Η καταβύθιση του πλοίου "Ελλάς" στο λιμάνι του Πειραιά από τους Γερμανούς


Το ατμόπλοιο "Ελλάς" σε πίνακα φιλοτεχνημένο από τον Αντώνη Μιλάνο

του Στέφανου Μίλεση

Από τις 20 Απριλίου του 1941 και μετά, οι πληροφορίες για την κάθοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα είχαν λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Ήταν πολύ δύσκολο να ξεχωρίσει κάποιος την αληθινή είδηση, από την προπαγάνδα ή τη φήμη. Από τον μεγάλο βομβαρδισμό του λιμανιού και την ανατίναξη του φορτηγού πλοίου "ΚΛΑΝ ΦΡΑΪΖΕΡ" της 6ης Απριλίου, ο πληθυσμός του Πειραιά επεδίωκε με κάθε τρόπο την απομάκρυνση από μια πόλη που ήταν στόχος διότι ήταν λιμάνι. 

Όμως από τις 20 Απριλίου η απομάκρυνση αποτελούσε αναγκαιότητα λόγω της επικείμενης άφιξης των γερμανικών στρατευμάτων. Πανικός επικρατούσε μεταξύ των κατοίκων που αναζητούσαν να βρουν μέσο για να φύγουν προς τα νησιά και κύρια προς την Κρήτη. Οι εφημερίδες της 24ης Απριλίου αλλά και της επομένης ημέρας, προσπαθούσαν να καθησυχάσουν τον κόσμο με παροτρύνσεις που δημοσίευαν στις πρώτες τους σελίδες.  

24 Απριλίου 1941

25 Απριλίου 1941


Εκτός των τμημάτων στρατού που προσπαθούσαν να μετακινηθούν προς τη μεγαλόνησο για να συνεχίσουν τον αγώνα, τον ίδιο προορισμό είχαν θέσει και πολλοί άλλοι, χιλιάδες θα λέγαμε, απλών πολιτών κυρίως γυναικόπαιδων. Οι φήμες για πλοία που από τον Πειραιά θα αναχωρούσαν για Κρήτη έδιναν και έπαιρναν. Όχι ότι δεν υπήρχαν πλοία με προορισμό την Κρήτη. Υπήρχαν και πολλά μάλιστα. Ήταν όμως δεσμευμένα για την μεταφορά των συμμαχικών και των ελληνικών στρατευμάτων. Άλλα πλοία πάλι είχαν μετατραπεί σε νοσοκομειακά, τα οποία βρίσκονταν στο λιμάνι του Πειραιά, με αποστολή την φόρτωση τραυματιών. Έτσι τα πλοία που απέμεναν τελικώς για την μετακίνηση του κόσμου ήταν από λίγα έως ελάχιστα! 

Το εκστρατευτικό Σώμα των Βρετανών στον Πειραιά
1941 - Άγγλοι στον Πειραιά


Ανάμεσά τους το ατμόπλοιο «Ελλάς», για το οποίο είχε διαδοθεί η είδηση ότι από την 23η Απριλίου θα επέτρεπε την επιβίβαση επιβατών με δύο όμως προϋποθέσεις. Η πρώτη ήταν θα επιβιβάζονταν σε αυτό 300 τραυματίες στρατιώτες για την Κρήτη. Η δεύτερη προϋπόθεση ήταν ότι οι άμαχοι που θα επέβαιναν δεν θα έφεραν μαζί τους αποσκευές. Και μόνο η διάθεση κάποιων θέσεων για τους πολίτες, έστω και με αυτές τις προϋποθέσεις αποτελούσε λόγο μαζικής προσέλευσης κόσμου.  
Οι ώρες ήταν δύσκολες αλλά το εγχείρημα μεταφοράς στην Κρήτη δεν ήταν ακατόρθωτο. Στις 20 Απριλίου είχαν αποπλεύσει από τον Πειραιά δύο μικρά ακτοπλοϊκά με Βρετανούς στρατιώτες και κάποιους πολίτες. Ο απόπλους έγινε νύχτα και είχαν καταφέρει να φτάσουν στον προορισμό τους. 

