Όταν το τορπιλοβόλο του Βότση έγινε υδροφόρα του Πειραιώς


του Στέφανου Μίλεση

Στις αρχές της δεκαετίας του '30 είχε καθιερωθεί πλέον ως έθιμο, η ηγεσία του Πολεμικού Ναυτικού να συγκεντρώνεται στην εξέδρα του Νέου Φαλήρου, προκειμένου να επιθεωρεί τον Στόλο που απλωνόταν έξω από τον Φαληρικό όρμο. 

Ανάμεσα στην ηγεσία καλούνταν ως προσκεκλημένοι και ήρωες των Βαλκανικών πολέμων του 1912 - 13, που βρίσκονταν ακόμη εν ζωή. Έτσι, μέσω τέτοιων προσκλήσεων απέκτησε ο Νικόλαος Βότσης τη συνήθεια να κατεβαίνει στη δύση της ζωής του στο Νέο Φάληρο και από την φαληρική εξέδρα να αγναντεύει το πέλαγος.

Ο Βότσης ήταν μετά τον Παύλο Κουντουριώτη, ο πιο ξακουστός ήρωας του Βαλκανικού Πολέμου, τιμώντας κι αυτός την ιδιαίτερη πατρίδα του την Ύδρα. Το κατόρθωμά του είναι λίγο πολύ γνωστό. Στις 18 Οκτωβρίου 1912 στις δέκα τη νύχτα, ως υποπλοίαρχος Κυβερνήτης του Τορπιλοβόλου 11, πλέοντας με σβηστά τα φώτα πορείας, αφού πέρασε τα αβαθή του Αξιού, εισήλθε κρυφά στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Επρόκειτο για πράξη αυτοκτονίας, καθώς το λιμάνι φυλασσόταν από τα κανόνια του Καραμπουρνού και από νάρκες. Αψηφώντας τον κίνδυνο που ήταν τεράστιος, πέρασε πάνω από τα ναρκοθετημένα νερά και εξαπολύοντας τρεις τορπίλες, πέτυχε να βυθίσει το τουρκικό θωρηκτό "Φετίχ Μπουλέντ" (Φετχί Μπουλέν). Έκτοτε το όνομά του περιβλήθηκε με το μανδύα του θρύλου.   




Κάθε φορά που κατέβαινε στο Φάληρο σε κάποιο από τα κοσμοπολίτικα σαλόνια των ξενοδοχείων, οι θαμώνες σηκώνονταν από τα τραπέζια προς ένδειξη σεβασμού, ενώ τα γκαρσόνια έτρεχαν αμέσως να τον σερβίρουν. Τόσο μεγάλη ήταν η φήμη γύρω από το όνομά του παρά τα χρόνια που στο μεταξύ είχαν περάσει. 

Όμως ο Βότσης ήταν από τη φύση του σεμνός και δεν ήθελε τέτοιες τιμές, αποτραβιόταν σε μια γωνία ώστε να μην πολυφαίνεται. Ένας κοντινός του φίλος ο πειραιολάτρης Σπύρος Μελάς, θέλοντας να τιμήσει τον Βότση τον αποκάλεσε κάποτε Πιπίνο (Υδραίος πυρπολητής) προκαλώντας ταραχή στον Βότση.

- "Τι περισσότερο έκανε ο Πιπίνος από εσένα;" ρώτησε ο Μελάς τον Βότση. "Και ο Πιπίνος εισήλθε στο λιμάνι της Χίου κι έβαλε φωτιά στην τουρκική ναυαρχίδα".

Τότε ο Βότσης απάντησε:

- "Ο Πιπίνος πήγε στη Χίο με ένα σαπιοκάραβο, να κάψει μια ναυαρχίδα με μόνο όπλο του τον ηρωισμό του και με μόνο μέσο διαφυγής μια "σκαμπαβία" (βάρκα). Εγώ πήγα στη Θεσσαλονίκη με ένα μικρό αλλά σύγχρονο πολεμικό πλοίο, οπλισμένο με το τρομερό όπλο της τορπίλας. Επιπλέον είχα μηχανή που μου έδινε ταχύτητα μιλίων για να φύγω". 

