Η εκδίωξη των καλαφατζήδων από το λιμάνι του Πειραιά (1925)



του Στέφανου Μίλεση

Η δεκαετία του 1850 σηματοδοτεί το πέρασμα της ναυτιλίας από τα ιστία στον ατμό. Δειλά-δειλά στην αρχή τα ιστιοφόρα αποσύρονται και αντικαθίστανται από ατμόπλοια. Άλλοι πλοιοκτήτες αντιλαμβάνονται την αρχή μιας νέας εποχής και προσαρμόζονται, ενώ άλλοι που εμμένουν στην δύναμη του ανέμου, σταδιακά περνούν στο περιθώριο και στο τέλος εξαφανίζονται. Μπορεί το ιστιοφόρο να κινείται ανέξοδα με τον άνεμο, όμως ένα ατμόπλοιο εκτελούσε την ίδια διαδρομή τέσσερις φορές ταχύτερα! Και ο χρόνος αποτελεί μέχρι σήμερα σημαντικό παράγοντα στο εμπόριο και στις μεταφορές. 

Φρέσκα προϊόντα μεταφέρονται στην ώρα τους πριν χαλάσουν, επιβάτες φτάνουν στα νησιά άνετα και ξεκούραστα και επιτέλους μπαίνει σε εφαρμογή ένα ωρολόγιο πρόγραμμα κίνησης πλοίων. Όλοι γνωρίζουν την ώρα της αναχώρησης του πλοίου από το λιμάνι, αλλά και την ώρα άφιξης στον προορισμό του. Ένας ακόμα σημαντικός παράγοντας επικράτησης των ατμόπλοιων ήταν η ασφάλεια. 

Η μηχανή επέτρεπε στα ατμόπλοια την κίνησή τους ανεξάρτητα από την κατεύθυνση και την ένταση του ανέμου. Και παρά το γεγονός ότι τα περισσότερα ατμόπλοια εμπορικού ναυτικού που έφταναν στην Ελλάδα ήταν μεταχειρισμένα απολάμβαναν ιδιαιτέρων προνομίων. Έκλειναν συμβάσεις με το κράτος για τη μεταφορά δεμάτων και αλληλογραφίας με σταθερό μίσθωμα που τους εξασφάλιζε σε μεγάλο βαθμό τη λειτουργία τους, ανεξάρτητα από τον αριθμό των εισιτηρίων που θα έκοβαν. Ήταν τα λεγόμενα ταχυδρομικά πλοία, τα οποία δεν περίμεναν να επιβιώσουν από τον αριθμό των επιβατών που θα μετέφεραν.  

 

Ιωάννης Πούλακας - Αρχές 20ου αιώνα ιστιοφόρο σε ταραγμένη θάλασσα
Ιωάννης Πούλακας - Αρχές 20ου αιώνα ιστιοφόρο σε ταραγμένη θάλασσα.

Η εισαγωγή του ατμού και η αποδοχή του, ανακατατάσσει τα ελληνικά λιμάνια και φέρνει το λιμάνι του Πειραιά μπροστά, με τη Σύρο και το Γαλαξίδι να υποχωρούν. Η Σύρος ευρισκόμενη σε προνομιακή θέση στο κέντρο του Αιγαίου, αποτελούσε έναν θαυμάσιο σταθμό ανεφοδιασμού, ανάπαυσης και στάσης την εποχή των ιστιοφόρων που κατευθύνονταν στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλα λιμάνια της Ανατολής ή της Μαύρης Θάλασσας. Την εποχή του ατμού η γεωγραφική θέση της Σύρου χάνει το πλεονέκτημα καθώς τα ατμόπλοια δεν απαιτούν το λιμάνι πλέον να ευρίσκεται στην ρότα τους. Όμως η ναυτική παράδοση και η έλλειψη κεφαλαίων των πλοιοκτητών, διατηρούν τα ιστιοφόρα για πολλά χρόνια σε λειτουργία. 

Το 1900 ενώ 23 χιλιάδες ναυτικοί βρίσκονται ναυτολογημένοι σε ιστιοφόρα πλοία μόλις 3 χιλιάδες επανδρώνουν την ατμοκίνητη ναυτιλία. Η εξέλιξη όμως αν και αργοπορεί δεν μπορεί να σταματήσει. Η διάνοιξη της Διώρυγας της Κορίνθου (25 Ιουλίου 1893) και η βιομηχανική ανάπτυξη του Πειραιά τον κατατάσσουν γρήγορα στους δημοφιλείς λιμένες. Η προσαρμοστικότητα που ανθρώπινου δυναμικού της πόλης στις νέες εξελίξεις δεν μπορεί να παραβλεφθεί. Η επικράτηση του ατμού κινητοποίησε τα επιχειρηματικά και ναυτικά ένστικτα του πειραϊκού πληθυσμού που ανταποκρίθηκε άμεσα στην έλευση της νέας εποχής. 