Τόσο ο Βασιλιάς όσο και η Κυβέρνηση αναχωρούσαν για τον ίδιο προορισμό χωρίς να κοινοποιούν φυσικά το ταξίδι τους. Ακολουθεί το χάος των ημερών εκείνων της ακυβερνησίας, των βομβαρδισμών και της έλλειψης συντονισμού και διαχείρισης της ναυτικής εξόδου των συμμαχικών και των ελληνικών στρατευμάτων, των τραυματιών και του άμαχου πληθυσμού.  

Ο κόσμος είχε καταλάβει ότι η εμφάνιση των Γερμανών στους δρόμους της πόλης ήταν ζήτημα ωρών. Ο Δήμαρχος του Πειραιά Μιχάλης Μανούσκος άλλωστε, είχε δώσει εντολή να ασβεστωθούν όλοι οι τοίχοι των σπιτιών που έφεραν πάνω τους συνθήματα πατριωτικά για τη νίκη του ελληνικού στρατού στο μέτωπο ή στη γραμμή των οχυρών, για να μην προκαλούν τους Γερμανούς που σε λίγες ώρες θα εμφανίζονταν στην πόλη. Πολλές οικογένειες έλαβαν την απόφαση να αναχωρήσουν για τα νησιά ή για την Κρήτη πιστεύοντας ότι εκεί η κατάσταση θα είναι ηπιότερη. Άλλες οικογένειες που δεν είχαν αυτή την δυνατότητα εμπιστεύονταν τα παιδιά τους στις πρώτες για να τα οδηγήσουν σε μέρη με μεγαλύτερη ασφάλεια.  


Άμαχος πληθυσμός, κυρίως γυναικόπαιδα, συγκεντρώθηκε ώρες πολλές πριν τον απόπλου, από την προηγούμενη κιόλας ημέρα μπροστά από το ατμόπλοιο "Ελλάς" που βρισκόταν στο λιμένα Αλών μπροστά από το κτήριο του Ηλεκτρικού Σταθμού. Η θέση του δεν ήταν τυχαία καθώς προοριζόταν για τους αμάχους οι οποίοι κατέβαιναν μάλιστα και από την Αθήνα με τον "Ηλεκτρικό" για να επιβιβαστούν σε αυτό και να απομακρυνθούν από τους Γερμανούς που αναμένονταν στην πρωτεύουσα. Η κλίμακα του πλοίου άνοιξε για την είσοδο επί του πλοίου,  κάτω από την πίεση του κόσμου στις δύο το μεσημέρι της ημέρας αναχώρησης, που ήταν η 24η Απριλίου του 1941, αν και το ταξίδι θα ξεκινούσε στις οκτώ το βράδυ. Το «Ελλάς» θα ταξίδευε νύχτα για μεγαλύτερη προστασία από τα γερμανικά αεροπλάνα και θα αποτελούσε μέρος μιας νηοπομπής.  

Με το που γεφύρωσε η κλίμακα το πλοίο με την αποβάθρα, το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, πανικός μεγάλος επικράτησε. Επιβιβάστηκαν πρώτα οι 300 τραυματίες στρατιώτες. Στη συνέχεια ο κόσμος που συνέρρεε και καθόταν όπου έβρισκε ελεύθερο χώρο πάνω στο πλοίο. Άλλοι πάνω στα ξάρτια, στη τσιμινιέρα και στο λεβητοστάσιο. Το «Ελλάς» στέναζε κάτω από το βάρος των επιβατών του οι οποίοι είχαν φτάσει να αριθμούν περισσότερα από 600, 700 ή ακόμα και 800 άτομα, στο μεγαλύτερο μέρος τους γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι. Κανείς δεν καταμετρούσε όσους ανέβαιναν στο πλοίο.

