Ο "Διεθνής" Σταθμάρχης του Νέου Φαλήρου

 

του Στέφανου Μίλεση


Αναφορά για τον Σταθμάρχη του Σιδηροδρομικού Σταθμού του Νέου Φαλήρου, συναντούμε στο "Εθνικόν Ημερολόγιον" του Κωνσταντίνου Σκόκκου του 1905. Σε αυτό ο ίδιος ο Σκόκκος, που υπογράφει με το φιλολογικό ψευδώνυμο "Σατανάς", έχει ειδικό αφιέρωμα σε έναν άνθρωπο που χαρακτηρίστηκε τότε ως "περίεργη νεοελληνική φυσιογνωμία" συνοδευόμενο από σκίτσο του. 

Γράφει ο Σκόκκος για τον Σταθμάρχη του Νέου Φαλήρου:

"Τον βλέπετε; έχει κατά την  λαϊκή έκφραση "πλάκα τα γαλόνια"! Ολόχρυση, κτυπητά, εκθαμβωτικά, γύρω από το σιδηροδρομικό του κασκέτο. Εκ πρώτης όψεως τον παίρνετε τουλάχιστον ως αρχηγό κανενός ξένου επιτελείου. Και όμως δεν είναι ούτε Έλληνας υποστράτηγος! Είναι απλούστατα ο Σταθμάρχης του Νέου Φαλήρου! 

Ο αθάνατος Λουπέτης, γνωστός ανά την υφήλιο, εις αυλάς πριγκήπων και ηγεμόνων, εις κύκλους ναυάρχων και στρατηγών και λόρδων και μεγιστάνων και πρέσβεων και διπλωματών και περιηγητών και άλλων εξοχοτήτων, χωρίς να το κουνήσει ποτέ από το Φάληρο! Μάλιστα κύριοι! Και γιατί να το κουνήσει σας παρακαλώ; Αφού όλες αυτές οι επισημότητες είχαν την ευτυχία ή την ατυχία να περάσουν ή να διαμείνουν έστω λίγες στιγμές στο Νέο Φάληρο, τον γνώρισαν, θέλοντας και μη τον είδαν μπροστά τους ως φάντη μπαστούνι και δέχθηκαν τις υποκλίσεις του, τις υπηρεσίες του, τα σέβη του, τις προσφωνήσεις του, τις ανθοδέσμες του ενώ κάποτε, μα τον Θεό, και τις χειραψίες του!".

Ο Σταθμάρχης του Νέου Φαλήρου, ο γνωστός στην εποχή του Λουπέτης, για περισσότερο από 30 χρόνια επόπτευε στο Νέο Φάληρο την κίνηση των σιδηροδρόμων, έκανε τον έλεγχο των εισιτηρίων και με τη γνωστή σφυρίχτρα που χρησιμοποιούσαν όλοι οι σταθμάρχες τραίνων την εποχή εκείνη, έδινε το σύνθημα αναχώρησης της αμαξοστοιχίας. Και καθώς το Νέο Φάληρο την εποχή του ήταν την θερινή περίοδο, κέντρο άφιξης και αναχώρησης ξένων και ντόπιων προσωπικοτήτων, δεν υπήρχε περίπτωση να μη συναντήσουν τον Λουπέτη. 

Στην εξέδρα του Νέου Φαλήρου κατέφταναν διαρκώς βάρκες γεμάτες επιβάτες από τα πλοία περιηγητών που ναυλοχούσαν στον Φαληρικό όρμο. Καθώς το λιμάνι του Πειραιά ήταν ασφυκτικά γεμάτο από πλοία της ακτοπλοΐας και εμπορικά σκάφη και καθώς χώρος δεν ήταν εύκολο να βρεθεί για τα περιηγητικά πλοία που τεράστια σε μέγεθος, είχε κανονιστεί να μένουν στα ανοιχτά του φαληρικού όρμου και να αποβιβάζουν τον κόσμο με βάρκες στην εξέδρα του Νέου Φαλήρου. Σχεδόν ήταν σίγουρο ότι σε κάθε ένα από αυτά τα πλοία θα βρισκόταν επιβάτης διάσημος στην εποχή του, για τον οποίο ξένοι πρόξενοι ή πρεσβευτές θα κατέφταναν για να τον υποδεχθούν. Πολλές φορές ανάμεσά τους και Έλληνες επίσημοι. Οι περισσότεροι κατέφταναν στο Νέο Φάληρο με τον σιδηρόδρομο που θεωρείτο το πλέον εξελιγμένο σύστημα μεταφοράς. Ήδη στα χρόνια του Λουπέτη ο σιδηρόδρομος ήταν πλέον ηλεκτρικός. 

Από το αρχείο της ΕΡΤ. Ο Σταθμός του Νέου Φαλήρου το 1912 όπως φωτογραφήθηκε μέσα από το παράθυρο της αμαξοστοιχίας. 



Ο Λουπέτης επέβλεπε την επιβίβαση ή την αποβίβαση του κόσμου στα βαγόνια και μόλις αναγνώριζε επίσημο -είχε ιδιαίτερη ικανότητα σε αυτό που με τα χρόνια τη βελτίωνε- έτρεχε να τον υποδεχθεί, να το χαιρετίσει ενώ πάντα λάμβανε μια κάρτα επισκεπτηρίων του επισήμου. Κι αυτό διότι ο Λουπέτης ήταν μανιώδης συλλέκτης επισκεπτηρίων και έλεγαν στην εποχή του ότι κανείς δεν μπορούσε να ξεπεράσει τον Λουπέτη σε συλλογή επισκεπτηρίων καρτών! 

Έτσι ο Λουπέτης απέκτησε τον τίτλο του "Διεθνούς Σταθμάρχου" παρά το γεγονός ότι ο σιδηρόδρομος στον οποίο εργαζόταν ήταν και παρέμεινε τοπικός και είναι φυσικά ο γνωστός σημερινός "Ηλεκτρικός".
   
Παραμονές του 1940 ο Λουπέτης βγήκε στη σύνταξη η οποία ανερχόταν στο ποσό των 60 δραχμών. Ωστόσο ακόμα και εκτός ενεργείας ο Λουπέτης συνέχιζε να εμφανίζεται στον σιδηροδρομικό σταθμό του Νέου Φαλήρου με όλα τα σιρίτια και τη μεγάλη στολή του, όταν μάθαινε ότι κάποιος επίσημος θα κατέφθανε στο Νέο Φάληρο. Αυτό φυσικά διότι συνέχιζε την πρωτότυπη συλλογή των επισκεπτηρίων καρτών. 

Το όνομα του Λουπέτη για πολλά χρόνια συνέχιζε να είναι γνωστό στο Νέο Φάληρο, ως μια περίπτωση παράξενης νεοελληνικής φυσιογνωμίας.  



Διαβάστε επίσης:

Ο παλληκαράς ο Γιαννακός Νταής (ο Αρειμάνιος)

 


του Στέφανου Μίλεση

Ένας συνηθισμένος χαρακτηρισμός άνδρα τα παλαιότερα χρόνια στον Πειραιά, ήταν και εκείνος του νταή. «Ο Γιώργος είναι νταής» έλεγαν αλλά σαφώς με αυτόν δεν εννοούσαν ότι επρόκειτο για ένα γενναίο παλληκάρι αλλά για κάτι υποτιμητικό, κάτι που ήταν πραγματικά επικίνδυνο που ταίριαζε καλύτερα στον όρο «παλληκαράς». 

Τι ήταν εκείνο το χαρακτηριστικό που μετέβαλλε έναν άνδρα από «παλληκάρι» σε «παλληκαρά»;  Παλληκάρια τις παλαιότερες εποχές και ιδίως την περίοδο της επανάστασης θεωρούνταν οι  μπαρουτοκαπνισμένοι αγωνιστές, οι ναυμάχοι νησιώτες μας, οι άνδρες εκείνοι γενικώς που δεν λογάριαζαν τον θάνατο παρά μόνο ως έναν δρόμο προς την ελευθερία. Το σύνθημα «ελευθερία ή θάνατος» άλλωστε από μόνο του εξέφραζε αυτό τον παλληκαρισμό της περιφρόνησης του θανάτου, της γενναιότητας. Ο παλληκαρισμός για την Ελλάδα ήταν ό,τι πρέσβευε ο ιπποτισμός για την Δύση. Στον πόλεμο γενναίος και στην ειρήνη ακέραιος, ηθικός, ευγενικός, αυστηρός με τους ανήθικους και τους ευτελείς και συνάμα …..με τους αδύναμους. 