Αιμίλιος Προσαλέντης - Ιστιοφόρο σκάφος στις αρχές του 20ου αιώνα.
Αιμίλιος Προσαλέντης - Ιστιοφόρο σκάφος στις αρχές του 20ου αιώνα.

Η ίδρυση σχολών Μηχανικών από τον Πειραϊκό Σύνδεσμο και από την Ένωση Μηχανικών Εμπορικού Ναυτικού με τις νυχτερινές σχολές «Προμηθεύς», αποτελούν ενδεικτικά παραδείγματα προσαρμογής. Το ίδιο φυσικά συνέβη και την εξέλιξη του ναυπηγοβιομηχανικού τομέα που ανθούσε στον Πειραιά με τις μονάδες του Τζων Μακ Δουαλ, του Κούπα, του Βασιλειάδη.

 Όμως η πορεία στη νέα εποχή απαιτούσε θυσίες οι οποίες έπληξαν πολυάριθμες τάξεις εργαζομένων όπως για παράδειγμα οι ναύτες αρμενιστές. Γνώριζαν τα πάνω από διακόσια είδη ιστίων, σκαρφάλωναν πάνω στα ιστία πάντα άφοβοι  (αποτυπώθηκαν έτσι και στην Σκυριανή λαογραφία) και η ικανότητα ενός ιστιοφόρου προς πλεύση εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητά τους.

Ξαφνικά οι άνθρωποι αυτοί, του ανέμου και του πελάγους, οι ηλιοψημένοι και θαλασσοδαρμένοι, ναυτολογούνταν δύσκολα καθώς τα ιστιοφόρα μειώνονταν. Αναγκάζονταν να ναυτολογηθούν σε εργασίες κατώτερες, που για αυτούς δεν είχαν καμιά ναυτική αξία, όπως ήταν οι θέσεις των θερμαστών στα μηχανοστάσια! Από το κατάστρωμα του ελεύθερου ορίζοντα, βρέθηκαν ξαφνικά στα έγκατα ενός πλοίου να φτυαρίζουν κάρβουνο κάτω από αντίξοες συνθήκες. Οι άλλοτε ικανοί θαλασσομάχοι στην εποχή του ατμού κρίθηκαν ότι το μόνο που θα μπορούσαν να προσφέρουν, ήταν να τροφοδοτούν με το φτυάρι κάρβουνο τις μηχανές.   

Οι αρμενιστές στην εποχή του ατμού κρίθηκαν ότι το μόνο που θα μπορούσαν να κάνουν ήταν να τροφοδοτούν με το φτυάρι κάρβουνο τις μηχανές.
Οι αρμενιστές στην εποχή του ατμού κρίθηκαν ότι το μόνο που θα μπορούσαν να κάνουν ήταν να τροφοδοτούν με το φτυάρι κάρβουνο τις μηχανές. 

Μια άλλη επίσης τάξη εργαζομένων ήταν οι λεγόμενοι «Καλαφατζήδες». Κατά τη ναυτική διάλεκτο καλαφατζής ήταν ο μάστορας του καρνάγιου δηλαδή ο ναυπηγοξυλουργός.

 Την εποχή των ιστίων οι καλαφατζήδες ήταν ανάρπαστοι και οι ταρσανάδες κατείχαν σημαντική έκταση στο λιμάνι του Πειραιά. Οι καλαφατζήδες είχαν λάβει αυτή την ονομασία από την εργασία του καλαφατίσματος που έκαναν στα ξύλινα σκαριά με την οποία έκλειναν τα διάφορα ανοίγματα των σανίδων των πλοίων. Ταρσανάδες υπήρχαν κατά μήκος της Ακτής Ξαβερίου αλλά και από το Λιμένα Αλών μέχρι κάτω τον Άγιο Διονύση. Τα καρνάγια ήταν σε πραγματική παράταξη το ένα δίπλα από το άλλο και η εργασία ήταν αδιάκοπη. Η παρουσία των καρνάγιων στον Πειραιά διακρινόταν έντονα από δύο χαρακτηριστικά στοιχεία. Από τον ήχο και τη μυρουδιά! 

 

Καΐκια στο λιμάνι του Πειραιά
Καΐκια στο λιμάνι του Πειραιά

Ήχος διότι καθώς τα ιστιοφόρα κινούνταν αθόρυβα στο λιμάνι του Πειραιά.  Και παρά την τρελή κίνηση πλοίων και ανθρώπων, ο Πειραιάς ήταν σχετικώς ένα αθόρυβο λιμάνι! Δεν ακούγονταν ούτε η σειρήνα της μπουρούς, ούτε βόμβος μηχανής. Το μόνο που ακουγόταν ήταν τα ξυλόσφυρα που βαρούσαν ασταμάτητα στους ταρσανάδες. 

