Όταν ο Χαρίλαος Βασιλάκος διοργάνωνε στον Πειραιά αγώνα προς τιμή του φίλου του Σπύρου Λούη

Ο χάρτης της διαδρομής του αγώνα δρόμου δέκα χιλιομέτρων με τίτλο
"Γύρος Πειραιά Σπύρος Λούης" έμπνευση του Χαρίλαου Βασιλάκου
διοργανωμένος από τον Ολυμπιακό και τον Δήμο Πειραιώς

του Στέφανου Μίλεση

Στις 26 Μαρτίου του 1940 πεθαίνει ο μεγάλος Μαραθωνοδρόμος της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας ο Σπύρος Λούης, ο νικητής του πρώτου αγωνίσματος του Μαραθώνιου του 1896. Το όνομα του Σπύρου Λούη, αγαπήθηκε πολύ από τον ελληνικό λαό και συνδέθηκε όσο κανένα άλλο με τον γενέθλιο τόπο του, το Μαρούσι.

Ένας άλλος μαραθωνοδρόμος ο Χαρίλαος Βασιλάκος που ήταν ο δεύτερος ολυμπιονίκης του ίδιου Μαραθώνιου, διατηρούσε μια στενή, αδελφική φιλία με τον Σπύρο Λούη σε όλη του τη ζωή. 
Το σπίτι του Χαρίλαου Βασιλάκου ήταν στον Πειραιά, στο Πασαλιμάνι όπου έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του. Ο ίδιος ήταν γεννημένος στην Τρίπολη το 1877, με οικογενειακή καταγωγή από την Λακωνία.  Όταν ανακοινώθηκε ο θάνατος του Σπύρου Λούη, στον πρώτο άνθρωπο που απευθύνθηκαν πολλοί από τους συντάκτες του ημερήσιου τύπου για να λάβουν συνέντευξη, ήταν στον αδελφικό και παλαιό συναθλητή του, τον Χαρίλαο Βασιλάκο.

Η εφημερίδα «Ελληνικόν Μέλλον» δημοσίευσε στις 30 Μαρτίου του 1940, τέσσερις μέρες δηλαδή μετά τον θάνατο του Λούη, συνέντευξη του Χ. Βασιλάκου. 
Διαβάζοντάς την κάποιος καταλαβαίνει την αγάπη και το σεβασμό που έτρεφε ο Βασιλάκος για τον Λούη. Με δάκρυα στα μάτια σχεδόν ο Βασιλάκος αφηγήθηκε τα εξής:  

«Στο Μαρούσι ανταμώσαμε όλοι οι δρομείς Έλληνες και ξένοι. Κάθε ένας προσπαθούσε να ψυχολογήσει τον αντίπαλό του. Εγώ από τους Έλληνες δεν φοβόμουνα κανένα γιατί τους είχα νικήσει εις τους προκριματικούς. Μόνον οι ξένοι αποτελούσαν για μένα πρόβλημα. Αλλά μέσα στους δικούς μας προσπαθούσα να ανακαλύψω τον σύντροφό μου που θα με ξεκούραζε στον δρόμο. Ήθελα την αβάντα του. Τον Λούη αλήθεια δεν τον πρόσεξα. Ήταν άγνωστος. 

Όταν άρχισε ο δρόμος εγώ έτρεχα με την γνωστή τακτική μου. Αργά δια να έχω δυνάμεις εις το τέλος. Όταν με ξεπέρασε ο Λούης αισθάνθηκα μεγάλη χαρά γιατί είχα και έναν άλλο Έλληνα δυναμικό στο αγώνισμα. Από τους Αμπελοκήπους είχαμε αφήσει πίσω μας τον μοναδικό ξένο μαραθωνοδρόμο τον Κέλενερ. 

Προσπάθησα να πλησιάσω τον Λούη που προπορευόταν καμιά διακοσαριά μέτρα. Δεν κατόρθωσα να τον φτάσω γιατί αυτός έτρεχε σαν δαιμονισμένος. Πάντως και η δική μου χαρά ήταν μεγάλη γιατί τον Μαραθώνιο κέρδισε Έλληνας. Δεν πειράζει που δεν ήλθα πρώτος. Πάντως αν δεν ήταν ο Λούης εγώ θα νικούσα αφού ήλθα σε λίγο από αυτόν στο Στάδιο.