Ο κυβερνήτης Λουκάς Αδαμόπουλος βλέποντας ότι ο κόσμος δεν σταματούσε την επιβίβαση παρά την πληρότητα του πλοίου, διέταξε την απόσυρση της κλίμακας επιβίβασης. Η πληρότητα του πλοίου καθορίστηκε οπτικά, από το αδιαχώρητο που είχε δημιουργηθεί επί του πλοίου, και δεν υπήρξε αποτέλεσμα κάποιας καταμέτρησης των επιβατών. 
Η ώρα όταν διατάχθηκε η απόσυρση της κλίμακας ήταν 06.20’, μιάμιση δηλαδή ώρα πριν τον απόπλου. Ο κόσμος περίμενε υπομονετικά να έρθει η ώρα της αναχώρησης.

Το «Ελλάς» ναυπηγήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1893 έχοντας αποστολή να αποτελέσει τη θαλαμηγό του βαθύπλουτου Αμερικανού Vanderbilt και έφερε το όνομα "Valiant".  Το 1927 αγοράστηκε από τον Αθανάσιο Μανουηλίδη και μετονομάστηκε σε «Ήρα Μ.». Όταν αργότερα περιήλθε στην "Ακτοπλοΐα Ελλάδος" μετονόμασε σε «Ελλάς». 
Θεωρείτο ένα από τα ομορφότερα σκαριά στον προπολεμικό Πειραιά και αυτό όχι τυχαία. Κατά την τελευταία μετονομασία του ανακαινίστηκε πλήρως σε κρουαζιερόπλοιο. Βάφτηκε ολόλευκο και παρότι παρείχε υπηρεσίες περιηγητικού πλοίου, εκτελούσε δρομολόγια σε γραμμές ακτοπλοΐας. Έτσι το όμορφο σκαρί του βαθύπλουτου Αμερικανού, βρέθηκε στον Πειραιά να μεταφέρει νησιώτες στα καταγάλανα νερά του Αιγαίου. 

Το ατμόπλοιο "Ελλάς" την εποχή ακόμα που ήταν μαύρο και έφερε το όνομα "Ήρα Μ.".
Στο βάθος το Χατζηκυριάκειο Ίδρυμα.



Παράλληλα με την επιβίβαση των αμάχων στο "Ελλάς" οκτώ ακόμα επιβατηγά θα αναχωρούσαν για την Κρήτη. Τα πέντε από αυτά ήταν πρυμνηοδετημένα στην Ακτή Τζελέπη και άλλα τρία προς τις δεξαμενές του Βασιλειάδη. Σε αυτά η επιβίβαση είχε αρχίσει από τις πέντε το απόγευμα με τάξη όμως καθώς σε αυτά θα επιβιβάζονταν στρατιώτες, σε αντίθεση με την αταξία των πλοίων που θα μετέφεραν αμάχους. 

Στις 19.35’ ώρα οι σειρήνες της πόλης άρχισαν να ουρλιάζουν δαιμονισμένα, πριν ακόμα τα Γερμανικά αεροπλάνα να εμφανιστούν στον ορίζοντα. Μερικά λεπτά αργότερα τα πυροβολεία του Προφήτη Ηλία, της Πλατείας Καραϊσκάκη, της Ψυττάλειας και του Ναυστάθμου, επιβεβαίωναν την εγκυρότητα του συναγερμού καθώς άρχισαν να βάλλουν δαιμονισμένα. Τον τελευταίο καιρό οι κάνες των αντιαεροπορικών του Πειραιά είχαν σχεδόν παραμορφωθεί από τα χιλιάδες βλήματα που είχαν ρίξει από την 6η Απριλίου και μετά που οι Γερμανοί επιτέθηκαν στη χώρα. Επί δεκαπέντε ημέρες περίπου, έριχναν ακατάπαυστα, αντιμετωπίζοντας πολλαπλές ημερήσιες επιδρομές εκατοντάδες γερμανικών αεροπλάνων. Οι υπεύθυνοι Αξιωματικοί αεράμυνας, βλέποντας τη μαζικότητα των επιθέσεων των γερμανικών βομβαρδισμών στον Πειραιά, είχαν ενισχύσει τα αντιαεροπορικά στοιχεία θέτοντας τέτοια ακόμα και στο κέντρο της Πλατείας Καραϊσκάκη αλλά και στην ακτή της Πειραϊκής. 

