Ιστορίες των γερμανικών πυροβολείων της Πειραϊκής



του Στέφανου Μίλεση

Με την εισβολή των Γερμανών κατακτητών στον Πειραιά, ένα από τα πρώτα οχυρωματικά έργα που φρόντισαν να κατασκευάσουν ήταν κάτι τεράστια πυροβολεία κατά μήκος της Πειραϊκής Χερσονήσου. Αυτά, ήταν μόνιμα επανδρωμένα από γερμανική φρουρά, η οποία επόπτευε όλο το μήκος του ορίζοντα, προστατεύοντας το σημαντικής σπουδαιότητας για τους Γερμανούς πλέον, λιμάνι του Πειραιά. Αργότερα μάλιστα, ο Πειραιάς θα αποτελούσε για τα συμφέροντά τους, λιμένα στρατηγικής σημασίας καθώς μέσω αυτού, θα τροφοδοτούσαν τα στρατεύματά τους τα οποία διεξήγαγαν τον πόλεμο της ερήμου στη Βόρεια Αφρική. 





Φεύγοντας οι κατακτητές, ανατίναξαν όλα τα πυροβολεία της Πειραϊκής, μέσα στη μανία τους να καταστρέψουν τα πάντα. Η καταστροφή αυτών των πυροβολείων, δεν έγινε με απλή ανατίναξη.  

Αφού ξήλωσαν τα γιγαντιαία πυροβολεία, που σκόπευαν κάθε σημείο του ορίζοντα του Σαρωνικού Κόλπου, άφησαν κενές τις τεράστιες τσιμεντένιες βάσεις τους. Έτσι, μέχρι σήμερα έμειναν κατά μήκος της Πειραϊκής, τα τσιμεντένια βάθρα, που κάποτε φιλοξενούσαν πάνω τους κανόνια που έριχναν οβίδες μεγάλες, του μισού μέτρου. Στη συνέχεια, συγκέντρωσαν όλα τα πυροβόλα αυτών των βάσεων, μαζί με υλικό που υφάρπαξαν από το Ναύσταθμο της Σαλαμίνας, τα φόρτωσαν σε φορτηγίδες, τις οποίες βύθισαν έξω από τις Φλέβες. 

Οι οβίδες όμως με τις οποίες ήταν εφοδιασμένο κάθε πυροβολείο πετάχθηκαν πρόχειρα στη θάλασσα ή απλά αφέθηκαν ανάμεσα στις τεράστιες ρωγμές των βράχων της Πειραϊκής. Αυτές οι οβίδες αποτέλεσαν στη συνέχεια αντικείμενο έρευνας από τους μικρούς Πειραιώτες, οι οποίοι είχαν επιδοθεί χωρίς φόβο σε ένα πραγματικά επικίνδυνο "ψάρεμα"!

Ο Απόστολος Χατζηελευθεριάδης περιγράφει πολύ χαρακτηριστικά στην αυτοβιογραφία του που φέρει τίτλο " Ένα πειραιωτάκι στα χρόνια της φωτιάς 1940 - 1945" πως ακριβώς γινόταν αυτό το περάδοξο ψάρεμα των οβίδων, καθώς και ο ίδιος συμμετείχε σε αυτό. 

Οι μικροί εντοπίζανε τις οβίδες με το γυαλί για τα χταπόδια. Άλλες οβίδες ήταν χωμένες μέσα στην άμμο και άλλες ανάμεσα στα βράχια. Αφού τις ψάρευαν, έβγαζαν το καψούλι και το μπαρούτι τους το... πουλούσαν στους ψαράδες με την οκά για δυναμίτη!




Η περίπτωση του μικρού Ντίνου Χάη

Οι αστυφύλακες έκαναν περιπολίες για να αποτρέψουν αυτό το επικίνδυνο ψάρεμα, που για τους μικρούς πειραιώτες είχε γίνει παιχνίδι από το οποίο μάλιστα έβγαζαν και χρήματα! 

Και οι μανάδες όμως γνωρίζοντας τον κίνδυνο, κάθε τόσο, έτρεχαν στο Τμήμα της Καλλίπολης, κάνοντας παράπονα στον αξιωματικό φυλακής, ότι τα παιδιά τους κινδύνευαν να σκοτωθούν. Και πραγματικά η κάθοδος τότε στα βράχια της Πειραϊκής ισοδυναμούσε με είσοδο σε ναρκοπέδιο! 