Χαρίλαος Βασιλάκος
Αφού ξεκουραστήκαμε μετά τον Μαραθώνιο πρώτη σκέψη μας ήταν να γιορτάσουμε το γεγονός. Τότε ο Λούης στ’  αποδυτήρια μας πρότεινε να πάμε στο Μαρούσι. Από την στιγμή εκείνη γίναμε οι καλύτεροι φίλοι μέχρι την τελευταία του στιγμή.

Όταν φθάσαμε στο Μαρούσι τι να σας πω. Το βρήκαμε ανάστατο. Οι τουφεκιές μας ξεκούφαιναν τ’  αυτιά. Λες και κάνανε Ανάσταση. Στην πραγματικότητα είχαν δίκιο οι άνθρωποι. Ο πατριώτης τους είχε νικήσει.

Πρώτα πήγαμε στο σπίτι του Λούη, όπου ο Σπύρος φίλησε το χέρι της μητέρας του και του πατέρα του. Αφού μας τράταραν στο σπίτι του μας άρπαξαν πλέον οι φίλοι του.  Δεν είχαμε βγει από το σπίτι του και ένας αγροφύλακας μας είπε πως μας περίμενε ο παπάς στο σπίτι του. Έτσι εγώ κι ο Λούης και καμιά εικοσαριά φίλοι του ξεκινήσαμε για το σπίτι του παπά. Το σπίτι του Λούη από του Παπά δεν απείχε παρά 50 σχεδόν μέτρα. Αλλά για να φθάσουμε εκεί κάναμε δύο ολόκληρες ώρες. Έπρεπε από κάθε σπίτι που περνούσαμε να μπούμε μέσα να μας τρατάρουν. Γριούλες άνοιγαν την πόρτα των σπιτιών των με μια παράκληση:

-Έλα Σπύρο με την παρέα σου να σε κεράσουμε κι εμείς.

Ο Σπύρος καλόκαρδος πάντοτε δεν χαλούσε χατίρι. Κι έτσι από σπίτι σε σπίτι φτάσαμε και στου παπά κατά τα μεσάνυχτα. Πόσο συγκινητική ήταν η συνάντηση του Λούη με τον παπά του χωριού του! Ο Σπύρος θεοσεβέστατος τον αγαπούσε. Μόλις τον αντίκρισε γονάτισε και με δάκρια στα μάτια του φίλησε το χέρι. Η συγκίνησή του Παπά ήταν πολύ μεγάλη μα και η δική μας μόλις μετά βίας δεν εξεδηλούτο.  Ύστερα από τα τυπικά μόλις έδωσε το σύνθημα ο παπάς, το ρίξαμε στο γλέντι μέχρι το πρωί. Από το σπίτι του παπά Θα πέρασαν όλοι οι κάτοικοι.

Ο παπάς κάθε λίγο έλεγε:

-         Πιέτε Μαρουσιώτες απόψε. Πιέτε και χαρείτε στ’  αρχοντικό μου γιατί η νίκη του Σπύρου είναι σα δική μου. Τόσο πολύ τον αγαπάω τον Σπύρο. Τον θεωρώ σαν παιδί μου.  
Το γλέντι στο Μαρούσι το συνεχίσαμε και μερικές μέρες ακόμη. Μέχρι το απόγευμα της 30ης Μαρτίου γιατί την άλλη μέρα μας είχαν καλέσει στ’  Ανάκτορα. Τώρα πια ο Λούης δεν υπάρχει. Ο Λούης υπήρξε ο αθλητής που αγαπήθηκε πολύ από τον Ελληνικό λαό και που θα παραμείνει το όνομά του αξέχαστο στη μνήμη όλων».

Ο Χαρίλαος Βασιλάκος δεν ξέχασε ποτέ τη φιλοξενία που του επιφύλαξε ο Λούης όταν μετά τον Μαραθώνιο, τον κάλεσε στο σπίτι του στο Μαρούσι για τον εορτασμό των επινικίων. Έκτοτε ποτέ δεν σταμάτησε να επικοινωνεί μαζί του, να μαθαίνει τα νέα του. Θεωρούσε το σπίτι του Λούη σαν δικό του και πολλές φορές ξεκινούσε από τον Πειραιά για να ανέβει στο Μαρούσι να δει τον φίλο του.