Η έννοια «παλληκάρι» έφτασε μέχρι και τις μέρες μας «Ο Κώστας παραχώρησε τη θέση του να κάτσει ο ηλικιωμένος» έλεγαν «δεν έχει ανάγκη ο ίδιος, είναι παλληκάρι». Όμως η έννοια του παλληκαρισμού με ό,τι αυτή πρέσβευε παλαιά, άρχισε να αλλοιώνεται, να μεταλλάσσεται στην πορεία του χρόνου. Αιτία ήταν τα κουτσαβάκια, οι ψευτόμαγκες οι ζωντανές παρωδίες, πραγματικές καρικατούρες, οι σκιές των αγωνιστών της επανάστασης που εμφανίστηκαν ήδη από τα πρώτα χρόνια της ελληνικής ανεξαρτησίας. Τα ένστικτα αυτών των τύπων, είχαν να κάνουν με την παρανομία, το περιθώριο, το ξεκαθάρισμα λογαριασμών ή και την ψευτοπαλληκαριά. Και τελικώς ο προσδιορισμός «παλληκάρι» έφτασε να σημαίνει πολλά και διάφορα και σπάνια προσδιόριζε την αρχική έννοια. 



«Αυτός είναι παλληκάρι του τάδε» έλεγαν προσδιορίζοντας κάποιον μπράβο που εργαζόταν για λογαριασμό ανθρώπου της νύχτας. Ο παλληκαρισμός αυτού του είδους, του ψευτόμαγκα, που προκαλούσε καυγάδες για να δείξει πόσο «παλληκάρι» ήταν, ταυτίστηκε επίσης και με την έννοια του του νταή. Και ενώ είδαμε πώς ο όρος «παλληκάρι» μετατράπηκε σε «παλληκαρά», πολύ λίγα έχουν γραφεί για τον σχεδόν ταυτόσημο όρο «νταής». 

Πώς προέκυψε άραγε αυτός; Γράφει ο «Διαβάτης» στην εφημερίδα «Εμπρός» (φ. 25 Φεβρουαρίου 1903 σελ. 1),  την δική του εκδοχή που πρέπει όμως να ληφθεί σοβαρά υπόψη διότι με το ψευδώνυμο «Διαβάτης» αρθρογραφούσε ο χρονογράφος και λογοτέχνης Ιωάννης Κονδυλάκης (1861 – 1920). Στην εφημερίδα «Εμπρός», από όπου προήλθε και το άρθρο, ο Κονδυλάκης αρθρογραφούσε καθημερινά επί είκοσι χρόνια διαπρέποντας ως πρωτοπόρος δημοσιογράφος. Σύμφωνα με τον «Διαβάτη» λοιπόν, υπήρξε κάποτε ένα υπαρκτό πρόσωπο που λεγόταν Γιαννακός Νταής ή Αρειμάνιος, και που αποτελούσε έναν από τους χαρακτηριστικούς τύπους της παλαιάς Αθήνας. Όταν ο «Διαβάτης» γνώρισε τον Γιαννακό Νταή, τον πρόλαβε μεσόκοπο και ως προς τον περιγραφή της εμφάνισής του τον βρήκε μάλλον κοντό άνδρα που διατηρούσε ένα παχύ μουστάκι ενώ φορούσε πάντοτε ένα καπέλο στραβά, στοιχείο που προσέδιδε «ηρωικές» τάσεις. 



Αλλά όλη αυτή η μέτρια εξωτερική του εμφάνιση, έκρυβε μια γενναία φιλοδοξία που είχε. Ήθελε να θεωρείται παλληκαράς και με τη βοήθεια της φαντασίας του έφτασε να πιστεύει ακόμα και ο ίδιος, ότι είχε πράξει μεγάλα ανδραγαθήματα και ότι ενέπνεε σεβασμό και τρόμο όπου εμφανιζόταν. Βρήκε στο μεταξύ πολλούς αστείους τύπους που ήταν πρόθυμοι να πιστέψουν τους ανεξέλεγκτους άθλους του, ενισχύοντας έτσι την φαντασία του. Αυτοί οι θαυμαστές του όμως ήταν τελικώς που επιζητούσαν και παρότρυναν διαρκώς να εκτελέσει ένα ακόμα άθλο, τόσο μεγάλο σε αξία, που θα βοηθούσε δήθεν τη φήμη του να εξαπλωθεί σε μεγαλύτερη ακτίνα. Του επαναλάμβαναν ακόμα ότι για να αναγνωριστεί παλληκαράς των Αθηνών θα έπρεπε να κάνει ρεμούλα σε χαρτοπαιξία. Την εποχή εκείνη οι χαρτοπαίκτες δεν έπαιζαν, ήταν πραγματικά επικίνδυνοι τύποι, που οπλοφορούσαν και δεν είχαν κανέναν απολύτως ενδοιασμό. 



Ο Νταής ο οποίος στερείτο ουσιαστικά της έννοιας του κινδύνου και του μέτρου, δεν δίστασε να υλοποιήσει εκείνο για το οποίο τον παρότρυναν οι «θαυμαστές» του. Μια νύχτα επισκέφθηκε μια χαρτοπαικτική λέσχη και αποπειράθηκε να αρπάξει τα χρήματα από τον πάγκο, που φυσικά δεν ήταν απροστάτευτα, ούτε εύκολη λεία στην διάθεση του καθενός. Οι χαρτοπαίκτες που γρήγορα αντέδρασαν, τον ακινητοποίησαν και του έριξαν πολύ ξύλο. Για τον Νταή (Αρειμάνιο) όμως μικρή σημασία είχε αυτό, διότι παρά την αποτυχία του, και πάλι θα μπορούσε να εμφανιστεί στους θαυμαστές του και να τους δείξει ότι δεν φοβήθηκε κι ότι προχώρησε έχοντας το θάρρος που μόνο τα παλληκάρια διέθεταν. 

Επιπρόσθετα με την πράξη του έδειξε ότι είχε και τρομερή αντοχή στο ξύλο. Και πραγματικά γράφει ο «Διαβάτης» η πράξη του Αρειμάνιου έφτασε να γίνει τραγούδι και να εξυμνηθεί με στίχους που του έπλεκαν το εγκώμιο και του εξασφάλιζαν την δόξα εκείνη που επιζητούσε:   «Ο Νταής Γιάννης το θεριό, τ΄αγριεμένο φίδι / Ρεμούλα πήγε κι έκαμε στου Γιάννη το παιχνίδι / ………………./Κ’ η Γιάννενα εφώναξε «ποιος είναι αυτός ο νέος; / Σαράντα τονε δέρνουνε και στέκεται γενναίος».

Ο Κονδυλάκης γράφει για το τέλος αυτού του τύπου του Νταή ή Αρειμάνιου ότι τον κάλεσαν κάποτε οι θαυμαστές του στην Βουλιαγμένη για να του κάνουν το τραπέζι. Και αφού έφαγαν οι θαυμαστές του είπαν. «Νταή Γιαννάκο εσύ που τα έβγαλες πέρα στη στεριά μπορείς να τα βάλεις και με το πέλαγος;» Και παρότι ο Νταής δεν ήξερε να κολυμπά, καθώς δεν ήθελε να κάνει πίσω έτρεξε και χωρίς δισταγμό ρίχθηκε στη θάλασσα. 

Φυσικά καθώς δεν ήξερε να κολυμπά, η πάλη του με τη θάλασσα δεν διήρκεσε πολύ και πνίγηκε. Και οι θαυμαστές του πήγαν και τον ανέσυραν νεκρό. Στην κηδεία του γράφει ο Κονδυλάκης ότι βρέθηκαν πολλοί και μάλιστα την ώρα που τον σκέπαζαν με χώμα άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα όπως έκαναν στα χρόνια της επανάστασης με τους οπλαρχηγούς και τους ανδρειωμένους ήρωες. Και εάν βρισκόταν την ώρα εκείνη στην κηδεία κάποιος που δεν γνώριζε την πραγματική ιστορία του Νταή, θα πίστευε ότι επρόκειτο για θάνατο κάποιου παλληκαριού ατρόμητου και γενναίου ήρωα. Και η κηδεία αυτή έγινε στην ακτή για να μπορεί ο Γιαννακός Νταής να αντικρίζει για πάντα τη θάλασσα. 



Περιγραφή όμως για την ύπαρξη αυτού του προσώπου μας δίνουν χρόνια αργότερα κι άλλα δημοσιεύματα προσθέτοντας κι άλλα κατορθώματα του Νταή αλλά το ίδιο τέλος. Το 1924 στην εφημερίδα «Έθνος» (φ. 11ης Φεβρουαρίου 1924, σελ. 1) γίνεται αναφορά σε κάποιον Νταηγιαννάκη ή Αρειμάνιο έναν γνωστό λαϊκό τύπο στους νέους της Αθήνας. Αυτός ο Αρειμάνιος ή Νταής αν και ήταν μιας κλωτσιάς άνθρωπος είχε πάθει παράκρουση παλληκαριάς. 

