Οι δυναμιτιστές ψαράδες του Νέου Φαλήρου και του Τουρκολίμανου



του Στέφανου Μίλεση

 

Οι ψαράδες τα παλαιά τα χρόνια αποτελούσαν μια τάξη περισσότερο εξαθλιωμένη από όλες τις άλλες. Γυμνοί, πειναλέοι, αξιοδάκρυτοι κοιμόντουσαν στην πλώρη, τρώγανε ξερό ψωμί και έσβηναν τον πόνο τους και τις ανησυχίες τους στο βάθος κάποιας ταβέρνας. Όμοια με αυτούς ζούσαν φυσικά και οι ψαράδες του Τουρκολίμανου και του Νέου Φαλήρου χωρίς να διαφέρουν σε τίποτα από τους υπόλοιπους. Για ποιο λόγο  όμως αυτοί, περισσότερο από τους υπόλοιπους ψαράδες, βρέθηκαν να έχουν απαθανατιστεί σε επιστολικά δελτάρια και σε πολλές φωτογραφίες;

Η αλήθεια είναι ότι η φήμη τους εξαπλώθηκε από την εφαρμογή μια παράνομης μεθόδου που από τους πρώτους εφάρμοζαν στο ψάρεμα, όχι όλοι αλλά κάποιοι εξ αυτών, αλλά και από έναν διάσημο σατυρικό ποιητή της εποχής τους που έκανε γνωστό στο Πανελλήνιο τη μέθοδο αλιείας τους. Την τελευταία εικοσαετία του 19ου αιώνα και την πρώτη δεκαετία του 20ου, οι Πειραιώτες που έμεναν στην Καστέλλα ξυπνούσαν ταραγμένοι από τις δονήσεις και εκρήξεις δυναμίτιδας, που οι ψαράδες έριχναν για να πιάσουν ψάρια λίγα μόλις μέτρα μακριά από την ακτή. Αρκετοί «δυναμιτιστές» ψαράδες, όπως τους αποκαλούσαν τότε, είχαν ακρωτηριαστεί. 



Κατέφευγαν σε αυτήν την τόσο ακραία μέθοδο για να βγάζουν μεγάλες ψαριές ήτοι περισσότερα χρήματα. Στο Φάληρο και στο Τουρκολίμανο υπήρχαν τραγικές ιστορίες ακρωτηριασμών. Άλλος δεν πρόλαβε να ρίξει τον δυναμίτη και άναψε στο χέρι του κι άλλος δεν υπολόγισε καλά τα πράγματα και την έπαθε... έγραφαν καθημερινώς οι εφημερίδες. Πολλές φορές οι βάρκες που προσέγγιζαν τη θαλασσοδαρμένη ακτή του Φαλήρου αντί για κοφίνια γεμάτα από ψάρια, ξεφόρτωναν αναίσθητους ή τραυματισμένους ψαράδες. Η μέθοδος αυτή των ψαράδων του Φαλήρου τους έκανε αμέσως διακριτούς από τους υπόλοιπους. Επιστολικά δελτάρια, άρθρα και χρονογραφήματα αφιερώθηκαν σε αυτούς και στην τολμηρή μεθοδολογία τους. Ψάρεμα «δια πυρός και σιδήρου» έγραφαν με μεγάλους τίτλους οι εφημερίδες της εποχής. Οι «δυναμιτιστές» ή «δυναμιτάδες» ή «φουσεκάδες» ψαράδες ήταν εκείνοι που έβαζαν «φωτιά» στη θάλασσα. 

Οι ψαράδες του Ανδρέα Κρυστάλλη

Ψαράς στο Τουρκολίμανο 1960


Το λιμενικό δελτίο που εκδιδόταν σε καθημερινή βάση από το Λιμεναρχείο Πειραιώς ήταν γεμάτο από δικά τους ατυχήματα. Ακόμα και στις εποχές εκείνες που η οικολογία και ο σεβασμός στο περιβάλλον ήταν έννοιες σχετικώς άγνωστες, οι εφημερίδες έγραφαν για την εγκληματική ασυνειδησία να εφαρμόζεται αυτός ο τρόπος ψαρέματος που εξόντωνε στην κυριολεξία ολόκληρα γένη ψαριών και οδηγούσε στον αφανισμό τους. Μικρά ή μεγάλα ψάρια που τύγχανε να βρίσκονται στην ακτίνα του δυναμίτη εξοντώνονταν και για καιρό δεν ξαναπαρουσιαζόταν ούτε ίχνος λεπιού στην περιοχή εκείνη. Οι «φουσεκάδες» του Πειραιά (Τουρκολίμανου) και του Νέου Φαλήρου έπαιρναν τις βάρκες τους και τραβούσαν ανοιχτά. Καθόντουσαν σε πλήρη ακινησία αναμένοντας τα κοπάδια των ψαριών που θα τάραζαν την επιφάνεια της θάλασσας. Στην εποχή τους δεν υπήρχαν ούτε ραντάρ, ούτε ανιχνευτές, ούτε τίποτα. 

