Ατμόπλοιο "Ζάκυνθος". Μια χρηματαποστολή που δεν ολοκληρώθηκε.


Πίνακας φιλοτεχνημένος από τον ζωγράφο Αντώνη Μιλάνο

του Στέφανου Μίλεση

Το δράμα που έζησε ο Πειραιάς τη νύχτα της 6ης προς την 7η Απριλίου του 1941 με τις γερμανικές εναέριες επιθέσεις και την ανατίναξη του «Κλαν Φρέιζερ» έχει πολλές φορές περιγραφεί εκτενώς σε παλαιότερα αφιερώματα. 

Θυμίζουμε ότι το «Κλαν Φρέιζερ» ήταν φορτωμένο με 200 τόνους Τ.Ν.Τ., ενώ κουβαλούσε επίσης και άλλες 3 χιλιάδες εμπρηστικές βόμβες. Εκτός όμως από το εκρηκτικό φορτίο του ήταν φορτωμένο με 60 χιλιάδες σάκους ζάχαρης και με χιλιάδες άλλους σάκους ρυζιού. Συμπληρωματικά με αυτά κουβαλούσε πολλές στρατιωτικές σκηνές και συσκευασμένες τροφές σε κονσέρβες. 

Όμως ανάμεσα στα πολύτιμα φορτία του υπήρχαν κιβώτια με χαρτονομίσματα τουρκικής λύρας που είχαν τυπωθεί στην Αγγλία και προορίζονταν να προμηθεύσουν την Τράπεζα της Τουρκίας. Η έκρηξη του πλοίου με όλη την τραγικότητα που συνοδεύει μια τέτοια καταστροφή δημιούργησε και μια σκηνή αλλοπρόσαλλη όταν χιλιάδες λίρες βρέθηκαν στον αέρα οι οποίες παρασυρμένες από τον άνεμο διασκορπίστηκαν πάνω από την πόλη του Πειραιά, σε τέτοια έκταση ώστε να παρατηρηθεί το θέαμα της βροχής χαρτονομισμάτων επί των κεφαλών άστεγων Πειραιωτών. Η έκρηξη του «Κλαν Φρέιζερ» καθιστά ουσιαστικά πολλούς άστεγους, ενώ την ίδια στιγμή ο πειραϊκός ουρανός κατακλύζεται από τουρκικές λίρες που αιωρούνται! 

Κάποιοι μέσα στις τραγικές αυτές στιγμές αρχίζουν να συλλέγουν τις τουρκικές λίρες που πέφτουν από ψηλά. Ωστόσο τις λίρες που συνέλεξαν όσοι επιδόθηκαν στο έργο αυτό, ήταν ουσιαστικά άχρηστες καθώς η Τράπεζα της Τουρκίας εξέδωσε στη συνέχεια εγκύκλιο με την οποία ακυρώθηκαν τα συγκεκριμένα τραπεζογραμμάτια με βάση την αριθμητική σήμανση που έφεραν πάνω τους.

Αυτή η περίπτωση του πλοίου «Κλαν Φρέιζερ» και των τουρκικών λιρών, δεν είναι η μοναδική κατά τη διάρκεια του πολέμου. Τέσσερις ημέρες πριν την είσοδο των Γερμανών σε Αθήνα και Πειραιά (οι Γερμανοί εισήλθαν στις 27 Απριλίου 1941), η διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδας, βλέποντας τον επικείμενο κίνδυνο, αποφάσισε να μεταφέρει από την έδρα της στην Κρήτη, εκατοντάδραχμα πρασινοκίτρινου χρώματος, που μόλις είχε τυπώσει αλλά δεν είχε προλάβει να ρίξει στην κυκλοφορία. 

Το «Ζάκυνθος» αναχώρησε από τον Πειραιά αφού πρώτα φορτώθηκαν 50 κιβώτια τα οποία εμπεριείχαν το ποσό των 500 εκατομμυρίων δραχμών. Το «Ζάκυνθος» θα απέπλεε για την Κρήτη με ενδιάμεσο σταθμό σταθμεύσεως τη Μονεμβασία. Το βράδυ της 25ης Απριλίου το «Ζάκυνθος» έφτασε στη Μονεμβασία όπου οι άνθρωποι της τραπέζης που συνόδευαν το πλοίο στο ταξίδι του έστειλαν τηλεγράφημα προς τη διοίκηση ότι  «όλα έβαινον καλώς». 

Την επόμενη ημέρα 26 Απριλίου, δόθηκε το σύνθημα του συναγερμού αφού στον ορίζοντα φάνηκαν γερμανικά αεροπλάνα «στούκας» τα οποία εφόρμησαν κατά του ατμόπλοιου το οποίο καταβύθισαν. Μετά το πέρασμα των «στούκας» οι κάτοικοι της Μονεμβασίας έτρεξαν στο λιμάνι όπου με έκπληξη διαπίστωσαν ότι πάνω στη θάλασσα επέπλεαν εκατοντάδραχμα που στο συνολικό αριθμό τους σχημάτιζαν ποσό διόλου ευκαταφρόνητο. Πολλοί λεμβούχοι και κάτοικοι βούτηξαν στα νερά αρχίζοντας τη συλλογή τους. Δυστυχώς όμως για αυτούς τα τραπεζογραμμάτια αποτελούσαν «ακυκλοφόρητον υλικόν της τραπέζης» δηλαδή χρήματα που δεν είχαν τεθεί ακόμα προς κυκλοφορία. 
Η διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος μόλις πληροφορήθηκε την καταβύθιση του «Ζάκυνθος» έσπευσε να ανακοινώσει την αχρήστευσή τους. 

Διαβάστε επίσης:

Η καταβύθιση του CLAN FRASER στο λιμάνι του Πειραιά


        

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"