Χωρίς να έχει σηκώσει το χέρι του ούτε για μια σφαλιάρα, πίστευε ότι είχε δείρει όλο τον κόσμο. Συχνά ανέφερε κατορθώματα και πράξεις που φυσικά ουδέποτε έγιναν αλλά με αυτούς πίστευε ότι θα ενίσχυε τη φήμη του. Τον επισκέφθηκε όπως ισχυριζόταν ένας διάσημος κακούργος της Γαλλίας -ο Πραντζίνη- ο οποίος είχε καταδικαστεί στη λαιμητόμο, αλλά η γαλλική κυβέρνηση δέχθηκε να του ικανοποιήσει την τελευταία του επιθυμία που ήταν… να σφίξει το χέρι του μοναδικού σε παλληκαριά άνδρα που βρισκόταν στην Ελλάδα και δεν ήταν άλλος από τον Νταή! Υποτίθεται ότι συναντήθηκαν σε καφενέ της Δεξαμενής κι αφού έσφιξαν τα χέρια ο Γάλλος κακούργος μπορούσε επιτέλους να πεθάνει νιώθοντας ολοκληρωμένος αφού είχε συναντηθεί με τον μοναδικό ισάξιό του. «Μου έσφιξε το χέρι τόσο δυνατά που ακόμα με πονάει… κι ύστερα γύρισε πίσω να του κόψει η καρμανιόλα τα κεφάλι!» περιέγραφε ο Νταής αργότερα στους θαυμαστές του. Το παράξενο όμως ήταν πως όλοι τον πιστέψανε! 



Με τον καιρό αυτοί οι θαυμαστές άρχισαν να γίνονται στενός νταλκάς. Διότι περιέγραφαν πράξεις που ούτε ο δυστυχής Νταής δεν θα τολμούσε να περιγράψει. Και οι περιγραφές γίνονταν παρουσία του για να αποσπάσουν την επιβεβαίωσή του κι έτσι να ανέβουν κι αυτοί στα μάτια των άλλων, ότι δηλαδή υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες των κατορθωμάτων του. Περιγράφανε οι θαυμαστές του τις ανύπαρκτες κολυμβητικές ικανότητες του Νταή «Αμ εγώ τον είδα να πέφτει από την εξέδρα του Φαλήρου στη θάλασσα και να κάνει ένα μακροβούτι που να κρατάει ένα τέταρτο με το ρολόι». Κι εκείνος κουνώντας αναγκαστικά το κεφάλι επιβεβαίωνε «Αμέ πώς δεν θυμάμαι!». «Τότε βούτα και κάνε το ίδιο…» του απάντησαν και κάπως έτσι έπεσε στην παγίδα που ο ίδιος είχε κατασκευάσει γύρω του. Τελικώς τα νερά του Σαρωνικού ήταν που έβαλαν τέλος στα κατορθώματα του Νταή, του κατά φαντασία παλληκαρά. Όμως η αλήθεια είναι ότι κατόρθωσε να δημιουργήσει τη φήμη γύρω από το όνομά του, που τελικώς έμεινε δια παντός να χαρακτηρίζει όμοιούς του.

 

Τα έργα ζωγραφικής που καλύπτουν το οπτικό μέρος είναι του Ανδρέα Κρυστάλλη


Τα αδέλφια από τον Πειραιά που οικοδόμησαν Μνημείο Ελληνισμού με πέτρες φερμένες από όλα τα ιστορικά μέρη



του Στέφανου Μίλεση

Ανεβαίνοντας ο επισκέπτης στον καταπράσινο Κοκκιναρά Κηφισιάς, στην κορυφή ενός μικρού αλλά απότομου λόφου αντικρύζει ένα μεγαλοπρεπές μνημείο στην πρόσοψη του οποίου δεσπόζει ανάμεσα σε πολλές άλλες εγχάρακτες μαρμάρινες πλάκες, μια που αναγράφει "Δήμος Πειραιώς". Απέναντι ακριβώς από το μνημείο υπάρχει μια εκκλησία με το όνομα "Παναγία η Ελευθερώτρια". Σε αυτή την τόσο απομακρυσμένη από τον Πειραιά περιοχή της Αττικής, υπάρχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία η αρχή της οποίας βρίσκεται στον Πειραιά.  

Ο Αντώνιος Στανίτσας που διατηρούσε ζαχαροπλαστείο στην οδό Ρετσίνα 18 στον Πειραιά, έθεσε τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια της Ελλάδας μια υψηλή αποστολή. Αποφάσισε να οικοδομήσει έναν ναό και ένα μνημείο, αφιερωμένα στους υπέρ πίστεως και πατρίδας πεσόντες ανά τον κόσμο Έλληνες. 

Πολλά τα δεινά της χώρας μας εκείνη την πρώτη μεταπολεμική περίοδο (1945 – 46) με τους βομβαρδισμούς, τις θυσίες στα πεδία των μαχών και την μαύρη κατοχή να έχουν προσφάτως τελειώσει και τον αδελφοκτόνο εμφύλιο να ακολουθεί ακόμα πιο οδυνηρός από τις προηγούμενες καταστροφές. Εν μέσω τέτοιας κατάστασης, ο Αντώνιος Στανίτσας πρότεινε στον αδελφό του Λεωνίδα να τον βοηθήσει στην υλοποίηση της ιδέας που είχε συλλάβει. Από κοινού τα δύο αδέλφια άρχισαν την προσπάθεια πραγμάτωσης της ιδέας, προς τιμή των Ελλήνων που θυσιάστηκαν υπέρ πίστεως και πατρίδας του Γένους των Ελλήνων. Για το λόγο αυτό αποφάσισαν τον ναό να τον ονομάσουν «Παναγία η Ελευθερώτρια», ενώ το μνημείο θα ήταν ένα διπλό οικοδόμημα ώστε το ένα μέρος του να είναι αφιερωμένο στους υπέρ πίστεως πεσόντες Έλληνες και το άλλο στους υπέρ πατρίδος. 

Το εγχείρημά τους θα γινόταν ακόμα πιο δύσκολο, καθώς έθεσαν κι έναν ακόμα υψηλότερο στόχο. Το μνημείο του Ελληνισμού που θα αναγειρόταν μπροστά από τον ναό της Παναγίας της Ελευθερώτριας, θα αποτελούταν από λίθους από όλους τους δήμους και περιοχές της Ελλάδας και του εξωτερικού, που είχαν ιστορική σημασία για τον ελληνισμό.

Έτσι, παράλληλα με τον αγώνα εύρεσης έκτασης με σκοπό την ανέγερση του ναού και του διπλού μνημείου, επιδόθηκαν με σθένος στη συλλογή τιμητικών συμβολικών λίθων, από διάφορους δήμους και ιστορικές περιοχές τόσο της Ελλάδας όσο και του Εξωτερικού, που κάποτε όμως ο ελληνισμός ανθούσε και αγωνιζόταν για την ελευθερία του Γένους.  



Για την πραγματοποίηση του σκοπού τους ίδρυσαν σύλλογο με την επωνυμία Πανελλήνιος Σύλλογος Ορθοδόξων «Παναγία η Ελευθερώτρια». Πολυμέτωπο λοιπόν αλλά και δύσκολο το έργο των δύο αδελφών και των άλλων μελών του συλλόγου, καθώς έπρεπε να διενεργούν έρευνα για τους Έλληνες εκείνους που με τη θυσία τους είχαν γράψει ιστορία, αλλά και για τους τόπους που στάθηκαν ορόσημα στην πορεία του ελληνισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η λίθος προερχόμενη από το χωριό Πομποσίτσα της Βορείου Ηπείρου όπου την 12η Νοεμβρίου 1940, έπεσε νεκρή η πρώτη Ελληνίδα του πολέμου, η δεκαεπτάχρονη Θεοπίστη Κ. Καλίπη

Η πρώτη νεκρή του ελληνο-ιταλικού πολέμου υπήρξε η 17χρονη Θεοπίστη Καλίπη από την Βόρεια Ήπειρο την 12η Νοεμβρίου 1940. Η εγχάρακτη πλάκα φέρνει στην κάτω δεξιά άκρα της τα ονόματα του Αντώνιου και του Λεωνίδα Στανίτσα.

Στο μεταξύ το εγχείρημά τους για την ανέγερση ναού προχωρούσε με γοργούς ρυθμούς, καθώς  κοινωνός της προσπάθειάς τους υπήρξε ο κτηματίας Σπανουδάκης ο οποίος προέβη σε δωρεά σημαντικής έκτασης στον έρημο τότε Κοκκιναρά της Πεντέλης, όπου τα αδέλφια σε μια πευκόφυτη κορυφή ενός μικρού λόφου αμέσως ξεκίνησαν την ανέγερση του ναού «Παναγία η Ελευθερώτρια» με το μνημείο ηρώων στον προαύλιο χώρο της.

