Η φωτογράφιση μιας ιστορίας και η ιστορία μιας φωτογραφίας

"Για να με θυμάσαι πάντα με αγάπη", Πειραιάς 1928



του Στέφανου Μίλεση

Με είκοσι δευτερόλεπτα ακινησίας κέρδιζες μια θέση στην αιωνιότητα. Διότι τόσος ήταν ο χρόνος που απαιτούσε η τεχνολογία της εποχής να μείνει ο φακός ανοιχτός ώστε να μπορέσει η φωτογραφική πλάκα να αποτυπώσει την εικόνα. Και ο χρόνος των είκοσι δευτερολέπτων ακόμα και σήμερα θεωρείται μεγάλο χρονικό διάστημα για να μείνει κάποιος ακίνητος. Και καθώς οι φωτογραφικές πλάκες ήταν πανάκριβες, ο φωτογράφος δεν είχε καμία όρεξη να καταστρέψει πολλές. Στην προσπάθειά του λοιπόν να πετύχει καλή φωτογράφιση σκηνοθετούσε «στημένες πόζες».

Σταδιακά Αθήνα και Πειραιάς γέμισαν από καταστήματα φωτογραφίας ενώ όσο περνούσε ο καιρός η φωτογράφιση δεν αποτελούσε προνόμιο μόνο των λίγων που διέθεταν χρήματα, αλλά σχεδόν όλου του κόσμου. Οι χρόνοι στησίματος στο φακό περιορίστηκαν, οι πόζες αυξήθηκαν ανάλογα με την ευρηματικότητα του φωτογράφου – σκηνοθέτη, και η τεχνολογία της φωτογραφίας ολοένα και προχωρούσε περισσότερο. Όσο όμως κι αν η φωτογραφία εξελίχθηκε, η βασική της ιδέα έμεινε η ίδια. Με τη φωτογραφία ο χρόνος παγιδεύεται και αποτυπώνεται σε ένα κομμάτι χαρτί, ενώ ακόμα και σήμερα που η αποθήκευση γίνεται σε ψηφιακή μορφή, η γοητεία της φωτογραφίας παραμένει η ίδια.  

Η παγίδευση μιας χρονικής στιγμής, δεν διαφέρει σε τίποτα από μια χρονοκάψουλα. Σε σύντομο χρόνο, όσο απαιτείται για να κοιτάξει ο θεατής μια φωτογραφία, μεταφέρεται αυτομάτως σε άλλες εποχές και βλέπει ανθρώπους που δεν βρίσκονται στη ζωή να του χαμογελούν ή να εκφράζουν τα αισθήματά τους ανάλογα με την περίσταση.

Στον Πειραιά φωτογραφείο (Ατελιέ) Θεμιστοκλή Κέλερη - Βασιλέως Κωνσταντίνου και Ναυάρχου Μπήττυ


Η ιδέα από μόνη της πάντα γοήτευε εμάς τους ανθρώπους καθώς γνωρίζουμε πολύ καλά ότι ο χρόνος είναι ανίκητη δύναμη που καταπίνει τα πάντα στο πέρασμά του. Οι φωτογραφίες λοιπόν συνθέτουν κομμάτια της ιστορίας μας, έστω και αν δεν απεικονίζουν ιστορικές στιγμές ή ιστορικά πρόσωπα. Μπορεί να είναι σημαντικά στην δική μας, την προσωπική ιστορία. Άλλωστε ο ίδιος ο χρόνος στο πέρασμά του, μετατρέπει μια αδιάφορη φωτογραφία, σε ιστορική! Δείτε τι συμβαίνει στις δημοπρασίες και στο εμπόριο των παλαιών φωτογραφιών. Χρήματα αλλάζουν χέρια για να αποκτηθεί μια φωτογραφία που ογδόντα χρόνια πριν, είναι απολύτως σίγουρο ότι κανένας δεν θα την ήθελε ή θα ήταν μια τελείως αδιάφορη φωτογραφία. Ο χρόνος είναι που της δίνει την προστιθέμενη αξία. 

Φωτογραφείον Γαζιάδη, έναντι Αγίας Τριάδος Πειραιώς, Με τον "κολοσούρτη" να διέρχεται από μπροστά!


Μια φωτογραφία συνεπώς μπορεί να έχει αξία για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Είτε διότι απεικονίζει σπουδαίες προσωπικότητες ή στιγμές, είτε διότι είναι παρμένη από έναν σπουδαίο φωτογράφο ή απεικονίζει ένα πρόσωπο με το οποίο έχουμε συναισθηματικό δέσιμο ή ίσως κάποιον πρόγονό μας. Μια φωτογραφία μπορεί να εμπεριέχει πλήθος αναμνήσεων. Μπορεί ακόμα πίσω της, να κρύβεται μια άγνωστη ιστορία που της προσδίδει αξία. 

Φωτογράφιση έξω από το Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος στον όρμο της Φρεαττύδας το 1970


Σε αυτή την τελευταία περίπτωση ανήκει και μια φωτογραφία στην οποία θα αναφερθώ, η ιστορία της οποίας καταγράφηκε στην πειραϊκή εφημερίδα «Σφαίρα» (φ. 21ης Φεβρουαρίου 1903). Βρισκόμαστε στις αρχές του εικοστού αιώνα όταν ακόμα ο Πειραϊκός Σύνδεσμος βρίσκεται στα πρώτα του βήματα (θυμίζω ότι ο Πειραϊκός Σύνδεσμος ιδρύθηκε το 1894). Την εποχή εκείνη η ανιψιά του πρώτου Βασιλιά των Ελλήνων, του Όθωνα, η πριγκίπισσα της Βαυαρίας Θηρεσία, αποφασίζει να κάνει δώρο σε ένα σωματείο που κάποτε ανθούσε στον Πειραιά, τον «Δημοσθένη», μια φωτογραφία του θείου της Όθωνα με τη σύζυγό του Αμαλία. Σε αυτή τη φωτογραφία οι Όθωνας και Αμαλία απεικονίζονται με ελληνικές ενδυμασίες και η απεικόνιση είχε σημανθεί από την επίσημη ιδιαίτερη σφραγίδα τους. 