Αυτός ήταν ο Βότσης που ακόμη και στον φίλο του τον Σπύρο Μελά, δεν επέτρεπε τέτοια σύγκριση. Ο Βότσης επίσης ουδέποτε ξέχασε τους δύο ανθρώπους που τον βοήθησαν να πετύχει το ανδραγάθημά του. Τους καπεταναίους καϊκτσήδες Μιχάλη Κουφό και τον καπετάν Νικόλαο Βλαχόπουλο . Αυτοί του είχαν δείξει τα κατατόπια της εισόδου στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. 

Ο καπετάν Μιχάλης από το Λιτόχωρο δούλευε πάνω στο μικρό τρεχαντήρι του, την "Παρασκευούλα", όταν είδε μέσα στο σκοτάδι ένα μικρό πλοίο να τον πλησιάζει. Ήταν το τορπιλοβόλο 11 από την γέφυρα του οποίου ο Βότσης ζήτησε τη βοήθεια του έμπειρου καϊκτσή. Ο Καπετάν Μιχάλης αμέσως ανταποκρίθηκε στο αίτημα του Έλληνα Κυβερνήτη και τον ακολούθησε. Επιβιβαζόμενος στο μικρό τορπιλοβόλο, ζήτησε από τον Βότση να κάνουν μια στάση στο Λιτόχωρο για να πάρουν μαζί τους και τον Καπετάν Νικόλαο Βλαχόπουλο, που γνώριζε όλα τα "μονοπάτια" του λιμανιού. Έτσι κι έγινε. Έπιασαν στην ακρογιαλιά του Αγίου Θεόδωρου και χωρίς πολλά λόγια επιβιβάστηκε κι εκείνος. Και αφού χάρη στη βοήθεια των δύο έμπειρων καϊκτσήδων εισήλθαν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, αντίκρισαν μπροστά τους τη μαύρη φιγούρα του τουρκικού θωρηκτού.

- "Αυτό είναι;" ρώτησε ο Βότσης
- "Όπως με βλέπεις και σε βλέπω Καπετάνιο" είπε ο Καπετάν Μιχάλης. 

Σε όλο το καράβι ψίθυρος δεν ακουγότανε. Πλησίασαν στα εκατό σαράντα μέτρα. Το "Φετίχ Μπουλέντ" ήταν γυρισμένο προς το Λευκό Πύργο, σε θέση που ευνοούσε τις βολές του ελληνικού τορπιλοβόλου. Η τορπίλη έφυγε. Κάποιος ναύτης είπε πως σταμάτησε στον δρόμο. Τότε ο Βότσης φώναξε στον τιμονιέρη να κάνει όλο αριστερά. Το καράβι γύρισε στο άλλο πλευρό και η δεύτερη τορπίλη έφυγε. Έριξαν και μια τρίτη που υπήρχε πάνω στο κατάστρωμα. Πριν όμως αυτή πέσει στο νερό το θωρηκτό είχε ανατιναχθεί. Αμέσως ο Βότσης έστρεψε το σκάφος και άρχισε την έξοδο από το λιμάνι.

- "Πιο σιγά Καπετάνιο" φώναξε ο Καπετάν Μιχάλης στον Βότση. "Οι τσιμινιέρες σου βγάζουν φωτιές και θα προδοθούμε!". Βγήκαν όπως εισήλθαν με τους προβολείς να ψάχνουν το σκάφος εισβολέα. 


Η πρώρα του ένδοξου Τορπιλοβόλου 11. Από τη δεξιά τορπιλοσωλήνα
 έφυγε η θανάσιμη τορπίλη που έπληξε το τουρκικό θωρηκτό


Όταν όλα έληξαν, οι δύο Καπεταναίοι τιμήθηκαν με μπρούτζινο παράσημο και 500 δραχμές. Μετά πέρασαν στην αφάνεια της ιστορίας. 