Ο κτηματίας Σπανουδάκης ο οποίος προέβη σε δωρεά σημαντικής έκτασης  στον Κοκκιναρά της Πεντέλης

Στο μεταξύ πέτρες κατέφταναν από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό και τα δύο αδέλφια ακούραστα πήγαιναν να τις παραλάβουν. Όλες έφταναν ακτοπλοϊκώς στο λιμάνι του Πειραιά. Επιστολές από αυτό το σύλλογο έφευγαν προς κάθε ιστορική για τον ελληνισμό τοποθεσία. Πέτρες από την Κύπρο, την Πίνδο, την Κορέα, την Αγία Λαύρα, την Μικρά Ασία, την Μακεδονία, την Θράκη μέχρι και ένα κομμάτι μάρμαρο από τον Ναό της Ελενοπόλεως που οικοδόμησε η Αγία Ελένη μέσα στην οποία βαπτίστηκε χριστιανός ο Μέγας Κωνσταντίνος. Οι δυσκολίες βεβαίως του εγχειρήματος ήταν πολλές καθώς συχνά υπήρχαν αντιδράσεις ή αρνήσεις λόγω μειωμένης πληροφόρησης για το εγχείρημα. Άλλοι έβλεπαν με σκεπτικισμό την προσπάθεια που πέρασε από πολλά στάδια. 



Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί  η παράκληση που έγινε προς τον Δήμο Βελεστίνου τη γενέτειρα του Ρήγα δεν έγινε δεκτή! Για άγνωστο λόγο το Βελεστίνο δεν ανταποκρίθηκε στην παράκληση. Τότε τα δύο αδέλφια σκέφτηκαν ότι αφού δεν μπορούσαν να λάβουν λίθους από τη γενέτειρα πατρίδα του Ρήγα θα λάμβαναν από τον τόπο θανάτου του. Έτσι έγραψαν επιστολή προς τον Στρατάρχη Τίτο της Γιουγκοσλαβίας με την οποία ζητούσαν να τους δοθεί ένα λιθάρι από το φρούριο του Βελιγραδίου, τόπο που μαρτύρησε και τελικώς θανατώθηκε ο πρωτομάρτυρας της νεοελληνικής ελευθερίας. Η επιστολή των αδελφών Στανίτσα έφτασε στον προορισμό της μέσω της Γιουγκοσλαβικής Πρεσβείας στην Αθήνα τον Ιούνιο του 1953.

«Προς τον Πρόεδρο της Γιουγκοσλαβικής κυβερνήσεως Στρατάρχη Τίτο.

Εξοχώτατε,

Υποβάλλω μετά των μελών του Πανελληνίου Συλλόγου Ορθοδόξων «Παναγία η Ελευθερώτρια» θερμήν παράκλησιν εις την Υμετέραν Εξοχότητα, ίνα μας αποσταλή συμβολικός λίθος δια τον αναγειρόμενον Ναόν των ηρώων μας, προερχόμενος εκ τους ιστορικού φρουρίου του Βελιγραδίου, όπου εύρε μαρτυρικόν θάνατον μετά των συντρόφων του ο πρώτος σαλπιγκτής των απελευθερωτικών Αγώνων των βαλκανικών λαών Έλλην Εθνομάρτυς Ρήγας Φεραίος. Ολίγον χώμα από το ηρώον των πεσόντων Ελλήνων ή από τους τάφους αυτών θα ολοκληρώσει την ευγνωμοσύνην ημών προς την υμετέραν εξοχότητα…».

Και πραγματικά! Ύστερα από ενάμιση χρόνο δύο συμβολικοί λίθοι με μέριμνα της γιουγκοσλαβικής πρεσβείας έφταναν ακτοπλοϊκώς στο λιμάνι του Πειραιά. Το γεγονός όμως ότι οι λίθοι εκ Βελιγραδίου έφτασαν (έστω και με καθυστέρηση) σε αντίθεση με τους λίθους της γενέτειράς του Βελεστίνου, μας δείχνει το βαθμό της δυσκολίας που τα δύο αδέλφια έπρεπε να ξεπεράσουν ακόμα και εκεί που οποιοσδήποτε θα πίστευε ότι το εγχείρημα δεν θα παρουσίαζε δυσκολία. Φυσικά αργότερα την τιμή του Βελεστίνου ο σύλλογος Βελεστινιωτών Αθηνών που ανέλαβε την προμήθεια του λίθου σε μεταγενέστερο όμως χρόνο.  

Ο Αντώνιος Στανίτσας παραλαμβάνει στο λιμάνι του Πειραιά σε επίσημη τελετή τις δύο λίθους που απέστειλε ο Στρατάρχης Τίτο από το Πιρότ και το Φρούριο του Βελιγραδίου. 

Ο Σύλλογος Βελεστινιωτών Αθηνών ανέλαβε εκ μέρους του Βελεστίνου να προμηθεύσει με λίθο από το σπίτι του Ρήγα Φεραίου τα δύο αδέλφια.


Και κάθε φορά που ιστορικοί λίθοι κατέφταναν από οποιοδήποτε μέρος στον Πειραιά, πραγματική τελετή υποδοχής ετοιμαζόταν από τα δύο αδέλφια. Ο επίτιμος Πρόεδρος του Συλλόγου, Αντώνιος Στανίτσας, κατέφτανε στο λιμάνι όπου παρευρίσκονταν διπλωματικές αρχές ανάλογα με το μέρος από το οποίο έρχονταν οι λίθοι. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο Αντώνιος Στανίτσας διέθετε μεταξύ άλλων και αγιογραφικές ικανότητες και κατάφερε να αγιογραφήσει και φιλοτεχνήσει πολλές εικόνες εντός ναού που ανήγειρε.

Η προτομή του Αντώνιου Στανίτσα, εμπνευστή, ιδρυτή και Προέδρου του συλλόγου που υλοποίησε το εγχείρημα δεσπόζει σήμερα στον προαύλιο χώρο.

Μέχρι το 1954 είχαν καταφέρει οι αδελφοί Αντώνιος και Λεωνίδας Στανίτσα να συλλέξουν 280 λίθους στη μνήμη των Ελλήνων ηρώων. Το όραμα τους είχε λάβει σάρκα και οστά. Στο μνημείο που έχει οικοδομηθεί απέναντι από τον ναό της Ελευθερώτριας δίνει σήμερα πραγματικό παρών ολόκληρο το Έθνος. 






Πέτρες από τις Θερμοπύλες αλλά και χώμα από το Ρίμινι σκεπασμένο από ξερά φύλα δάφνης. Μεταξύ των ιστορικών λίθων ξεχωρίζουν και ένας από τον νάρθηκα της Αγίας Σοφίας. Επίσης διακρίνονται λίθοι από τις Σαράντα Εκκλησίες της Ανατολικής Θράκης. Σε αυτές τις δύο τελευταίες προσφορές ανταποκρίθηκαν Τούρκοι! 





Πέτρες και χώματα ποτισμένα από αίμα Ελλήνων, βρίσκονται διάσπαρτα σε εκείνον τον μικρό λόφο στον Κοκκιναρά της Κηφισιάς. Και καθώς η ιστορία των Ελλήνων ουδέποτε σταμάτησε να γράφεται με αίμα ο σύλλογος που λειτουργεί σήμερα συνεχίζει το έργο των δύο αδελφών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το μνημείο των Ιμίων που ανεγέρθηκε σε θέση που δεσπόζει στον προαύλιο χώρο. 

Το μνημείο για τα Ίμια. Στους τρεις χρυσαετούς του Αιγαίου, Καραθανάση, Βλαχάκο,  και Γιαλοψό. 

Τα δύο αδέλφια όταν είχαν φτάσει προς το τέλος του αρχικού τους σχεδίου, είχαν αποφασίσει να προχωρήσουν στην ίδρυση πρότυπου ορφανοτροφείου ειδικώς για τα ελληνόπουλα πεσόντων πολεμιστών ως ελάχιστο φόρο για εκείνους που έπεσαν στις επάλξεις του καθήκοντος. 

Τα ονόματα των αδελφών Στανίτσα δεν είναι ιδιαιτέρως γνωστά και ειδικώς στον Πειραιά από όπου υπήρξε η έδρα των οικονομικών δραστηριοτήτων τους. Αλλά και το Μνημείο Ελληνισμού που οικοδόμησαν μαζί με την εκκλησία υπήρξαν έργα ζωής των δύο αδελφών από τον Πειραιά, αλλά θάφτηκαν από την αδιαφορία των νεοελλήνων.  


Το παρεκκλήσιο της Αγίας Όλγας του Ι.Ν. Ευαγγελιστρίας Πειραιώς

 

του Στέφανου Μίλεση


Το παρεκκλήσιο της Αγίας Όλγας του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Πειραιώς βρίσκεται στην οδό Γενναδίου 4 στον Πειραιά. Πρόκειται για ένα μικρό δρομάκο ελάχιστα γνωστό στους Πειραιώτες, παρά μόνο σε εκείνους που τους αρέσει να περιδιαβαίνουν τους δρόμους της πόλης αναζητώντας ιστορίες ανθρώπων, ιστορίες που έσβησαν στο διάβα του χρόνου αφήνοντας όμως πίσω τους ανεξίτηλα χαραγμένα τα σημάδια της ύπαρξής τους στις επόμενες γενιές. 