Τον Απρίλιο του 1941 αντιαεροπορικά στοιχεία αεραμύνης τέθηκαν ακόμα και στην Πλατεία Καραϊσκάκη
Πυροβόλα ελληνικής αντιαεροπορικής αμύνης βάλλουν κατά την διάρκεια νυχτερινής επιδρομής

Στο μεταξύ ο κυβερνήτης του «Ελλάς» με το πλήρωμά του, προσπαθούσαν να εκκενώσουν το κατάφορτο πλοίο, βλέπονταν το τι επρόκειτο να συμβεί. Κραύγαζαν από τα μεγάφωνα του πλοίου για την εκκένωσή του, αλλά κανείς από τους επιβάτες δεν ήταν διατεθειμένος να ακολουθήσει την οδηγία. Κάθε επιβάτης θεωρούσε τον εαυτό του τυχερό που είχε καταφέρει πρωτίστως να επιβιβαστεί, πόσο μάλλον όταν είχε εξασφαλίσει καμπίνα ή κάποια θέση στο σαλόνι του επιβατικού ατμόπλοιου. Κανένας δεν κίνησε να κατέβει ακολουθώντας τις παροτρύνσεις του πληρώματος. 

Τα αεροπλάνα προσέγγιζαν ολοένα και περισσότερο. Την ίδια αδυναμία εκκένωσης των επιβατών παρουσίαζαν και το διπλανό ατμόπλοιο το «Σάμος». Ο κόσμος δεν είχε καταλάβει την θανάσιμη παγίδα στην οποία είχε εμπλακεί. Ένα ακίνητο επιβατικό πλοίο, δεμένο στην προβλήτα και μάλιστα κατάφορτο αποτελούσε τον πιο εύκολο στόχο για τους εμπειροπόλεμους πιλότους των Στούκας. Ο Κυβερνήτης Αδαμόπουλος βλέποντας το μάταιο των ανακοινώσεων, έκοψε τους κάβους και κίνησε να απομακρυνθεί από την αποβάθρα.  

Τριάντα πέντε με σαράντα γερμανικά αεροπλάνα έφτασαν πάνω ακριβώς από το λιμάνι. Από την ειδοποίηση των σειρήνων της παθητικής αεράμυνας μέχρι τη ρίψη της πρώτης βόμβας, είχαν μεσολαβήσει κάποια πολύτιμα λεπτά, χρόνος που δεν ήταν ικανός για την πλήρη εκκένωση του πλοίου, οπωσδήποτε όμως ήταν αρκετός για να αποβιβαστεί τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος. Ωστόσο όλοι βρίσκονταν ακίνητοι στις θέσεις τους. Τα γερμανικά αεροπλάνα εμφανίστηκαν αρχικά πολύ ψηλά στον ορίζοντα. Ο κόσμος που τα έβλεπε εκεί ψηλά στον θόλο του ουρανού, θεώρησε ότι δεν αποτελούσαν απειλή. Ξαφνικά το ένα μετά το άλλο, άρχισαν τις θανατηφόρες βουτιές τους. Εφορμούσαν καθέτως και φτάνοντας μέχρι τα 200 ή και τα 100 μέτρα ακόμα, εξαπέλυαν το φονικό τους φορτίο. Από την πρώτη στιγμή όλα τα πλοία που θα αποτελούσαν τη νυχτερινή νηοπομπή βρέθηκαν στο στόχαστρο. Οι δύο πρώτες βόμβες που πέφτουν στην θάλασσα αστοχούν αλλά προκαλούν πανικό και μόνο με τους πίδακες νερού που σηκώνεται από την έκρηξη. Αυτοί οι πίδακες  καταβρέχουν τους επιβάτες του καταστρώματος λούζοντάς τους με θαλασσινό νερό. Τότε μόνο όλοι καταλαβαίνουν την επικινδυνότητα της παραμονής τους πάνω στο πλοίο. 