Για χρόνια μετά θυμούνται τον Καπετάν Μιχάλη Κουφό να περπατά με σηκωμένες τις άκρες του παντελονιού του, περιφερόμενος σε ό,τι είχε απομείνει από το "Φετίχ Μπουλέντ" στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης.



Όσο για το τορπιλοβόλο 11;
Το ηρωικό καράβι αφού προσέφερε τις υπηρεσίες του στους Βαλκανικούς σχεδόν αμέσως μετά παροπλίσθηκε. Το 1918 βρήκε το ηρωικό σκαρί σκουριασμένο, αραγμένο καθώς ήταν στις προβλήτες του Ναυστάθμου. Στο τέλος κρίθηκε ότι έπιανε και χώρο άδικα και πωλήθηκε για παλιοσίδερα. 

Την ίδια χρονιά ένας Πειραιώτης έμπορος το μετέβαλε σε υδροφόρο! Έτσι η μοίρα ήθελε για δεύτερη φορά το σκαρί να επισκέπτεται μετασκευή σε πειραϊκό εργοστάσιο. Την πρώτη μετασκευή την είχε υποστεί στα ναυπηγεία του "Μακ Ντούαλ και Βαρβούρ" το 1905 όταν προστέθηκε δεύτερος λέβητας. Και τη δεύτερη μετασκευή την υπέστη το 1918, για να μετατραπεί σε υδροφόρα στο ναυπηγείο του "Βασιλειάδη" αυτή την φορά. 




Και έτσι έφτασε μεταφέρει νερό από τον Πόρο, με το οποίο τροφοδοτούσε τους διανομείς στην Ακτή Ξαβερίου, που με τη δική τους σειρά, μοίραζαν τον νερό στις ανηφοριές της Καλλίπολης και στον Άγιο Βασίλειο. Το αλλοτινό ταχύπλοο (στην εποχή του), μεταβλήθηκε σε μια αργοκίνητη φορτηγίδα που εκτελώντας νωχελικά τη διαδρομή Πόρο Πειραιά, μετέφερε νερό στους διψασμένους Πειραιώτες....


Μικρό βιογραφικό του Βότση:

Ο Νικόλαος Βότσης γεννήθηκε στην Ύδρα το 1877 και ήταν ανεψιός του Παύλου Κουντουριώτη. Εξήλθε της Σχολής των Ναυτικών Δοκίμων το 1892 και μετείχε το 1896 του ναυτικού αποκλεισμού της Κρήτης με τον ελληνικό στόλο υπό το Ναύαρχο Ράϊνεκ. Στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912 - 13 ως Υποπλοίαρχος τοποθετήθηκε Κυβερνήτης του τορπιλοβόλου 11 πετυχαίνοντας το κατόρθωμα της Θεσσαλονίκης που τον έκανε γνωστό στο Πανελλήνιο. 




Το 1920 τοποθετήθηκε Κυβερνήτης του Θωρηκτού "Κιλκίς". Τον επόμενο χρόνο διορίσθηκε Ύπατος Αρμοστής στην Κωνσταντινούπολη και το 1922 παραιτήθηκε για λόγους υγείας. Τον Ιούλιο του 1922 τοποθετήθηκε Κυβερνήτης του Θωρηκτού "Λήμνος" και τον Οκτώβριο του 1929 αποστρατεύθηκε προαγόμενος στο βαθμό του Υποναύαρχου. 

Τον Οκτώβριο του 1930 ασθένησε βαρέως και στις 5 Σεπτεμβρίου του 1931 πέθανε εξαιτίας αυτής στο Παρίσι. Με το γαλλικό πλοίο "Καραμανί" έφτασε η σωρός του στον Πειραιά (μέσω Μασσαλίας). Στην παραλία της πόλης εγένετο τεράστια υποδοχή από τους Πειραιώτες ενώ η σωρός του σκεπάστηκε με μια τεράστια σημαία της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Ύδρας, η οποία ήταν του αγώνα του 1821 και φυλασσόταν ως κειμήλιο.   


Άφιξη από τη Μασσαλία στον Πειραιά, της σωρού του Νικολάου Βότση εν μέσω αποδόσεως τιμών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"