Μετά το θάνατο του Λούη ο Χαρίλαος Βασιλάκος ψάχνοντας τρόπο να τιμήσει τον φίλο του όχι στο Μαρούσι, αλλά στον Πειραιά, ήρθε σε συνεννόηση με τον Δήμαρχο της πόλης που ήταν τότε ο Μιχάλης Μανούσκος ο οποίος ήταν και Πρόεδρος του Ολυμπιακού.

Ο Χαρίλαος Βασιλάκος σε λεπτομέρεια μεγαλύτερης φωτογραφίας της wikipedia.
Χαρίλαος Βασιλάκος
(Φωτογραφία από http://oreini-ileia.blogspot.gr)


Ο Βασιλάκος πέτυχε με τη συνδρομή του Ολυμπιακού και του Δήμου Πειραιά, να διοργανώσει στις 21 Απριλίου του 1940 έναν αγώνα δρόμου δέκα χιλιομέτρων, που ονομάστηκε «Γύρος του Πειραιά Σπύρος Λούης» στη μνήμη του φίλου του. Αυτή η εκδήλωση στον Πειραιά από τον Ολυμπιακό ήταν η πρώτη που έγινε στην Ελλάδα ώστε να τιμηθεί μεταθανάτια ο Αμαρουσιώτης Σπύρος Λούης.

Η 21η Απριλίου του 1940 ήταν Κυριακή και είχε ορισθεί η εκκίνηση του αγώνα να γίνει στις 11.30 το πρωί. Μπορούσαν να συμμετάσχουν αθλητές από την Αθήνα και τον Πειραιά. Η αφετηρία του αγώνα είχε οριστεί να είναι στις ναυτικές εγκαταστάσεις του Ολυμπιακού στον όρμο του Τουρκολίμανου. 

Το ίδιο σημείο αποτελούσε και τον τερματισμό της διαδρομής. Επρόκειτο δηλαδή μια πορεία κυκλική που θα διέτρεχε όλη την πόλη, το μήκος της οποίας ήταν ακριβώς δέκα χιλιόμετρα. Η απόφαση του Ολυμπιακού να τιμήσει με τον «Γύρο του Πειραιά» τη μνήμη του Σπύρου Λούη, ικανοποιώντας το αίτημα του φίλου του Πειραιώτη Χαρίλαου Βασιλάκου, προκάλεσε βαθιά ικανοποίηση στους Πειραιώτες καθώς γνώριζαν ότι ο Πειραιάς ήταν η πρώτη πόλη στην Ελλάδα που τιμούσε έναν μεγάλο αθλητή, που με τη νίκη του είχε στερήσει τον Πειραιά από έναν θρίαμβο όμοιο με εκείνον του Αμαρουσίου, καθώς ο Χαρίλαος Βασιλάκος θα ήταν εκείνος το όνομα το οποίου η ιστορία θα είχε καταγράψει με χρυσά γράμματα αφού τερμάτισε δεύτερος πίσω από τον Λούη.

Προτροπή της 11ης Μαρτίου του 1896, της πειραϊκής εφημερίδας "ΣΦΑΙΡΑ" για τον Πειραιώτη Μαραθωνοδρόμο Χαρίλαο Βασιλάκο, για να κερδίσει τον προκριματικό Ολυμπιακό Μαραθώνιο, που θα διεξαγόταν την επομένη ημέρα (12 Μαρτίου), ώστε να καταστεί ο "Πειραιεύς Νικητής". 


Παρότι ήταν πρόθεση του τότε Δημάρχου Πειραιώς Μιχάλη Μανούσκου να καθιερωθεί μόνιμα η τέλεση του «Γύρου του Πειραιά» στη μνήμη του Σπύρου Λούη, αυτό δεν κατορθώθηκε, καθώς η έλευση του καταστροφικού Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η κατοχή και ο μετέπειτα εμφύλιος, έθεσαν άλλες προτεραιότητες που αφορούσαν την επιβίωση και την ανόρθωση μιας πόλης που είχε μεταβληθεί σε ερείπια. Η δε ενέργεια του Ολυμπιακού θεωρήθηκε μια από τις σπουδαιότερες ενέργειες αθλητικού αλτρουισμού, παρότι χάθηκε στον καπνό του πολέμου που ακολούθησε.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"