Αρχίζει ένας νέος πανικός, αλλά με την αντίθετη αυτή την φορά κατεύθυνση. Από το πλοίο προς την προβλήτα. Οι ίδιοι που στριμώχνονταν να ανέβουν στο πλοίο για τη σωτηρία τους, στριμώχνονται τώρα να κατέβουν, πάλι για τον ίδιο λόγο. Όμως η μια στενή κλίμακα, αδυνατεί να εξυπηρετήσει τα πάνω από 600 άτομα, κατ΄ άλλους 800 άτομα, που επιβαίνουν στο «Ελλάς». Κάποιοι πηδούν στη θάλασσα. Οι περισσότεροι όμως καθώς φέρουν πάνω τους χρήματα, έγγραφα, κοσμήματα διστάζουν να πέσουν. Άλλες περιπτώσεις αφορούν οικογένειες που προτιμούν να παραμείνουν μαζί. 

Ο Πειραιάς στο μεταξύ σείεται από τις εκρήξεις των βομβών, τις αντιαεροπορικές βολές, τον βόμβο των Στούκας που προκαλούν τρόμο. Ο σώζων εαυτόν σωθήτω. Και καθώς το ανθρώπινο ένστικτο επιβίωσης είναι πιο δυνατό από την ανατροφή ενός ανθρώπου ή την παιδεία του, ο ανθρωπισμός παύει να υφίσταται. Οι δυνατότεροι ωθούν βιαίως όσους βρίσκονται μπροστά τους για να περάσουν πρώτοι. 

Τα γερμανικά αεροπλάνα διαγράφουν κύκλους πάνω από την Ακτή Μιαούλη και επιτίθενται χρησιμοποιώντας ακόμα και τα πυροβόλα που φέρουν πάνω τους. Οι συριγμοί από τις σειρήνες που φέρουν τα Στούκας στα φτερά τους δημιουργούν από μόνοι τους μια πραγματική παραφροσύνη, ακόμα και αν δεν ακουγόταν τίποτε άλλο, ακόμα κι αν εφορμούσαν χωρίς να πολυβολούν ή να βομβαρδίζουν. Τα αντιαεροπορικά ματαίως προσπαθούν να τα αναχαιτίσουν. Είναι τα μόνα άλλωστε που συνεχίζουν να βάλλουν σε μια χώρα που τα πάντα σχεδόν έχουν παραλύσει. Τα πέντε πλοία της Ακτής Τζελέπη γίνονται παρανάλωμα του πυρός με πλήθος θυμάτων μεταξύ των επιβαινόντων στρατιωτικών. Τα τρία όμως της Ακτής Βασιλειάδη απέπλευσαν κανονικά και έφτασαν στην Κρήτη.   


Το «Ελλάς» πλήττεται στη μέση προς το μέρος της καπνοδόχου. 
Μεγάλη πυρκαγιά εξαπλώνεται συνεπεία εκρήξεως, κάνοντας το τραγικό πλοίο να φλέγεται από την πλώρη έως την πρύμνη. Το πλοίο ωστόσο αν και φλεγόμενο ακολουθούσε αργά σχεδόν ανεπαίσθητα την πορεία που είχε χαράξει προς την έξοδο του λιμανιού, λίγα λεπτά μόλις πριν ο Κυβερνήτης του, σε μια προσπάθεια να πετύχει μια έξοδο από τη θανάσιμη αγκαλιά του λιμανιού. Ο Κεντρικός λιμενάρχης Πειραιώς Α. Μπαχάς επιβιβάστηκε ο ίδιος σε ένα ρυμουλκό με τον Αρχικελευστή Μπουκουβάλα και έναν πυροβολητή πλησίασαν το σκάφος που καιγόταν. 

Είναι αδύνατον να φανταστεί κάποιος τι μπορεί να συμβαίνει την στιγμή εκείνη στο εσωτερικό του πλοίου με τους επιβάτες εγκλωβισμένους σε σημεία που μόλις μια ώρα πριν θεωρούνταν προνομιούχα. Μια εσωτερική καμπίνα που παρείχε άνεση σε μια οικογένεια, η οποία σίγουρα θα θεωρείτο ζηλευτή που την κατείχε, τώρα μεταβαλλόταν σε έναν θάλαμο θανάτου!






