Παναγιώτης Τέτσης και Πειραιάς



του Στέφανου Μίλεση

Ο Παναγιώτης Τέτσης γεννήθηκε στην Ύδρα το 1925. Άνοιξε νέους δρόμους στην ελληνική μεταπολεμική ζωγραφική, γεγονός που οφείλεται στο μοναδικό έμφυτο ταλέντο του. Όμως το συγκεκριμένο άρθρο δεν έρχεται να προσθέσει άλλη μια μαρτυρία, στις πολλές που ήδη υπάρχουν για τον μεγάλο ζωγράφο και Ακαδημαϊκό Παναγιώτη Τέτση, που μόλις πρόσφατα πέρασε στο χώρο της αθανασίας, αλλά να φωτίσει λίγες στιγμές από τη ζωή ενός ανθρώπου που έζησε στον Πειραιά, όταν εγκαταστάθηκε εδώ για πρώτη φορά το 1937, διατηρώντας μάλιστα αναλλοίωτες τις αναμνήσεις του. Η κατοικία του Παναγιώτη Τέτση υπήρξε αρχικά στη συνοικία Βρυώνη όταν εγκαταστάθηκε για πρώτη φορά μαζί με την οικογένειά του, και αργότερα (μεταπολεμικά), στη Πλατεία Σερφιώτη στη Καλλίπολη. Πολλά χρόνια αργότερα συνήθιζε ακόμη να επισκέπτεται την Πλατεία Σερφιώτη αλλά και άλλα μέρη στον Πειραιά, για να θυμάται τα εφηβικά του χρόνια.

Ο Τέτσης τελείωσε το Α΄ δημοτικό σχολείο Ύδρας. Στη συνέχεια παρακολούθησε μια μόνο τάξη στο Γυμνάσιο Ύδρας καθώς την επόμενη χρονιά αναγκάστηκε να ακολουθήσει την οικογένειά του που εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Γράφτηκε στο Β΄ Γυμνάσιο Αρρένων Πειραιώς στη συνοικία Βρυώνη. Ο ίδιος περιγράφει αυτές τις αναμνήσεις του στο βιβλίο του "Φαρμακείον Ευάγγελου Ραφαλιά" (Εκδόσεις Καστανιώτη 2010), στο οποίο υπάρχει μάλιστα ένα ολόκληρο κεφάλαιο που φέρει τίτλο "Β΄ Γυμνάσιο Αρρένων Πειραιώς". 

"Φαρμακείον Ευάγγελου Ραφαλιά"
(Εκδόσεις Καστανιώτη 2010) 


Εκεί ο ίδιος ο Τέτσης γράφει: "Η συνοικία Βρυώνη από τις ωραιότερες. Κύρια είσοδος του κτιρίου από την οδό Αφεντούλη. Τότε το κτίριο ήταν από τα ονομαζόμενα νεοκλασικά. Μεγαλόπρεπα μαρμάρινα σκαλοπάτια που εκτείνονταν στο μεγαλύτερο μέρος της πρόσοψης. Επιστάτης - κωδωνοκρούστης ο μπάρμπα-Θανάσης. Σήμερα υψώνεται εκεί τετραώροφο ουδέτερο κτίριο.".

Η συνοικία Βρυώνη από τις ωραιότερες. Κύρια είσοδος του κτιρίου από την οδό Αφεντούλη.


Μάλιστα ο Τέτσης ουδέποτε κατάφερε να ξεπεράσει την κατά το νόμο εξέταση γνώσεων, ώστε να γίνει δεκτός στο πειραιώτικο Γυμνάσιο. "Εκείνο το ζοφερό πρωινό ένιωσα να με ρίχνουν απροστάτευτο - παρόλο ότι με συνόδευε ο αδελφός της μητέρας μου- σε μια σπηλιά λιονταριών"

Ο πόλεμος και η κατοχή τον βρήκαν μαθητή του Γυμνασίου ακόμη. "Ο Πειραιάς καμένος και κατεστραμμένος. Η κατοχική κυβέρνηση άνοιξε για λίγες μέρες τα σχολεία, μα πώς να λειτουργήσουν; Ήρθε ο βαρύς χειμώνας και ο λιμός, σιτοδεία τέτοια που να πεθαίνει ο κόσμος από πείνα και κρύο. Ξανάνοιξαν, για να μην ρεμπελεύουμε, τα σχολεία για λίγο, δίχως μαθήματα. Κι έτσι για τα μαύρα μάτια, τάχατες πως περάσαμε τα μαθήματα, μας έδωσαν και το απολυτήριο. Έτσι οι δύο ζόρικες τάξεις δεν υπήρξαν για μας. Η δυστυχία της εποχής εκείνης μας είχε προσφέρει ανέλπιστο δώρο απαλλάσσοντάς μας από τους πονοκεφάλους της τριγωνομετρίας, της χημείας, της φυσικής... ".