Και μυρωδιά καθώς σε κάθε ταρσανά έκαιγε αδιάκοπα ένα τεράστιο καζάνι όπου έφτιαχναν το κατράμι, απαραίτητο συστατικό για το κλείσιμο των αρμών. Το λιμάνι του Πειραιά μύριζε κατράμι από τη μια άκρη ως την άλλη. Μεγάλα ιστιοφόρα σκάφη αλλά και διαφόρων τύπων ξυλοκάϊκα, ανέμεναν στωικά τη σειρά τους να δεχθούν τα έμπειρα χέρια του καλαφατζή για να επισκευάσει την όποια αβαρία. Περισσότερο από το μισό μήκος των ακτών του πειραϊκού λιμανιού ήταν κατειλημμένο από ταρσανάδες! 

Τα Καρνάγια της Ακτής Ξαβερίου που υπήρχαν μετά τα Καρβουνιάρικα με κατεύθυνση προς το Βασιλικό Περίπτερο, κάλυπταν όλη την έκταση της αρχαίας Ακτής Αλκίμων

Όταν όμως ο Πειραιάς όπως είδαμε πέρασε στην εποχή του ατμού, τα ιστιοφόρα μειώνονταν και οι ταρσανάδες κρίνονταν περίπου άχρηστοι! Είχε άλλωστε τεθεί σχέδιο όλα τα πλοία να πλευρίζουν στο λιμάνι. Και για να γίνει αυτό έπρεπε να απομακρυνθούν τα ξυλοναυπηγεία κατά μήκος των ακτών. 

Το 1925 σήμανε το τέλος της παρουσίας τους στο λιμάνι του Πειραιά. Τα μεγάλα λιμενικά έργα ξεκίνησαν και οι ναυπηγοξυλουργοί βρέθηκαν στο μακρινό τότε πευκόφυτο Πέραμα. Εκατοντάδες εργαζόμενοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με τον άθλο να καλύπτουν καθημερινά την απόσταση ως το Πέραμα που τότε ακόμα ήταν αραιοκατοικημένο και αποτελούσε θερινό προορισμό για ανάπαυση και θαλάσσια λουτρά. Αλλά πέραν αυτού και οι εργασίες των ταρσανάδων άρχισαν να φθίνουν. Έφτασαν να ζουν μόνο από τις εργασίες επισκευής των βαρκών των λεμβούχων Πειραιώς. Οι βαρκάρηδες ήταν οι μόνοι που συνέχιζαν να χρησιμοποιούν ξύλινες βάρκες για να αποβιβάζουν ή να επιβιβάζουν τους επιβάτες από τα πλοία στη στεριά και αντίστροφα. Μέχρι που το σχέδιο για το πλεύρισμα των πλοίων στο λιμάνι του Πειραιά έφτασε να υλοποιηθεί! 

 

1 Ιουλίου 1937 - Το ιστιοφόρο "Άγιος Σπυρίδων" βυθισμένο εντός του λιμένα Πειραιά.
1 Ιουλίου 1937 - Το ιστιοφόρο "Άγιος Σπυρίδων" βυθισμένο εντός του λιμένα Πειραιά.

Το 1931 καταργήθηκε ουσιαστικά το επάγγελμα του βαρκάρη και οι δύο χιλιάδες βάρκες που συντηρούσαν του ταρσανάδες του Περάματος οικονομικά, εξαφανίστηκαν σε μια νύχτα! Μαζί με τις βάρκες εξαφανίστηκαν και οι φορτηγίδες που επίσης ήταν ξύλινες και μεσολαβούσαν για την εκφόρτωση των εμπορευμάτων από τα εμπορικά πλοία σε αυτές κι ύστερα στη στεριά. Διότι το πλεύρισμα δεν έγινε μόνο για τα πλοία της ακτοπλοΐας, αλλά για όλα τα φορτηγά ατμόπλοια. Μπορούσαν να πλευρίσουν κι αυτά στην Ηετιώνεια Ακτή και να εκφορτώνουν αυτόματα με γερανούς τα εμπορεύματά τους ή από τα σύγχρονα σιλό που είχαν οικοδομηθεί κατά μήκος αυτής. 

Οι ναυπηγοξυλουργοί εκτός από εξόριστοι (έτσι ένιωθαν τότε με τη μεταφορά τους από το λιμάνι του Πειραιά στο Πέραμα), βρέθηκαν άνευ εργασίας Ο «Σύνδεσμος Ναυπηγοξυλουργών» που είχε στο μεταξύ συσταθεί αδυνατούσε να επιλύσει το πρόβλημα. Με παραστάσεις ζητούσαν την ανάληψη έργου στα ξύλινα μέρη των ατμόπλοιων (μπουλμέδες κ.λ.π.) που μέχρι τότε διόρθωναν –όχι πετυχημένα- τα διάφορα μέρη του πληρώματος. Το επάγγελμα του Καλαφατζή που κάποτε δέσποζε στο λιμάνι του Πειραιά, όπως και του βαρκάρη και του αρμενιστή, ξεχάστηκαν και έμειναν μόνο ως ιστορίες του παρελθόντος του μεγάλου πειραϊκού λιμανιού. 

 Διαβάστε επίσης:

Κάποτε στο μαγευτικό Πέραμα


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"