Η μικρή οδός Γενναδίου στολισμένη και φρεσκοασπρισμένη την παραμονή του εορτασμού της Αγίας Όλγας

Η αναζήτηση του ναού καθίσταται ακόμα πιο δύσκολη καθώς βρίσκεται στρυμωγμένο ανάμεσα στις τεράστιες πολυκατοικίες του μικρού δρόμου. Με αφετηρία τον Ι.Ν. Ευαγγελιστρίας Πειραιώς για να μεταβείς στην οδό Γενναδίου πρέπει να κατέβεις την Τζαβέλλα και αμέσως να πιάσεις την κατηφόρα της οδού Πύλης. Ακόμα κι όταν όμως βρεις την μικρή οδό απαιτείται παρατήρηση ώστε η ματιά σου να συναντήσει τη μικρή εκκλησία καθώς βρίσκεται "πνιγμένη" ανάμεσα από ψηλές πολυκατοικίες.



 Όμως η εκκλησία της Αγίας Όλγας, διόλου δεν στερείται σε χάρη αλλά και σε ιστορία καθώς κι αυτή -όπως και οι περισσότερες εκκλησίες του Πειραιά - οικοδομήθηκαν από την αγάπη πιστών, ύστερα από αγώνα και οικονομικές θυσίες. Αρχικά φαίνεται να εξυπηρετεί τους ανθρώπους μεγάλης ηλικίας που δεν έχουν την δυνατότητα να "ανηφορίσουν" στο ναό της ενορίας τους που είναι η Ευαγγελίστρια Πειραιά. Δεν είναι όμως σπάνιο να συναντήσει κάποιος εδώ και ανθρώπους που αναζητούν το γραφικό, το ταπεινό, το λιγότερο πολυπληθές για να μπορέσουν να στρέψουν την προσευχή τους απερίσπαστοι. 





Τόσο η οικοδόμηση της εκκλησίας όσο και η ονομασία της οφείλονται σε δύο διαφορετικές γυναίκες που έζησαν σε διαφορετικές εποχές. Η πρώτη ήταν εκείνη στην οποία ανήκε η μικρή έκταση που έμενε όμως για χρόνια ανοικοδόμητη. Η ιστορία της θυμίζει λίγο από το διήγημα "Ο Αμερικάνος" του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Μια υπόσχεση γάμου από έναν άνδρα που έφυγε για την Αμερική αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον. Και μια ζωή αναμονής από την πλευρά της γυναίκας για εκείνον που θα επέστρεφε οικονομικά ανεξάρτητος προκειμένου να πραγματώσει την υπόσχεση που κάποτε έδωσε. Τέτοιες ιστορίες αγάπης και ξενιτιάς δημιούργησαν αμέτρητα δράματα σε μια Ελλάδα που αιμορραγούσε σε ανθρώπινο δυναμικό. Εκατοντάδες νέοι εγκατέλειπαν την πατρίδα τους (δυστυχώς όπως και σήμερα επαναλαμβάνεται) προκειμένου να φτιάξουν το "αύριο", αφήνοντας κατεστραμμένο και ανεκπλήρωτο το "σήμερα". 


Και η μικρή αυτή έκταση έμενε ανοικοδόμητη, για εκείνη την ξεχωριστή ημέρα της επιστροφής του μετανάστη και της εκπλήρωσης της υπόσχεσής του. Ίσως ένα σπιτικό να στηνόταν εκεί, εάν και εφόσον το όνειρο γινόταν πραγματικότητα. Δεν θέλει και πολύ ο χρόνος να παγώνει σε μια υπόσχεση και το μυαλό να μείνει στραμμένο για πάντα σε μια μακρινή κατεύθυνση... Αμερική, Αυστραλία, Καναδάς.  


Μια υπόσχεση λοιπόν που έμεινε ανεκπλήρωτη, στάθηκε αιτία να μείνει η μικρή έκταση ανοικοδόμητη. 


Περιήλθε στην ιδιοκτησία των κληρονόμων που ήταν οι αδελφοί Τζώρτζη, Κρητικής καταγωγής. Επρόκειτο για τους Νικόλαο, Ιωάννα και Όλγα Τζώρτζη το σπίτι των οποίων βρισκόταν ακριβώς απέναντι από την ανοικοδόμητη έκταση. Άνθρωποι μεγάλης κοινωνικής προσφοράς και πλούσιου χριστιανικού έργου που η γειτονιά τους αγαπούσε και εκτιμούσε ιδιαίτερα. Ο Νίκος Τζώρτζης δεν άργησε να συλλάβει την ιδέα, στην έκταση της ανεκπλήρωτης υπόσχεσης, να εκπληρώσει το δικό του τάμα, να οικοδομήσει δηλαδή εκκλησία αφιερωμένη στην Όλγα την αδελφή του, τη γνωστή και ως μαμή- που είχε αφήσει τα εγκόσμια το 1976 αφήνοντας πίσω της σπουδαίο φιλανθρωπικό έργο. 


Έτσι λοιπόν τον Οκτώβριο του 1997 ξεκίνησαν οι εργασίες ανέγερσης της εκκλησίας της Αγίας Όλγας με πρώτη δωρεά την ίδια την έκταση που τα αδέλφια Νικόλαος και Ιωάννα Τζώρτζη είχαν αποκτήσει, προς τιμή της αδελφής τους Όλγας. 


Με τις ευλογίες του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου πρώην Πειραιώς κ. Καλλινίκου ψυχή στην οικοδόμηση της εκκλησίας στάθηκε ο τότε Προϊστάμενος του Ι.Ν. Ευαγγελιστρίας π. Μαρίνος Γεωργακόπουλος που επέβλεπε τις εργασίες και προσέφερε και ο ίδιος οικονομικώς για να γίνει επίσπευση των εργασιών που κάποτε σταματούσαν λόγω έλλειψης πόρων και μέσων. Όποιον και να ρωτήσεις σήμερα στη μικρή γειτονιά θα σου μιλήσει για τον πατέρα Μαρίνο τον στυλοβάτη της εκκλησίας.  


Τα θυρανοίξια τέλεσε ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης πρώην Πειραιώς κ. Καλλίνικος στις 7 Οκτωβρίου 2000 ενώ τα εγκαίνια πραγματοποίησε το Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ στις 27 Οκτωβρίου 2012. Πριν από την πανδημία η Θεία Λειτουργία τελείτο κανονικά στην εκκλησία της Αγίας Όλγας με την ιδιαιτερότητα όμως ότι γινόταν κάθε Σάββατο. 







Παρατηρώντας το μικρό χώρο που καταλαμβάνει η εκκλησία, διαπιστώνει με έκπληξη την ορθή αξιοποίηση της έκτασης καθώς στον ισόγειο χώρο λειτουργεί αίθουσα εκδηλώσεων. Κάθε Πέμπτη απόγευμα ψάλλεται η Ιερά Παράκληση και στη συνέχεια πραγματοποιείται Κύκλος Μελέτης Αγίας Γραφής. Τελούνται όλες οι ακολουθίες τη Μεγάλη Εβδομάδα, τα Χριστούγεννα και τα Θεοφάνεια. Σε τίποτα η Αγία Όλγα του Ι.Ν. Ευαγγελιστρίας Πειραιώς δεν υπολείπεται έναντι των άλλων εκκλησιών. Η αγάπη του κόσμου και ιδιαίτερα της γειτονιάς είναι εύκολο να διαπιστωθεί. Από την παραμονή εορτασμού σημαιάκια κρεμιούνται από τα μπαλκόνια και τις σπίτια του δρόμου, τα πάντα ασβεστώνονται, μια ευωδία καθαριότητας απλώνεται ολόγυρα. 


Προετοιμασία από της κυρίες της εκκλησίας για τον Πανηγυρικό Εσπερινό


Η Θεία Πρόνοια ήθελε η μικρή οδός Γενναδίου να έχει υπάρξει στο παρελθόν η γειτονιά του αείμνηστου πειραιολάτρη Γιάννη Σωτηρίου που δραστηριοποιείτο στα πολιτιστικά του Πειραιά, με συμμετοχές σε εκδηλώσεις και δράσεις πολλών φορέων και σωματείων, μεταξύ των οποίων και η Φιλολογική Στέγη Πειραιώς της οποίας υπήρξε Τακτικό Μέλος. Στο βιβλίο του "Η Γειτονιά μου. Η Γειτονιά του Κόσμου (Πειραϊκής Αναμνήσεις)" (Πειραιάς 2000), έχει αφιερώσει ολόκληρο κεφάλαιο στην οδό Γενναδίου με τίτλο "Επιστροφή στο γενέθλιο χώρο". Όταν πληροφορήθηκε για την ανέγερση της μικρής εκκλησίας στάθηκε με έκπληξη 

- "Μα πώς; Σ' αυτό το στενάκι; Για ποιο λόγο, με ποιανού πρωτοβουλία, με τι δαπάνες; Και στο όνομα ποιας αγίας;".  