Ψαράδες του Πειραιά 1936

Ένα γυάλισμα στην επιφάνεια, ένα κούνημα της θάλασσας, ένα τρεμοπαίξιμο κύματος ήταν αρκετό για να πέσει το φουσέκι (ή φυσέκι αλλά και φισέκι). Τα αφρόψαρα βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή της εξόντωσης. Γόπες, μαρίδες, σαρδέλες, σαφρίδια ήταν ο πρώτος, ο εύκολος στόχος. Τοποθετούσαν στον δυναμίτη κοντό φυτίλι για να σκάσει αυτός μόλις πέσει στη θάλασσα. Για τα μεγαλύτερα βάθη αύξαναν το μήκος του φυτιλιού. Η χρήση του φουσεκιού όμως δεν θα μπορούσε να υπερβαίνει τα 20 με 25 μέτρα βάθος γιατί μετά τα σκοτωμένα ψάρια πήγαιναν προς τα κάτω και αδυνατούσαν να τα μαζέψουν. Το ψάρεμα με δυναμίτη ήταν αδύνατον να γίνει όταν επικρατούσαν αέρηδες και ταραγμένη θάλασσα διότι δεν μπορούσε να γίνει αντιληπτή η παρουσία ψαριών. 

Ψαράς 1939

Για αυτό τις ημέρες εκείνες τις θαλασσοδαρμένες οι ψαράδες για να μη χάσουν το μεροκάματο πλησίαζαν επικίνδυνα τις ακτές και έφταναν να ρίχνουν δυναμίτη μέχρι και σε όρμους κατοικημένους που η θάλασσα κάπως ηρεμούσε. Τότε σείονταν τα σπίτια και έφταναν να σπάσουν μέχρι και τα τζάμια. Τα κέρδη που απέφερε η μέθοδος ψαρέματος με φουσέκι ήταν μεγάλα όπως και οι ποσότητες που ψαριών που έβαζαν σκοτωμένα από τη θάλασσα. 

Το φουσέκι ή φυσέκι (με τον τρόπο γραφής της εποχής) προήλθε από την εποχή της τουρκοκρατίας (τουρκικά fisek) και σήμαινε τον κυλινδρικό σωλήνα με γόμωση και τη βολίδα που εμπεριείχε, δηλαδή το φυσίγγιο στα ελληνικά το οποίο αποτέλεσε ένα ακόμα αντιδάνειο, δηλαδή λέξη που οι ξένοι έλαβαν από την ελληνική γλώσσα, την προσάρμοσαν στους δικούς τους ήχους και στο ταξίδι της στο χρόνο αυτή επέστρεψε στον τόπο από τον οποίο αναχώρησε με τη νέα της μορφή. Έτσι λοιπόν, καθώς οι ψαράδες χρησιμοποιούσαν παράνομα το φουσέκι, μόλις μάζευαν τα σκοτωμένα ψάρια από την επιφάνεια της θάλασσας εξαφανίζονταν το δυνατόν γρηγορότερα για να μην τους πιάσουν, έφευγαν δηλαδή βολίδα από τον τόπο του «εγκλήματος», γίνονταν στην κυριολεξία φουσέκι! Με τα χρόνια το φουσέκι εκτός από τη γρήγορη αναχώρηση, την ταχύτητα, έφτασε να σημαίνει και την εξυπνάδα, τον ξύπνιο άνθρωπο που βγάζει ακούραστα χρήματα με εύκολο ή πλάγιο τρόπο όπως έπρατταν για χρόνια οι ψαράδες.

Ψαράδες στις Τζιτζιφιές 1903

 

Οι «φουσεκάδες»  έκρυβαν τα πυρομαχικά τους σε διάφορα ερημονήσια και βραχονησίδες ή σε ερημικές και απρόσιτες ακτές από όπου τα παραλάμβαναν πριν από κάθε ψάρεμα και δεν τα μετέφεραν ποτέ εξαρχής πάνω στο σκάφος τους, καθώς οι ποινές που επιβάλλονταν ήταν εξοντωτικές και έφταναν μέχρι και την δήμευση του αλιευτικού σκάφους. Δεν θα μπορούσε η κατάσταση αυτή να μείνει φυσικά ασχολίαστη από τον ποιητή Γεώργιο Σουρή που καθώς περνούσε τα καλοκαίρια του στο Νέο Φάληρο γνώριζε πολλά για τους «φουσεκάδες» αλιείς, μιλούσε μαζί τους, γνώριζε την δράση τους. Έγραψε ποίημα με τι τίτλο άραγε; Μα «Λιμενικό Δελτίο» φυσικά, αφού η δράση των φουσεκάδων καταγραφόταν καθημερινώς στα λιμενικά δελτία του λιμεναρχείου.