Όπως περιγράφει ο Απόστολος Χατζηελευθεριάδης κάποτε συνέβη ένας μικρός να καεί ζωντανός. Ήταν ο μικρός Ντίνος Χάης. Είχε βάλει στις εσωτερικές τσέπες του τα λεγόμενα "μακαρόνια" μπαρούτι. Ξαφνικά αυτά έσκασαν. Τον έβαλαν τον μικρό Ντίνο Χάη σε ένα καροτσάκι και τον έτρεχαν στο Τζάνειο Νοσοκομείο. 

Έτρεχαν πίσω του και όλα τα υπόλοιπα παιδιά που έκαναν αυτή την δουλειά. Ο μικρός Ντίνος ήταν λιπόθυμος με τις τσουρουφλισμένες σάρκες του. Το παιχνίδι με το ψάρεμα των γερμανικών οβίδων είχε κοστίσει τη ζωή του μικρού παιδιού και το σπίτι του στην γωνία των οδών Καρπάθου και Θεμιστοκλέους έκλεισε για πάντα. 

Η κηδεία του μικρού Ντίνου Χάη έγινε στην Εκκλησία της Αγίας Παρασκευής με την πλήρη συμμετοχή όλων των παιδιών των σχολείων της Θειακάκη, της Καρούση και του Δημοτικού της οδού Καλυψούς.



Ο λούστρος των Πυροβολείων, ο Τζιμ Παπατζίμ (ο κατάσκοπος)

Κάτω ακριβώς από τη ταβέρνα του "Αργύρη" τη γνωστή κάποτε για τους μεζέδες της, υπήρχε ένα από τα μεγαλύτερα επάκτια πυροβολεία. Εκείνο το πυροβολείο λοιπόν του "Αργύρη", ένας πλανόδιος λούστρος, ο Τζιμ Παπατζίμ, είχε μετατρέψει σε κατοικία του, σε ό,τι βέβαια είχε απομείνει από αυτό μετά την διάλυσή του από τους Γερμανούς.

Ο έρμος, παράξενος αυτός στιλβωτής του Πειραιά ήταν ιδιόμορφος άνθρωπος, καθώς ήταν στα μαύρα ντυμένος, με μακριά μαύρα γένια. Είχε γίνει γνωστός στον Πειραιά πολύ καιρό πριν ακόμα εμφανιστεί να διαμένει στο πυροβολείο του "Αργύρη". Είχε παρουσιαστεί από το πουθενά στους δρόμους του Πειραιά, χωρίς να γνωρίζει κανείς, πού βάσταγε η σκούφια του, ούτε καν οι άλλοι λούστροι στους οποίους τους ήταν τελείως άγνωστος. Μιλούσε αγγλικά, γερμανικά και γαλλικά σαν την μητρική του γλώσσα και στην Καλλίπολη του είχανε δώσει το παρατσούκλι ο "κατάσκοπος"! Πριν λοιπόν μετακομίσει στου "Αργύρη" περνούσε τις νύχτες του στα παγκάκια του Τινάνειου κήπου.




Η έκρηξη του "Κλάν Φρέϊζερ", του πλοίου με τη δυναμίτιδα, βρήκε τον Παπατζίμ να κατοικεί στον Τινάνειο με μια λαμαρίνα παραμορφωμένη να προσγειώνεται δέκα πόντους δίπλα του και να χώνεται βαθιά μέσα στη γη, εκτός της άλλης της γνωστής λαμαρίνας που για χρόνια είχε καρφωθεί σε έναν κορμό δένδρου μέσα στον Τινάνειο. Ο Παπατζίμ είχε ξεθάψει την ουρανοκατέβατη λαμαρίνα της έκρηξης και έκτοτε τη μετέφερε με τα χέρια στις διάφορες γειτονιές, όπου μετακόμιζε. Την θεωρούσε τυχερή... αποσκευή σταλμένη από τον... Θεό. 

Μια μέρα ο κάτοικος του πυροβολείου κάτω από του "Αργύρη" ο Τζιμ Παπατζίμ, ο "κατάσκοπος" χάθηκε, λες και τον κατάπιε η γη και κανείς δεν έμαθε ποτέ για την ζωή του.



Πολλά Πειραιωτόπουλα μεταπολεμικά είχαν χάσει εκτός από την ζωή τους, άλλα χέρια, άλλα πόδια ψαρεύοντας είτε οβίδες, είτε ψάχνοντας μέσα στα τσιμεντένια οχυρά να βρουν δήθεν "λίρες" που είχαν θάψει η Γερμανοί φεύγοντας από την Ελλάδα με σκοπό να επιστρέψουν και να τις πάρουν. 
Μέχρι και την δεκαετία του '80 οι εφημερίδες συνέχιζαν να καταγράφουν ανάλογα περιστατικά με παρατημένα εκρηκτικά στην Πειραϊκή χερσόνησο.  


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"