Δεν άργησε κάποιο Κυριακάτικο πρωινό να επισκεφθεί την παλιά του γειτονιά και φυσικά να κατακλυσθεί από τα συναισθήματα εκείνα που μένουν κρυμμένα για χρόνια στους ανθρώπους, κατάβαθα μέσα στη ψυχή τους, και απελευθερώνονται δοθείσης της ευκαιρίας. Έγραψε ο Σωτηρίου ύστερα από την επίσκεψή του:

"Αραιοκατοικημένη (τη θυμάμαι) τη γειτονιά μου. Με λιγοστά μονόροφα σπιτάκια. Με λίγα μαγαζιά. Όπως το ψιλικατζίδικο του Ατσαλή, το γαλατάδικο του Δήμου, το μπακάλικο του Γκαγκανάτση, ο φούρνος του Οικονόμου... Και πιο πάνω το τσαγκαράδικο του Κουτσούκου και καμιά-δυο υπόγειες ταβερνούλες, το κατάστημα υλικών οικοδομών του Μουσελά με τα τρία παιδιά του- και πιο κάτω, στην οδό Αλεξάνδρου, η ταβέρνα του Καλλίτση ...


Υποβαθμισμένη περιοχή, πράγματι η γειτονιά μου. Άνθρωποι του καθημερινού μόχθου, του μεροκάματου, οι κάτοικοί της. Χωρίς καμιά κρατική στοργή, χωρίς -πολλές φορές- συντάξεις. Στερημένοι αλλά με δύναμη και πίστη στη ζωή".


Πόσα άλλαξαν από τότε, και ταυτόχρονα πόσα έμειναν τα ίδια; Μια ερώτηση άνευ απάντησης παρά μόνο σκέψης ότι αυτοί οι άνθρωποι με αυτά τα μέσα κατάφεραν την ανέγερση μια εκκλησίας. Κατάφεραν η μικρή οδός τους να αποτελεί κέντρο εορτασμών, συνάξεων και πίστης. Μήπως και οι περισσότερες εκκλησίες του Πειραιά κάπως έτσι δεν οικοδομήθηκαν;  



Δημήτριος Καμπέρος, Ο ξεχασμένος ήρωας της Φρεαττύδας



του Στέφανου Μίλεση

Στις 28 Ιουνίου 2021  πραγματοποιήθηκε πτήση υδροπλάνου σε ανάμνηση εκείνης που πριν από 109 χρόνια, είχε πραγματοποιήσει ο Φρεαττυδιώτης Υπολοχαγός Πυροβολικού Δημήτριος Καμπέρος, πρώτος Έλληνας Στρατιωτικός Αεροπόρος. Ο Καμπέρος το 1912 μετέτρεψε ένα αεροπλάνο σε υδροπλάνο, τοποθετώντας του πλωτήρες. 

Στις 24 Ιουνίου του ίδιου έτους πραγματοποίησε πτήση από τον όρμο του Παλαιού Φαλήρου με προορισμό την Ύδρα, γενέτειρα πατρίδα του πατέρα του Αναστάση. Κατά την επιστροφή από την Ύδρα στο Φάληρο, κατέκτησε το παγκόσμιο ρεκόρ ταχύτητας υδροπλάνου, επιτυγχάνοντας 110 χιλιόμετρα την ώρα, καλύπτοντας την απόσταση των 37,5 ναυτικών μιλίων σε χρόνο 38 λεπτών. Πριν από λίγες ημέρες ένα υδροπλάνο εκτέλεσε την ίδια διαδρομή σε ανάμνηση της πτήσης του Καμπέρου, όπως και η σχετική αφίσα καταγράφει, και όχι για αναβίωση πτήσης, διότι τέτοια θα ήταν μόνο αν η πτήση γινόταν με το ίδιο πτητικό μέσο όπως συχνά γίνεται στο εξωτερικό. 

Οι δύο αφίσες της εκδήλωσης. Πάνω για την αναμνηστική πτήση και κάτω για την ομιλία που έγινε το απόγευμα της ίδιας ημέρας της αναμνηστικής πτήσης στο Ιστορικό Αρχείο-Μουσείο Ύδρας


Και ενώ η ανάμνηση πτήσης πραγματοποιήθηκε με επιτυχία, τόσο οι κάτοικοι του νησιού όσο και επισκέπτες μάλλον δεν θα έχουν καμία ανάμνηση της πτήσης διότι έχασαν μια μοναδική ευκαιρία να δουν από κοντά την προσθαλάσσωση και ουδείς -πλην εκπροσώπων των διοργανωτών- κατάλαβε ή έμαθε κάτι περί αυτού του γεγονότος.



Ένα μικρό ταχύπλοο μόνο, στο οποίο επέβαιναν κάποιοι επίσημοι, έπλευσε προς στο όρμο Μανδράκι όπου έγινε η προσθαλάσσωση του υδροπλάνου. Καμιά πτήση χαιρετισμού πάνω από το νησί, ούτε προσθαλάσσωση έξω από το λιμάνι της Ύδρας που ο κόσμος ανέμενε, καθώς το νησί τις μέρες εκείνες κατακλυζόταν από εκατοντάδες ξένους και Έλληνες επισκέπτες λόγω των εορταστικών εκδηλώσεων για τα «Μιαούλεια». 


Για την ανάμνηση της πτήσης θα χρησιμοποιήθηκε ένα υδροπλάνο τύπου Zenair CH701 της ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΕΣΧΗΣ ΥΔΡΟΠΛΑΝΟΥ.
Το υδροπλάνο αποθαλασσώθηκε στις 28 Ιουνίου από τον όρμο Παλαιού Φαλήρου με προορισμό το λιμάνι της Ύδρας που τελικώς όμως άλλαξε και η προσθαλάσσωση έγινε στον όρμο Μανδράκι.
Η πορεία του υδροπλάνου ήταν η εξής: Φάληρο, Ανατολικό Άκρο
Αίγινας, Ναύσταθμος Πόρου, Λεμονοδάσος, Καραπολίτι, Ακρωτήριο Σκύλλαιον,





Λόγοι ασφαλείας είπαν, δεν επέτρεψαν την προσθαλάσσωση έξω από το λιμάνι, που προφανώς δεν γίνονται εύκολα κατανοητοί, όταν οι καιρικές συνθήκες ήταν ευμενείς και όταν στον ίδιο χώρο ανατινάζεται ολόκληρο σκάφος κατά την διάρκεια των εκδηλώσεων αναπαράστασης καύσης τουρκικού στόλου από πυρπολικά. Όμως κι αν ακόμα δεχθεί κάποιος, τους λόγους ασφαλείας, δεν θα μπορούσε να κατανοήσει τι θα κόστιζε αν ναυλώνονταν δύο «βενζίνες» από εκείνες που χρησιμοποιούν καθημερινά εκατοντάδες τουρίστες για να θαυμάσουν από κοντά την προσθαλάσσωση; 

Εκατοντάδες φωτογραφίες θα ανέβαιναν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και όμοια εκατοντάδες αναφορές θα πληροφορούσαν τα ελληνικά και ξένα μέσα για την ιστορική ανάμνηση. Δεν είναι διόλου τυχαίο λοιπόν που ο Γάλλος πιλότος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου Ρολάν Γκαρός είναι σήμερα παγκόσμια διάσημος, ενώ ο Δημήτριος Καμπέρος είναι ελάχιστα γνωστός ακόμα και στη συνοικία του την Φρεαττύδα. 

Αλλά από ότι με πληροφόρησαν και κατά την αποθαλάσσωση του υδροπλάνου από τον όρμο Φαλήρου, εξελίχθηκαν όμοιες σκηνές με δεκάδες παιδιά του Ναυτικού Ομίλου Καλλιθέας να περιμένουν να δουν αποθαλάσσωση που τελικώς δεν είδαν, διότι έγινε από διαφορετικό σημείο από εκείνο που είχαν πληροφορηθεί. 

Δεν είναι λοιπόν τυχαίο και το γεγονός ότι από τις τάξεις των όπλων και των σωμάτων (Στρατού, ναυτικού, αεροπορίας) διήλθαν εκατοντάδες στρατηγοί, οι οποίοι χάθηκαν στη σκόνη της ιστορίας, ενώ ένας υπολοχαγός, ο Δημήτριος Καμπέρος άφησε πίσω για πάντα ανεξίτηλα γραμμένο το όνομά του στην ιστορία της Ελλάδας.