Ο Τέτσης θυμάται ακόμη από τον Πειραιά τη στιγμή μεταφοράς Ιταλών στην Ακτή Ξαβερίου από όπου φάλαγγες πεζοπορούντων αιχμαλώτων κατευθύνονταν προς την Αθήνα σε μια επίδειξη ταπεινώσεώς τους. "Τους χαζεύαμε με ενδόμυχη χαρά για την αθλιότητά τους". Θυμάται ακόμη και τον Ιταλικό βομβαρδισμό της Πηγάδας "Κάποια ημέρα, Τρίτη, ημέρα λαϊκής αγοράς σε πλατεία κοντά στο σπίτι, σειρήνες, μεσημεριάτικα και σε λίγο εκρήξεις βομβών με στόχο τη λαϊκή και θύματα τα κάρα και μερικά γαϊδουράκια", αλλά  και τον βομβαρδισμό των Γερμανών όταν "βράδυ Κυριακής του Απριλίου, τα στούκας πάνω από το λιμάνι του Πειραιά βρίσκουν καλό στόχο σε πλοίο με πυρομαχικά, που η έκρηξή του σκορπίζει φωτιά και πανικό. Πήραμε τα μπογαλάκια μας και ξεσπιτωθήκαμε..."

Από τη θύμηση του Τέτση δεν θα μπορούσε να λείπει ο καταστροφικός βομβαρδισμός του Πειραιά από τους συμμάχους, για τον οποίο αφιερώνει ειδικό κεφάλαιο με τίτλο "11 Ιανουαρίου 1944": 

"Πήγαινα προς το σπίτι μου, Πλατεία Σερφιώτη. Μόλις είχα περάσει από την διασταύρωση της Βασιλέως Γεωργίου με την Βασιλέως Κωνσταντίνου (τότε, και άλλοτε Σωκράτους) όταν άρχισαν οι αλλεπάλληλες εκρήξεις. .... Ο Πειραιάς καιγόταν επί δύο - τρεις ημέρες με σύννεφο μαύρου καπνού σ΄ όλη την περιοχή, δεν φαινόταν ήλιος. Μια πόλη νεκρή. ...Οι Πειραιώτες εισέπρατταν την ατμόσφαιρα αποστροφής από τους Αθηναίους, οι οποίοι εκ του ασφαλούς - η Αθήνα είχε αναγνωρισθεί ως ανοχύρωτη πόλη - καμώνονταν τον ψηλομύτη. Τον αριθμό των θυμάτων δεν τον γνωρίζαμε, η εποχή δύσκολη. Είχε γίνει γνωστή τότε μόνο η τραγωδία των μαθητριών της Ραλλείου, δεκάδες ή εκατοντάδες είχαν ζητήσει καταφύγιο στο εκεί πλησίον και ειδικά διασκευασμένο υπόγειο του νεόκτιστου μπετονένιου κτηρίου της Ηλεκτρικής Εταιρείας, ούτε αυτό άντεξε, κατέρρευσε εγκλωβίζοντας τα κορίτσια -ανύπαρκτα την εποχή εκείνη σωστικά μέσα- που είτε σκοτώθηκαν είτε πέθαναν από ασφυξία".

Ο Τέτσης σε πλήθος συνεντεύξεων, ομιλιών, παρουσιάσεων και εκθέσεων, διαρκώς επαναλάμβανε τις αναμνήσεις του από τη ζωή του στον Πειραιά. Εκεί βλέπετε έζησε στιγμές τόσο δυνατές και σε τέτοια ηλικία, ικανές να σημαδέψουν τη ζωή κάθε ανθρώπου, όπως η δύσκολη μετεγκατάσταση ενός παιδιού από το νησί του σε μια μεγάλη πόλη, ο πόλεμος του '40, η αποβίβαση των Ιταλών αιχμαλώτων στην Ακτή Ξαβερίου, οι ιταλικοί και αργότερα οι γερμανικοί βομβαρδισμοί, η κατοχή, ο μεγάλος συμμαχικός βομβαρδισμός της 11ης Ιανουαρίου του 1944, οι πομπές των βομβοπλήκτων Πειραιωτών προς την Αθήνα, ο μαρτυρικός θάνατος των κοριτσιών της Ραλλείου. 

 "Όλα τούτα ήσαν σημαντικά στην εποχή που έγιναν, αρκετά είναι συγκλονιστικά μιας ζωής, μα η σπίθα του ιδιαίτερου, που στα μάτια του άλλου ανθρώπου θα φαίνεται τιποτένιο, αλλά που είναι σαν άνοιγμα μιας πόρτας, δεν υπάρχει.

Παναγιώτης Τέτσης"
   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"