Φωτογραφίες από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς του Απριλίου του 1941


Οι βολές τόσο των αεροπλάνων όσο και των αντιαεροπορικών συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό. Γύρω από το «Ελλάς» ή ό,τι έχει απομείνει από αυτό εμφανίζονται άνθρωποι στην επιφάνεια της θάλασσας που φλεγόταν.

Η χαοτική κατάσταση από τα δεκάδες πλοία που φλέγονταν και βυθίζονταν δημιούργησε ένα σκηνικό πρωτόγνωρο. Ένας λιμενικός αξιωματικός, ο Υποπλοίαρχος Α. Βαγενάς, είδε έναν Βρετανό Ταγματάρχη με τη χλαίνη του να κολυμπάει. Τον ρωτάει αν είναι εντάξει και εκείνος απαντάει ότι δεν έπαθε τίποτα. Στη συνέχεια όμως όταν τον ανεβάζει στη βάρκα βλέπει με φρίκη ότι ανασύρει το μισό σχεδόν σώμα του Βρετανού, ο οποίος έχει υποστεί ακρωτηριασμό αλλά δεν τον έχει αντιληφθεί! 

Για σχεδόν το ένα τρίτο των επιβατών του επιβατηγού ατμόπλοιου «Ελλάς» ο θάνατος ήταν ακαριαίος. Αυτό το ένα τρίτο αναλογούσε στους εγκλωβισμένους στο εσωτερικό του πλοίου που κατά κύριο λόγο ήταν οι τραυματίες που πρώτους είχαν κατεβάσει. Αλλά και για τους υπόλοιπους η τύχη δεν ήταν καλύτερη. Οι αιτίες θανάτου ήταν πολλές. Πολυβολισμό των αεροπλάνων, έκρηξη βομβών, πυρκαγιά, ασφυξία, από θραύσματα του ωστικού κύματος ή την κυριότερη αιτία όλων που ήταν ο πνιγμός στη θάλασσα. 

Λόγω της τραγικότητας των στιγμών, της καθημερινής καταβύθισης πολλών ελληνικών πλοίων και του χάους που επικρατούσε γενικότερα, ο προσδιορισμός του αριθμού των θυμάτων διαφέρει ανάλογα με την πηγή από 400 έως και 800 άτομα! Το Ινστιτούτο Ιστορίας Εμπορικής Ναυτιλίας στο βιβλίο με τίτλο "Η εξέλιξη της Ελληνικής Εμπορικής Ναυτιλίας στο πέρασμα των αιώνων" προσδιορίζει τον αριθμό των θυμάτων του ατμόπλοιου "Ελλάς" στους 800, δηλαδή αναφέρει την πλήρη απώλεια των επιβατών του! 

Το ατμόπλοιο κάηκε ολοσχερώς αλλά έμεινε στην επιφάνεια τη θάλασσας να επιπλέει μισοβυθισμένο. Τις επόμενες ώρες ένα εξοπλισμένο και επιταγμένο ρυμουλκό από το φόβο μήπως το πλοίο παρασυρθεί από τα ρεύματα και κλείσει την είσοδο-έξοδο του ελεύθερου ακόμα πειραϊκού λιμανιού, έριξε πέντε βολές στα πλευρά του και το καταβύθισε. 

Στις 27 Απριλίου οι Γερμανοί εισήλθαν στον Πειραιά όπου βρήκαν μια πόλη κατεστραμμένη κι έρημη. Πήγαν στο μέγαρο Βάττη και παρέλαβαν την υπηρεσία του Λιμεναρχείου που στεγαζόταν σε αυτό. Οι ελληνικές υπηρεσίες του Λιμεναρχείου μεταφέρθηκαν τις επόμενες ημέρες σε διάφορα κτήρια της οδού Φίλωνος.   


Πηγές:
- Ιστορία του Λιμενικού Σώματος, Ένωση Αποστράτων Αξιωματικών Λιμενικού Σώματος, 1999
- Ινστιτούτο Ιστορίας Εμπορικής Ναυτιλίας "Η εξέλιξη της Ελληνικής Εμπορικής Ναυτιλίας στο πέρασμα των αιώνων"
- Ημερήσιος τύπος εποχής.   



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"