Τι άφησε πίσω του ο Καμπέρος πέρα από τα γνωστά κατορθώματα; 

Ο Καμπέρος υπήρξε  ήρωας και αγαπημένο πρόσωπο στη γειτονιά του την Φρεαττύδα, καιρό πριν καταρρίψει το ρεκόρ ταχύτητας υδροπλάνου. Γεννημένος το 1883 στην Φρεαττύδα από πατέρα Υδραίο τον Αναστάση, ουδέποτε εγκατέλειψε τον αγαπημένο του όρμο μέχρι το 1942 που πέθανε. 

Είχε τελειώσει το 1ο γυμνάσιο Αρρένων Πειραιώς, τη σημερινή Ιωνίδειο, επιδεικνύοντας ιδιαίτερη κλίση στα μαθήματα της Γεωγραφίας και της Ιστορίας. Εισήλθε στη Σχολή Ευελπίδων και ως Έυελπις τριγυρνούσε όλο καμάρι στον Πειραιά φορώντας τα κίτρινα σιρίτια της στολής τα οποία οι Πειραιώτες κορόιδευαν αποκαλώντας τους καναρίνια όπως μας πληροφορεί η Πηνελόπη Δέλτα στο βιβλίο της «Τρελαντώνης»


Το πάνελ των ομιλητών της εκδήλωσης. Από αριστερά προς τα δεξιά Αντιγόνη Καμπέρου, Ιωάννης Μυλωνάς, Κωνσταντίνα Αδαμοπούλου, Στέφανος Μίλεσης.

Είναι γεγονός ότι στην ανατροφή ενός παιδιού και στην διαμόρφωση του χαρακτήρα του, συμβάλλουν πολλοί παράγοντες εκτός της ίδιας της οικογένειας. Ο κοινωνικός περίγυρος είναι ένας από αυτούς τους παράγοντες. Και η κοινωνία της Φρεαττύδας στην εποχή του Καμπέρου διαδραμάτισε ιδιαιτέρως σημαντικό ρόλο. Διότι η Φρεαττύδα υπήρξε μήτρα παραγωγής προσωπικοτήτων σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δράσης. Πρώτος ο ακαδημαϊκός Παύλος Νιρβάνας (Πέτρος Αποστολίδης) ιατρός αξιωματικός του πολεμικού ναυτικού και μέγας λογοτέχνης επισήμανε το γεγονός αυτό.  

Ο γραφικός όρμος της Φρεαττύδας την εποχή του Καμπέρου


Σε επιστολή του που δημοσιεύθηκε σε εφημερίδες της εποχής, κατέγραψε ότι η συγκέντρωση τόσο τρανών ανθρώπων γύρω από έναν όρμο θα έπρεπε να αποτελεί μελέτη της ιστορίας και της κοινωνιολογίας: «Αξίζει από περιέργεια, να βρείτε» έγραψε «πόσοι σημαντικοί άνθρωποι εξόρμησαν από το ποιητικό ερημητήριο της Φρεαττύδας, για να κατακτήσουν με τον καιρό, μια θέση είτε στα νεοελληνικά γράμματα είτε στην κοινωνία…». 

Ο μικρός όρμος λοιπόν έγινε κατοικία των ποιητών Λάμπρου Πορφύρα και Γεωργίου Στρατήγη, πέρασε από τα παράλιά του ο μεγάλος θαλασσογράφος Κωνσταντίνος Βολανάκης, έγινε τραγούδι από τους μουσουργούς Ναπολέων και Γεώργιο Λαμπελέτ, νότες από τον  ανεπανάληπτο μουσουργό Παναγιώτη  Φακιολά (Τερψιχόρη). Στον όρμο περιηγήθηκαν και οι  Σπύρος Μελάς, Δημοσθένης Βουτυράς,  Νίκος Χατζάρας, Άριστος Καμπάνης, Γεώργιος Ζουφρές, αλλά και ο μεταγενέστερος Δημήτρης Πικιώνης που αποτέλεσαν ένα διόλου ευκαταφρόνητο δυναμικό προσωπικοτήτων.

Όταν ζητήθηκαν άνδρες για την επάνδρωση της νεοσύστατης αεροπορίας, ένας από τους 60 αξιωματικούς που υπέβαλαν αίτηση ήταν και ο Καμπέρος. Από αυτούς έγιναν δεκτοί μόνο τρεις. Και από αυτούς τους τρεις, οι δύο ζούσαν στον Πειραιά! 

Ο ένας ήταν ο υπολοχαγός πυροβολικού Δημήτριος Καμπέρος και ο άλλος ο υπολοχαγός Μηχανικού Μιχάλης Μουτούσης που την ίδια εποχή πετούσε κάνοντας τα δικά του ακροβατικά στην διπλανή περιοχή της Καστέλλας. Εκεί είχε γνωρίσει και είχε ερωτευτεί μια κοπέλα την Μαργαρίτα Οριγώνη που καθώς όμως ήταν από εύπορη οικογένεια, ο πατέρας της δεν την προόριζε για έναν φτωχό αξιωματικό του Μηχανικού. Ο Μουτούσης όταν επέστρεψε από την Γαλλία όπου είχε αποσταλεί με σκοπό την εκπαίδευση στα αεροπλάνα, άρχισε τις πτήσεις εντυπωσιασμού της αγαπημένης του Μαργαρίτας. 

Σήμερα στο σημείο όπου καθόταν άλλοτε η Μαργαρίτα Οριγώνη ατενίζοντας τον ορίζοντα για να δει τον αγαπημένος της ο Δήμος Πειραιά βρήκε έναν  ελεύθερο χώρο και τον διαμόρφωσε σε Δημοτικό Πάρκο με την ονομασία "Αγνάντι"! Φυσικά δεν το ονόμασε έτσι λόγω της ιστορίας Μουτούση - Οριγώνη, αλλά διότι προσφέρει μοναδική θέα στους παρευρισκόμενους. Ωστόσο έστω και από τύχη, η ονομασία του Πάρκου ταιριάζει θαυμάσια στην ιστορία που είχε καταγραφεί στο ίδιο σημείο. 


Το Δημοτικό Πάρκο ΑΓΝΑΝΤΙ δίπλα στην οικία Οριγώνη - Μουτούση σε φωτογραφία κατά την διάρκεια εκδήλωσης της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς.
Στο ίδιο σημείο η Μαργαρίτα αγνάντευε τις πτήσεις του αγαπημένου της πιλότου.

 

Ο Καμπέρος όμως ήταν εκείνος που αγαπήθηκε από τους Πειραιώτες, καθώς διέθετε μοναδικά ψυχικά χαρίσματα, ευγένειας, ιπποτισμού, γενναιότητας και αγάπης για τον τόπο του, τη Φρεαττύδα. 

Χαρακτηριστικό το περιστατικό που συνέβη τον Δεκέμβριο του 1913, όταν τρεις χασικλήδες της έρημης Πειραϊκής που γειτόνευε με την Φρεαττύδα τον πυροβόλησαν έξω από το σπίτι του στην Φρεαττύδα, γιατί βγήκε στον δρόμο για να τους παρατηρήσει σχετικά με την απρεπή τους συμπεριφορά και τις βωμολοχίες που ξεστόμιζαν κατά γυναικόπαιδων που βρέθηκαν μπροστά τους. 

Επίσης η πτητική του δεινότητα υπήρξε αντικείμενο θαυμασμού από τους Πειραιώτες ώστε μέχρι και σήμερα συχνά ακούγεται ο χαρακτηρισμός «Τρελοκαμπέρος», όταν οι πράξεις κάποιου είναι φανερά παράτολμες, όταν δεν υπολογίζει τον κίνδυνο και αντιμετωπίζει τις καταστάσεις με θάρρος, γεγονός που αποκαλύπτει τον παράτολμο χαρακτήρα που είχε ο Δημήτριος Καμπέρος.

Στο σημείο όμως αυτό πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας, διότι εδώ βρίσκεται και ένα στοιχείο που μας κληροδότησε ο Καμπέρος και που κάποιοι δυστυχώς δεν έχουν καταλάβει. Τόσο τα παράτολμα ακροβατικά του, όσο και η ίδια η πτήση στην Ύδρα κατά την οποία πέτυχε την κατάρριψη του παγκοσμίου ρεκόρ έγιναν για έναν και μόνο λόγο που ήταν η κινητοποίηση της κοινής γνώμης με σκοπό την επίτευξη συγκέντρωσης χρηματικών ποσών για την αγορά αεροπλάνων. 

