Οι 300 Έλληνες ναυαγοί από τη Λισσαβώνα

Το ελληνικό ατμόπλοιο "Ιωάννα" που τορπιλίσθηκε στις 1 Ιουνίου 1940 από γερμανικό υποβρύχιο


του Στέφανου Μίλεση

Στις 20 Αυγούστου του 1940, πέντε ημέρες μόλις μετά τον άνανδρο τορπιλισμό της «Έλλης», στο λιμάνι του Πειραιά  ήταν μοιραίο να διαδραματιστούν πάλι οι ίδιες σκηνές αγωνίας με πλήθη κόσμου να συρρέουν στις προβλήτες του.

Φίλοι, συγγενείς, δημοσιογράφοι, αλλά και πολλοί περίεργοι συγκεντρώθηκαν, για να δουν από κοντά τους Έλληνες εκείνους, που πρώτοι από όλους, είχαν γευτεί το θάνατο και είχαν νιώσει να τους ακουμπά η σκιά του πολέμου, που ήδη είχε απλωθεί απειλητικά πάνω από την ανθρωπότητα.

Το ελληνικό πλοίο «Αττική» έφτανε από την πρωτεύουσα της Πορτογαλίας, τη Λισσαβώνα (σύγχρονη γραφή και ως Λισαβόνα), μεταφέροντας τετρακόσιους Έλληνες ναυτικούς, που αποτελούσαν πληρώματα πλοίων του εμπορικού μας ναυτικού πίσω στην πατρίδα. Από αυτούς οι τριακόσιοι είχαν τορπιλιστεί λόγω πολέμου, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υδρογείου.

Αυτοί οι Έλληνες ναυτικοί, που έλειπαν για πολύ καιρό από τη χώρα, ταξιδεύοντας σ' όλες τις θάλασσες του κόσμου, συνέβαινε τώρα να επιστρέφουν πίσω στην πατρίδα τους, χωρίς τα πλοία με τα οποία μπαρκάρισαν και χωρίς πολλούς από τους συναδέλφους τους.

Επρόκειτο για επιζήσαντες των επτά χαμένων ελληνόκτητων πλοίων*, πρώτη θυσία στο πολεμικό μέτωπο μέχρι εκείνη τη στιγμή, μαζί με άλλους εκατό Έλληνες ναυτικούς που είχαν ξεμπαρκάρει στα διάφορα λιμάνια της Ευρώπης και που λόγω πολέμου δεν μπορούσαν να επιστρέψουν πίσω στην πατρίδα, συγκεντρώθηκαν στο ουδέτερο έδαφος της Πορτογαλικής πρωτεύουσας όπου ανέμεναν για καιρό τον επαναπατρισμό τους.  


Ξανά στις πειραϊκές προβλήτες τα προσφιλή τους πρόσωπα, άνοιγαν την αγκαλιά τους για να τους υποδεχθούν. Το «Αττική» χρειάσθηκε δεκαέξι ημέρες για να φτάσει στον Πειραιά από τη Λισσαβώνα, αφού υποχρεώθηκε πρώτα να μείνει τρεις ημέρες στο Αγγλικό Γιβραλτάρ και άλλες τέσσερις στη Νότια Ιταλία, στο Παλέρμο και στη Μεσσήνη, λόγω των επιβαλλόμενων από τον πόλεμο ελέγχων.

 Πολλοί από τους αποβιβαζόμενους στις πειραϊκές προβλήτες, παρά τη θλίψη για τον πνιγμό των συναδέλφων τους και την απώλεια των πλοίων στα οποία ήταν ναυτολογημένοι, το πρώτο που ήθελαν να μάθουν, αφορούσε στη σωτηρία των ανδρών του χτυπημένου από τορπίλη «Έλλη» λες και αυτοί δεν καταβυθίστηκαν με τον ίδιο τρόπο, λες και δεν έζησαν τις ίδιες στιγμές φρίκης!