Η φωτογράφιση αυτή θεωρήθηκε μια από τις τελευταίες καθώς έγινε το 1865 στη Βαυαρία, δύο χρόνια δηλαδή πριν το θάνατο του Όθωνα (πέθανε το 1867). Φυσικά την εποχή της δωρεάς της Θηρεσίας προς τον «Δημοσθένη», Βασιλιάς των Ελλήνων ήταν ο Γεώργιος Α’. Όμως ο Όθωνας έχοντας υπάρξει στο παρελθόν επίσης Βασιλιάς της Ελλάδας, αποτελούσε ένα κομμάτι της ιστορίας της και δεν ήταν σπάνιο οι φωτογραφίες του να βρίσκονταν αναρτημένες σε διάφορα σημεία πολιτιστικού κυρίως ενδιαφέροντος. Έτσι λοιπόν η φωτογραφία του Όθωνα με την Αμαλία βρέθηκε να κοσμεί το Φιλολογικό Σύλλογο του «Δημοσθένη», ο οποίος όμως διαλύθηκε, για λόγους που σήμερα δεν γνωρίζουμε. Τότε το μέλος του Πειραϊκού Συνδέσμου Ηρακλής Παπαμανώλης απευθύνθηκε στην πριγκίπισσα Θηρεσία με επιστολή μέσω της οποίας ζήτησε η εικόνα του Όθωνα με την Αμαλία να περιέλθει στον Πειραϊκό Σύνδεσμο ώστε να παραμένει έτσι στον Πειραιά, ύστερα από την διάλυση του ιστορικού σωματείου «Δημοσθένης». 

Ο Παπαμανώλης ζητούσε παραμονή της εικόνας στον Πειραιά, διότι την ίδια εποχή το ιστορικό και εθνολογικό μουσείο Αθηνών είχε προσφέρει δύο χιλιάδες δραχμές για να την αποκτήσει, ενώ κάποιος πολιτευτής της εποχής, το όνομα του οποίου δεν αναφέρεται, είχε προσφέρει πέντε χιλιάδες δραχμές. Στην επιστολή του Παπαμανώλη απάντησε ο γραμματέας της πριγκίπισσας Θηρεσίας, ο Spiefard, ο οποίος έκανε γνωστό ότι το αίτημά του έγινε αποδεκτό. Έτσι η εικόνα του Όθωνα και της Αμαλίας αναρτήθηκε πανηγυρικά στο Μουσικό Τμήμα του Πειραϊκού Συνδέσμου.  

Βέβαια τα χρόνια που μεσολάβησαν είναι πολλά, γεγονότα μεγάλα και συνταρακτικά έλαβαν χώρα, πόλεμοι, κατοχές και άλλες περιπέτειες όμως η περίπτωση της συγκεκριμένης φωτογραφίας καταδεικνύει τα πολλά και διαφορετικά επίπεδα ιστορίας στα οποία δρα μια μόνο φωτογραφία! Η αξία της δεν περιορίζεται μόνο στην απεικόνισή της αλλά μερικές φορές και στην ιστορία απόκτησής της ή ακόμα του αγώνα και της προσπάθειας του φωτογράφου να φωτογραφίσει το θέμα του. Αξέχαστη παραμένει η ιστορία του Παύλου Νιρβάνα για να καταφέρει να πείσει τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη να ποζάρει στη μια και μοναδική φωτογραφία στην οποία τελικώς ο μεγάλος λογοτέχνης απαθανατίσθηκε. 

Ακόμα και ο Ακαδημαϊκός Γρηγόριος Ξενόπουλος είχε κατανοήσει τη σπουδαιότητα της φωτογραφίας και είχε δεχθεί την δεκαετία του 1930 να συμμετάσχει ενεργά σε επιτροπή φωτογραφικού διαγωνισμού γνωστής εταιρείας φωτογραφίας «φρονώντας ότι θα αυξήσει τον αριθμό των ερασιτεχνών της φωτογραφίας και θα δημιουργούσε ζωηρότερη κίνηση γύρω από αυτή την τέχνη».




Γεγονός λοιπόν ότι η φωτογραφία δεν απεικονίζει μόνο στιγμές ιστορίας αλλά και η ίδια δημιουργεί και συμμετέχει ή ακόμα και έχει τη δύναμη να συνθέσει ιστορία. Γνωστές στον Πειραιά οι περιπτώσεις συστηματικής φωτογράφισης πλοίων από τον Α. Γαζιάδη που διατηρούσε φωτογραφικό κατάστημα στην Πλατεία Θεμιστοκλέους ή των αδελφών Βάθη, όπως και η αγωνία της εποχής να δημοσιεύσουν την πρώτη φωτογραφία της αρτίστριας Έλσα Ένγκελς στο θεατράκι του Νέου Φαλήρου. Ανάρπαστες οι φωτογραφίες από το πρώτο ή το τελευταίο τραμ του Πειραιά, του πρώτου ποδηλάτου, αυτοκινήτου, λεωφορείου. Οι πρώτες ή οι τελευταίες απεικονίσεις προσώπων ή πραγμάτων λίγο πριν την εμφάνισή τους ή την οριστική τους εξαφάνιση. 


Διαβάστε επίσης:
    

Ο Εν Πειραιεί φωτογράφος Αναστάσιος Γαζιάδης



        

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"