρων με νέων από αλουμίνιο, ο Σκυλίτσης ανέφερε πως ετοίμασε ένα "δώρο" για τη νεότητα της πόλης του Πειραιά. Θα λειτουργούσε από τη νέα σαιζόν, παιδικός κινηματογράφος, που θα έφερε τον τίτλο "ΣΙΝΕΑΚ" με ελεύθερη είσοδο για όλα τα παιδιά. Μάλιστα το σύνθημα ήταν:
 "Δωρεάν ψυχαγωγία για τα Πειραιωτόπουλα!" 


Παρόλα αυτά το ΣΙΝΕΑΚ στον Πειραιά, ξεκίνησε λοιπόν την λειτουργία του τον Φεβρουάριο του 1974!


Εγκαίνια με μια Παγκόσμια Πρεμιέρα:




Ο κινηματογράφος Σινεάκ εγκαινιάσθηκε ημέρα Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 1974, με μια προβολή ταινίας που θα άρχιζε στις 8.30 το βράδυ, που είχε τίτλο:


 "Κάποτε ήταν ένας παλιάνθρωπος". 

Επρόκειτο για μια ταινία του Ελληνοαμερικανού Τζαίημς Έλλιοτ. Για την ταινία αυτή δόθηκε η πληροφορία ότι είχε συμμετάσχει στο φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης, ένα έτος πριν, δηλαδή το 1973, ουδέποτε όμως είχε παιχθεί στους κινηματογράφους κι έτσι χαρακτηρίστηκε ως "Παγκόσμια Πρεμιέρα". 

Στην ουσία επρόκειτο για μια ταινία που δεν είναι καν καταγεγραμμένη, ούτε στις βιογραφίες των ηθοποιών που έπαιξαν! Μάλιστα με τον ίδιο τίτλο (στα αγγλικά The was a Crooked Man) το 1970 είχε κυκλοφορήσει ταινία με πρωταγωνιστές τους Κέρκ Ντάγκλας και Χένρι Φόντα!


Στο μέσο ο Ελληνοαμερικανός Τζέημς Έλλιοτ,
ανάμεσα στον εφοπλιστή Ανδρέα Ποταμιάνο (αριστερά)
και στον αναπληρωτή Νομάρχη Πειραιώς Βοΐλα.


Η ταινία αυτή επρόκειτο αρχικά να παιχθεί για πρώτη φορά στο Κρουαζιερόπλοιο "ΑΤΛΑΣ" της Ηπειρωτικής ατμοπλοΐας, ενώ στη συνέχεια είχε προγραμματισθεί κρουαζιέρα για τους παράγοντες της ταινίας. 

Η παρουσίαση αυτή όμως αναβλήθηκε καθώς με τη μεσολάβηση του Σκυλίτση και τη σύμφωνη γνώμη του επιχειρηματία Β. Λαμπίρη, που είχε αναλάβει την εκμετάλλευση της ταινίας, η ταινία ανέβηκε στα εγκαίνια του κινηματογράφου Σινεάκ στον Πειραιά.



Αναγγελία έναρξης λειτουργίας του ΣΙΝΕΑΚ, για τις 4 Φεβρουαρίου 1974. Υπέρτιτλος: Παγκόσμιος Πρεμιέρα στον Πειραιά.

Ο Σκυλίτσης εξέρχεται του Σινεάκ ύστερα από τα εγκαίνια λειτουργίας του.


Η "παγκόσμια πρεμιέρα" λοιπόν, σχεδόν οργανώθηκε από την εφοπλιστική επιχείρηση "Ηπειρωτική" του Ανδρέα Ποταμιάνου, ήταν η πρώτη προβολή της αίθουσας Σινεάκ στον Πειραιά. Αμέσως μετά όμως η "Ηπειρωτική" δεν έχασε την ευκαιρία, να προβάλλει μικρό ντοκυμανταίρ με τα ταξίδια του "ΑΤΛΑΣ" στα παράλια της Τουρκίας και στα νησιά του Αιγαίου. 