Αυτοί οι 300 Έλληνες ναυτικοί του εμπορικού μας ναυτικού υπήρξαν τα πρώτα θύματα ενός ακήρυχτου ακόμα πολέμου, που σύντομα όμως θα παρέσερνε και τη μικρή μας χώρα στη δίνη του.  
Αυτοί που επέστρεψαν ήταν οι τυχεροί καθώς κατάφεραν να επιβιώσουν. Πίσω τους άφησαν για πάντα στον απέραντο υγρό βυθό ξένων θαλασσών άλλους Έλληνες για τους οποίους η μοίρα ήθελε να μείνουν για πάντα μέσα στα τορπιλισμένα μεταλλικά τους φέρετρα.
  
Παράξενη η μεταμόρφωση της ελληνικής ψυχής μπροστά στον κοινό κίνδυνο, όταν το «εγώ» μετατρέπεται σε «εμείς». Για αυτούς τους Έλληνες τους πνιγμένους στις θάλασσες του κόσμου αλλά και για τους διασωθέντες του Εμπορικού μας ναυτικού ελάχιστα αφιερώματα έχουν υπάρξει, ελάχιστα μάτια έχουν δακρύσει.

Ένας από του Έλληνες της Λισσαβώνας ήταν και ο Νίκος Βαφειάδης  ναυτολογημένος στο φορτηγό «Ιωάννα», ένα από τα επτά πλοία που τορπιλίστηκαν και μάλιστα το πρώτο αφού τορπιλίσθηκε και βυθίστηκε την 1η Ιουνίου του 1940, σαράντα πέντε δηλαδή ημέρες πριν από τον τορπιλισμό της «Έλλης». Όταν ο Έλληνας ναυαγός έφτασε σώος στην Πορτογαλική πρωτεύουσα, έγραψε μια επιστολή προς την οικογένειά του για να τους ενημερώσει για τη σωτηρία του. Έγραφε σε αυτή: «Όλοι είμαστε καλά. Μονάχα που χάσαμε μαζί με το καράβι, το σκύλο μας τον Βόλγα και την καρδερίνα μας την Ιωάννα»

Ο ναυαγός αυτός ναύτης, όπως έγραψε και ο Χρήστος Λεβάντας στην εφημερίδα "Ακρόπολις" της 23ης Σεπτεμβρίου 1940, με το γράμμα προς την οικογένειά του, αντί να δοξάζει το Θεό που διασώθηκε τόσο ο ίδιος όσο και το πλήρωμα του τορπιλισμένου φορτηγού, έδινε την εικόνα του δικού του σπαραγμού και των συναδέλφων του για την απώλεια του σκύλου Βόλγα και της καρδερίνας Ιωάννας. 

Κι αυτό διότι κάποιος φίλος του από το ίδιο πλοίο, είχε βρει τον σκύλο αυτόν να τριγυρνά αδέσποτος στη Ρωσία, εξ ου και το όνομα Βόλγας. Αποφάσισαν να τον πάρουν μαζί τους στο πλοίο, για να κρατά συντροφιά στην καρδερίνα, που ήδη βρισκόταν στο πλοίο. Και ο σκύλος με τις γαλιφιές του κέρδισε την αγάπη όλου του πληρώματος. Θαλασσοπορούσε μαζί τους και είχε γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της θαλασσοδαρμένης τους ζωής. Και τον αγάπησαν τόσο που όταν τον έχασαν, ήταν σα να έχασαν κάποιο μέλος του πληρώματος.

Ο Βόλγας υποταγμένος στη μοίρα του συνόδευσε τη μικρή καρδερίνα Ιωάννα στο κοινό χαμό τους, ρίχνοντας σε θλίψη όλο το ελληνικό πλήρωμα μαζί και τον κυβερνήτη του φορτηγού πλοίου.