«Χθες παρά τον Φαληρέα ένα ψαράδικο καΐκι / Έρριπτε τα δίκτυα του με αφέλεια μεγάλη / Αλλά ηκούσθη αιφνιδίως ένας κρότος και τι φρίκη! / Όλη η θάλασσα εσείσθη, όπως εις ανεμοζάλην /Ενταυτώ χιλιάδες ψάρια ήρχισαν να αναπηδώσι /Πιθανόν τον Λιμενάρχην προσπαθούντα να ιδώση / Κι ήρχισε το κάθε ψάρι να φωνάζει απ’ το κύμα /Δυναμίτιδος πώς ήταν κατασκοτωμένον θύμα… / Εν τοσούτω κι οι ψαράδες έρριπτον σιγά παρέκει / Κάθε ώραν κι από ένα δυναμίτιδος φυσέκι / Κι από κρότους αντηχούσε κάθε πέτρα, κάθε βράχος… / Και συχνά πυκνά συμβαίνουν μερικά σπουδαία λάθη / Δηλαδή ουχί σπανίως με ροφούς και με χταπόδια / Βγαίνουν στον αφρό πολλάκις χέρια ανθρώπινα και πόδια».

Ο Σουρής από τους πρώτους στίχους αμέσως κάνει την αντιπαραβολή με τους νόμιμους ψαράδες που έριχναν τα δίχτυα τους όμως «με αφέλεια μεγάλη». Δηλαδή υπήρχαν κάποιοι νόμιμοι που αγωνίζονταν με τα δίχτυα να πιάσουν ψάρια όταν οι υπόλοιποι έριχνα τα φυσέκια με το κιλό! Αποτέλεσμα φυσικά ήταν ότι πολλές φορές αντί για ροφούς και χταπόδια έβγαιναν στον αφρό χέρια ανθρώπινα και πόδια! 

1936 Αλιείς Νέου Φαλήρου στα κύματα του Οκτωβρίου

Στα λιμενικά δελτία οι αρχές προσπαθούσαν να «εκπαιδεύσουν» τους αγοραστές ψαριών να μην αγοράζουν τα σκοτωμένα από δυναμίτες ψάρια «θα ξεχωρίσετε ένα ψάρι σκοτωμένο από δυναμίτη αν το πιάσετε από τη μέση και δείτε ότι η ουρά του και το κεφάλι του γέρνουν προς τα κάτω ξεχαρβαλωμένα! Το κρέας του δεν είναι όπως των υπολοίπων ψαριών σφιχτό, αλλά λιωμένο. Αν το πιέσετε με τον δάκτυλό σας θα το βρείτε πολύ μαλακό, σαν σάπιο». Όμως και οι δυναμιτιστές ψαράδες από την πλευρά τους γρήγορα έλαβαν τα μέτρα τους. Πωλούσαν τα ψάρια του δυναμίτη φθηνότερα των άλλων. Και το πενήντα τοις εκατό των ψαριών της αγοράς του Πειραιά ήταν αυτού του είδους. Ακόμα κι αν κάποιος είχε διαβάσει τη σχετική οδηγία του λιμενικού δελτίου, προτιμούσε να δώσει δύο δραχμές και να αγοράσει ροφό του δυναμίτη παρά τη νόμιμη μαρίδα που θα αγόραζε στην ίδια τιμή. Η επικίνδυνη μέθοδος αλιείας με δυναμίτη έκανε χρόνια να εξαλειφθεί και άφησε πίσω της δεκάδες εκατοντάδες νεκρούς και ανάπηρους αλιείς. 




Λιμενικόν Δελτίον

Χθες παρά τον Φαληρέα ένα ψαράδικο καίκι

Έρριπτε τα δίκτυα του με αφέλεια μεγάλη
Αλλά ηκούσθη αιφνιδίως ένας κρότος και τι φρίκη!
Όλη η θάλασσα εσείσθη, όπως εις ανεμοζάλην
Ενταυτώ χιλιάδες ψάρια ήρχισαν να αναπηδώσι
Πιθανόν τον Λιμενάρχην προσπαθούντα να ιδώση

Κι ήρχισε το κάθε ψάρι να φωνάζει απ’ το κύμα
Δυναμίτιδος πώς ήταν κατασκοτωμένον θύμα
Έτρεξεν ο Λιμενάρχης με την ατμοτελωνίδα
Έφθασε κι ο αστυνόμος παρευθύς στην παραλίαν
Πλήν δεν εύρον ειμή μόνον μια φρέσκη συναγρίδα
Κι ήρχισαν ευθύς και οι τρεις των σοβαράν συνομιλίαν
Συνεσκέφθησαν κατόπιν Λιμενάρχης κι αστυνόμος
Και τας σκέψεις των θα είπουν στον Πρωθουργόν συντόμως

Εν τοσούτω κι οι ψαράδες έρριπτον σιγά παρέκει
Κάθε ώραν κι από ένα δυναμίτιδος φυσέκι
Κι από κρότους αντηχούσε κάθε πέτρα, κάθε βράχος
Κι έτρεχε το βαποράκι με το μέγιστόν του τάχος.

Αλλ’ ενώ παντού φυσέκια δυναμίτιδος βυθίζουν
Και φονεύονται τα ψάρια στου ωκεανού τα βάθη
Φαίνεται πως οι ψαράδες τα νερά παραγνωρίζουν
Και συχνά πυκνά συμβαίνουν μερικά σπουδαία λάθη
Δηλαδή ουχί σπανίως με ροφούς και με χταπόδια
Βγαίνουν στον αφρό πολλάκις χέρια ανθρώπινα και πόδια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"