Στην αίθουσα του Σινεάκ κυρίαρχη θέση είχε η Κάτι Χιουράντο, πρωταγωνίστρια της ταινίας. Ωστόσο εντύπωση προκάλεσαν δύο στοιχεία. Το πρώτο ήταν πως αν και στην ταινία κυρίαρχο ρόλο είχε ο Τίτος Βανδής, δεν παρευρέθηκε αλλά ούτε κι αναφέρθηκε από κανέναν η παρουσία του στην αίθουσα, καθώς ήταν γνωστός για τις αριστερές πεποιθήσεις του. Το δεύτερο ήταν, η σχεδόν άδεια αίθουσα, καθώς η είσοδος επιτρεπόταν μόνο κατόπιν πρόσκλησης.


Η πρωταγωνίστρια Κάτι Χιουράντο είναι η πρώτη από αριστερά,
σε μια αίθουσα που ήταν σχετικώς άδεια από θεατές.


Η Μεξικάνα πρωταγωνίστρια Κάτι Χουράντο

Η Κάτι Χουράντο (Katy Jurado) διάσημη ηθοποιός του Μεξικού είχε πετύχει την αναγνώρισή της στις Η.Π.Α. τις δεκαετίες του '50 και του ΄60, παίζοντας σχεδόν με όλα τα μεγάλα ονόματα του Χόλιγουντ.

Μετά το τέλος της ταινίας ακολούθησε δεξίωση στο Δημαρχείο Πειραιά.


Από την δεξίωση στο Δημαρχείο, αμέσως μετά το τέλος της παράστασης


Η πορεία του Σινεάκ:

Για εννέα χρόνια, μέχρι το 1983 λειτούργησε αποκλειστικά ως παιδικός Δημοτικός κινηματογράφος. Κατά μια έννοια δηλαδή ουδέποτε υπήρξε πραγματικό "ΣΙΝΕΑΚ" σύμφωνα με την έννοια του όρου, αλλά περισσότερο ως "Κινηματογράφος του Ντίσνεϋ"!

Κατεβαίνοντας μάλιστα την κεντρική σκάλα εισόδου, κυριαρχούσε μια τεράστια φιγούρα με το κεφάλι του Μίκι Μάους, που εντυπωσίαζε όλους του μικρούς! Έτσι άπαντες ανήλικοι και ενήλικοι βρέθηκαν να έχουν ταυτίσει τον όρο ΣΙΝΕΑΚ με τον παιδικό κινηματογράφο, ταύτιση που φυσικά δεν ήταν ορθή.


Από το 1983 και μετά, ανέβαζε έργα όλων των ειδών, ενώ σήμερα είναι ο μόνος Δημοτικός Χειμερινός Κινηματογράφος που απέμεινε στον Πειραιά, αφού ο άλλος επίσης Δημοτικός από το 1992, ήταν ο κινηματογράφος  ΑΤΤΙΚΟΝ (με έναρξη λειτουργίας από το 1962). 


Περί της ονομασίας ΣΙΝΕΑΚ:    


Η ονομασία αποτελεί συντομογραφία της Cine Actualite (κοινώς το κινηματογραφικά επίκαιρα) που επικράτησε ως CINEAC στο εξωτερικό και ΣΙΝΕΑΚ στην Ελλάδα. Αν και ο όρος ταυτίστηκε στην χώρα μας με τον παιδικό κινηματογράφο, έκπληξη αποτελεί το γεγονός πως ουδεμία σχέση μ΄ αυτόν είχε αρχικά!