Από τέτοια στόφα ήταν φτιαγμένα τα ελληνικά νιάτα του ’40, έτσι είχαν πλαστεί, με αυτά τα ευγενή αισθήματα είχαν μάθει να αγαπούν τους συντρόφους τους, την πατρίδα, να σέβονται τους γεροντότερους, να χαιρετούν τη Σημαία, να αγαπούν τα ζώα και να θρηνούν για το χαμό τους. Οι άθλοι που θα γράφονταν λίγο αργότερα στα βουνά της Βορείου Ηπείρου δεν θα ήταν διόλου τυχαίοι. Υπάρχει μήπως αμφιβολία για αυτό; Διότι εάν υπάρχει αμφιβολία, τότε ας προχωρήσουμε και λίγο πιο κάτω.

Ο κυβερνήτης του φορτηγού "Ιωάννα" που βυθίστηκε, ο Κυβερνήτης που έκλαιγε για την απώλεια του φίλου του σκύλου Βόλγα και της καρδερίνας Ιωάννας, ο Κυβερνήτης ο τορπιλισμένος που μόλις βγήκε στην πειραϊκή προβλήτα ζητούσε με αγωνία να μάθει για τους άνδρες της φρεγάτας "ΈΛΛΗ" ήταν ο Βασίλης Λάσκος

Στον Πειραιά η θρυλική Ζωζώ Νταλμάς (μεταξύ άλλων υπήρξε και το γνωστό κορίτσι των τσιγάρων Sante), με τον μετέπειτα ήρωα αξιωματικό του πολεμικού ναυτικού Βασίλη Λάσκο.

Ο Βασίλης Λάσκος την εποχή εκείνη δεν υπηρετούσε στο Πολεμικό Ναυτικό, καθώς τον είχαν αποτάξει από το 1935 για συμμετοχή στο βενιζελικό κίνημα και εργαζόταν στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Ελευσίνα στην εταιρεία του Μποδοσάκη. 

Αμέσως μετά θα ναυτολογηθεί πλοίαρχος του Εμπορικού Ναυτικού και θα βρεθεί Κυβερνήτης του φορτηγού "Ιωάννα" για να τορπιλιστεί από γερμανικό υποβρύχιο. Στον πόλεμο που σύντομα θα ακολουθήσει ο Λάσκος ως κυβερνήτης του υποβρυχίου "Κατσώνης" θα περάσει με τα απαράμιλλα κατορθώματά του στο πάνθεον των ηρώων.

Η ζωή του Βασίλη Λάσκου θα αποτελέσει και θέμα βιβλίου του Μ. Καραγάτση 



Αν θέλουμε λοιπόν, να δούμε την Ελλάδα μας να στέκεται όρθια, ας μάθουμε να αγαπάμε τη Σημαία μας, να σεβόμαστε τους γεροντότερους, να βοηθάμε τον συνάνθρωπό μας, να προστατεύουμε τα ζώα, να τιμούμε τις αρχές και τις αξίες με τις οποίες ανατράφηκαν γενιές παλαιότερες από τη δική μας και πρόκοψαν. Ας το κάνουμε επιτέλους. Και είμαι σίγουρος ότι πολύ σύντομα η Ελλάδα θα βρεθεί στη θέση που της αξίζει.  

*: Οι 300 Έλληνες ναυαγοί προέρχονταν από τα πλοία:
«Ιωάννα» - 1 Ιουνίου 1940
«Μαξ Βόλφ» - 9 Ιουνίου 1940
«Βιολ. Γουλανδρή» - 10 Ιουνίου 1940
«Όρος Υμηττός» - 11 Ιουνίου 1940
«Δημήτρης» - 15 Ιουνίου 1940
«Φραγκούλα Γουλανδρή» - 21 Ιουνίου 1940
«Αδαμάντιος Γεωργαντής» - 22 Ιουνίου 1940

Η παραπάνω ομιλία εκφωνήθηκε στην επετειακή ομιλία της 25ης Οκτωβρίου 2017, στην αίθουσα Βαρώνου Κίμωνος Ράλλη στο μέγαρο του Πειραϊκού Συνδέσμου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"