Με την ανακάλυψη του κινηματογράφου οι ειδήσεις καλύπτονταν με τα γνωστά σε όλους μας επίκαιρα. Ο κόσμος δεν αρκούνταν πλέον στην ανάγνωση ειδήσεων στις εφημερίδες αλλά ήθελε και να τις βλέπει και τις ακούει. Έτσι δημιουργήθηκαν τα κινηματογραφικά επίκαιρα, που γρήγορα έγιναν ανάρπαστα, καθώς επέτρεπαν στον θεατή να κάνει τον γύρο του κόσμου από την αναπαυτική πολυθρόνα του κινηματογράφου. Τα πρώτα CINAC δημιουργήθηκαν από εφημερίδες! Πρωτοπόρος στον τομέα υπήρξε η εφημερίδα του Άμστερνταμ "Χάντελσμλαντ" που δημιουργός του CINEAC Άμστερνταμ. 

Πάνω: Το CINEAC του Άμστερνταμ της εφημερίδας Χάντελσμλαντ το 1930
Κάτω: Το ίδιο όπως είναι σήμερα!



Στην Ελλάδα τα παγκόσμια επίκαιρα επικράτησαν να είναι ολιγόλεπτα λίγο πριν την έναρξη της ταινίας και με σκοπό κυρίως να μην χάνουν οι καθυστερημένοι την αρχή του έργου!

Έτσι λοιπόν δημιουργήθηκαν ειδικές αίθουσες προβολής ειδήσεων και επικαίρων που καθιερώθηκαν ως CINEAC (ΣΙΝΕΑΚ) και ήταν διάσημες σε όλη την Ευρώπη.

Σταδιακά όλοι ιθύνοντες των ΣΙΝΕΑΚ κατανόησαν ότι τα επίκαιρα που προβάλλουν δεν θα πρέπει να περιέχουν βία, να είναι κατανοητά και σταδιακά άρχισαν να παρουσιάζουν θέματα ώστε να είναι προσιτά σε όλους

Κάθε εβδομάδα έβγαζαν ένα πρόγραμμα με τα θέματα προς προβολή κάτι δηλαδή σαν  τα "ντοκιμαντέρ". Οι οικογένειες πλέον μπορούσαν να βλέπουν θεματικές παραγωγές απαλλαγμένες από βία, γυμνό και οτιδήποτε άλλο στοιχείο χαρακτήριζε τον λεγόμενο "ψυχρό κινηματογράφο". 

Αυτή η καταλληλότητα με τον καιρό παρεξηγήθηκε με αποτέλεσμα ο όρος ΣΙΝΕΑΚ να ταυτιστεί με το παιδικό πρόγραμμα.

Τα θέματα του ΣΙΝΕΑΚ Αθηνών, διαφημίζονταν "πάντοτε κατάλληλα για τα παιδιά".
Ωστόσο δεν ήταν παιδικά αλλά για ντοκιμαντέρ και παγκόσμια επίκαιρα
απαλλαγμένα από κάθε βία 


Το ΣΙΝΕΑΚ στην Αθήνα:

Η Αθήνα ήταν η πρώτη πόλη της νοτιοανατολικής Ευρώπης που απέκτησε τέτοιον ειδικό κινηματογράφο, η λειτουργία του οποίου ξεκίνησε το 1936 στην οδό Πανεπιστημίου 40 στο Μέγαρο του Ελληνικού Κτηματικού Οργανισμού (Μέγαρο REX). 

Η εφημερίδα η οποία πρώτη έσπευσε κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα να "πατρονάρει" το ΣΙΝΕΑΚ Αθηνών ήταν η "Βραδυνή". Στην πρόταση ανάληψης υπήρχε και η σκέψη δημιουργίας αίθουσας όπου κατά τα Παριζιάνικα πρότυπα οι θεατές θα διάβαζαν την εφημερίδα Βραδυνή πριν την είσοδο στην αίθουσα. 



1940 με τα απαραίτητα Πολεμικά Επίκαιρα.
Φυσικά το ΣΙΝΕΑΚ είναι το ιδεώδες καταφύγιο!


"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"