Μη ξεχνάμε ότι ο Πειραιάς στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν η ναυτική, βιομηχανική και συνεπώς οικονομική πρωτεύουσα της Ελλάδας. Εκεί βρίσκονταν συγκεντρωμένα οι τράπεζες, τα κεφάλαια, οι εφοπλιστές και οι βιομήχανοι. Μέχρι τότε με τους εράνους και το περίφημο λαχείο του Στόλου, αγοράζονταν διαρκώς πλοία προς ενίσχυση του πολεμικού ναυτικού. Ο Καμπέρος επιθυμούσε τη μεταστροφή από το λαχείο στόλου στο κουπόνι υπέρ αγοράς στρατιωτικών αεροπλάνων. Πέτυχε ανάμεσα σε όλες τις πρωτιές που κατείχε κι αυτή των αεροπορικών επιδείξεων με ερανικό σκοπό. Κατάφερε να στρέψει τον κόσμο στο νέο όπλο της αεροπορίας. 

Λαχείο Εθνικού στόλου του 1907. Ο Καμπέρος επιθυμούσε και επιδίωκε τη μεταστροφή από το λαχείο στόλου στο κουπόνι υπέρ αγοράς στρατιωτικών αεροπλάνων


Ο Καμπέρος διενεργούσε διαλέξεις σε θέατρα, συλλόγους και σωματεία όπως στον Πειραϊκό Σύνδεσμο για να ενημερώσει τον κόσμο για τις άγνωστες μέχρι τότε δυνατότητες που προσέφερε το αεροπλάνο. Για να παρακολουθήσει τις ομιλίες αυτές, το ακροατήριο κατέβαλλε αντίτιμο το οποίο αποτελούσε εισφορά υπέρ αγοράς «Στρατιωτικών αεροπλάνων». Έτσι ο Καμπέρος συνέβαλλε και με τον τρόπο αυτό στην δημιουργία του πρώτου πυρήνα στρατιωτικής αεροπορίας. Μόνος του ο Καμπέρος κατάφερε να πείσει τον κόσμο για τη σπουδαιότητα του νέου όπλου. Για αυτό και ο Σουρής που έμενε στο Νέο Φάληρο έγραφε την ίδια εποχή «…βαρδάτε και θα πάω ψηλά με τον Καμπέρο/ κι εξ ύψους θα ανυμνήσω την συλλογήν εράνων/ υπέρ αεροπλάνων».

Ο Σουρής με την εφημερίδα του αποτελούσε τα μέσα επικοινωνίας που χρησιμοποιούσε ο κόσμος την εποχή εκείνη. Σε αυτή την προσπάθεια ήταν ενταγμένη και η ιστορική πτήση του Καμπέρου στην Ύδρα. Δυστυχώς όσα κατανόησε, δίδαξε και έπραξε ο Καμπέρος το 1912, σήμερα κάποιοι τα παραβλέπουν ως μη σημαντικά… 

Τον Ιούνιο του 1917 ο Καμπέρος ωθήθηκε σε παραίτηση καθώς κατηγορήθηκε ως Βασιλικός διότι αντέδρασε στην κατάληψη του Πειραιά από τος Γάλλους. Φυσικά επρόκειτο για κοινή λάσπη στο πρόσωπό του και τίποτε περισσότερο. Στρατιές γαλλικών αποικιοκρατικών στρατευμάτων από το Μαρόκο, την Τυνησία και το Αλγέρι είχαν καταλάβει τον Πειραιά, δεν σέβονταν τίποτα και ενεργούσαν σαν στρατός κατοχής. 

Γαλλικός στρατός φερμένος από τις αποικίες της Αφρικής είχε καταλάβει όλους τους δημόσιους χώρους της πόλης.

Καθώς όμως η επιρροή του στους Πειραιώτες ήταν μεγάλη φρόντισαν να τον απομονώσουν, όπως όμοια απομονώνεται και στις μέρες μας όποιος λέει αλήθειες και δεν γίνεται αρεστός. 

Η αεροπορία όμως με την αποχώρηση του Καμπέρου διαλύθηκε, όπως και πάλι συμβαίνει στις μέρες μας με την απομόνωση των ικανών αλλά μη αρεστών από κρίσιμες υπηρεσίες. Και τελικώς σε αυτή τη χώρα που τίποτε δεν αλλάζει και τα πάντα μένουν ίδια, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τα ονόματα των «ικανών και μη αρεστών» είναι εκείνα που διατηρούνται για πάντοτε αιώνια στην ιστορική μνήμη του λαού μας. Διότι όλοι γνωρίζουν τους λόγους του αποκλεισμού τους.


Η Φρεαττύδα καθώς ήταν μικρή περιοχή δεν μπορούσε να χωρέσει τόσα ονόματα που γεννήθηκαν και έζησαν σε αυτήν. Μια οδός Ποδαλειρίου πίσω από το Τζάνειο Νοσοκομείο μετονομάστηκε σε Λάμπρου Πορφύρα γιατί εκεί βρισκόταν το σπίτι του ποιητή. Μέχρι που ο Πλωτάρχης Μιχάλης Χατζηκωνσταντής ως Κυβερνήτης του Υποβρυχίου "Πρωτεύς" (Υ3) μαζί με όλο το πλήρωμα έπεσαν υπέρ πατρίδος όταν τον Δεκέμβριο του 1940 ύστερα από επίθεση που πραγματοποίησαν σε ιταλική νηοπομπή. Καθώς το σπίτι του Χατζηκωνσταντή βρισκόταν δίπλα από το σπίτι του Πορφύρα ο μικρός δρόμος άλλαξε και πάλι όνομα και έγινε οδός Πλωτάρχη Χατζηκωνσταντή ονομασία που διατηρείται μέχρι και σήμερα. Ο Χατζηκωνσταντής ήταν γαλουχημένος από την δράση και τα κατορθώματα του Καμπέρου το σπίτι του οποίου βρισκόταν μόλις μερικές δεκάδες μέτρα μακρύτερα στην Ακτή Θεμιστοκλέους 48.


Όμως και στη σύγχρονη εποχή ο Καμπέρος υπήρξε φωτοδότης ηρωικών πράξεων. Παρά το γεγονός ότι η Φρεαττύδα άλλαξε και ελάχιστα θυμίζουν την Φρεαττύδα των ηρώων και των λογοτεχνών μαθητές γυμνασίου ακόμα τρέχαμε έξω από το σπίτι του Καμπέρου παίζαμε στην ίδια γειτονιά φωνάζοντας ο ένας στον άλλο για τρέλες που κάναμε ως παιδιά πηδώντας από ψηλούς βράχους στη θάλασσα ή από τον φάρο. Κι ένα τέτοιο παιδί της Φρεαττύδας που επίσης έγινε αεροπόρος δεν δίστασε να ακολουθήσει τον δρόμο της τόλμης του Καμπέρου όταν η πατρίδα απαίτησε την συνεισφορά του σε αίμα. Ήταν ο Παναγιώτης Βλαχάκος με τον οποίο είχα την τιμή να βρισκόμαστε μαζί παιδιά ακόμα στους ναυτοπροσκόπους με έδρα τη Φρεαττύδα. 


Δυστυχώς σήμερα στον Πειραιά ο Καμπέρος δεν έχει τιμηθεί με το μέτρο της αξίας που του αναλογεί, ούτε στην Φρεαττύδα ούτε και από την Υδραϊκή συνοικία της πόλης παρά τις ενοχλήσεις τόσο της Αντιγόνης Καμπέρου όσο και τις δικές μου. Ούτε καν με μια προτομή ή με μια ταπεινή πινακίδα στο σημείο που άλλοτε βρισκόταν το σπίτι του. 

Η Αντιγόνη γνήσια απόγονός του, είναι εύκολο να το διαπιστώσει κάποιος συναναστρέφοντάς την, μάχεται με όπλο την πένα της και την ερευνητική της δεινότητα να διατηρήσει άσβεστη τη μνήμη της οικογένειάς της που τόσα έχουν προσφέρει στην Ελλάδα, στην Ύδρα, στον Πειραιά. 


Ο πατέρας της ο Ευάγγελος Καμπέρος αποτέλεσε συνέχεια της  μεγάλης και σπουδαίας σχολής της Φρεαττύδας. Υπήρξε   δικηγόρος, θεατρικός συγγραφέας, ποιητής του Πειραιά και μέλος της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς της οποίας έχω την τιμή σήμερα να είμαι πρόεδρος. Θα κλείσω με ένα δικό του ποίημα γραμμένο στα βράχια του μικρού όρμου της Φρεαττύδας που δυστυχώς σήμερα δεν υπάρχει καθώς μπαζώθηκε για να δημιουργηθεί η Μαρίνα Ζέας. 

"Έλα!"

Έλα να φύγουμε ξανά

ταξιδευτές τ' ονείρου μας αντάμα

στο κάτασπρο τρεχαντήρι της αγάπης

φουσκώνουν τα πανιά μ΄ άνεμο πρίμο!...

Έλα να φύγουμε ξανά

όπως και να 'σαι, θα πάρουμε τα χνάρια των θεών.

Μη με ξεχνάς στα έρμα κι ανεμόδαρτά μου βράχια.

Μονάχος πού να πάω;... Μην αργείς, η μέρα - χρόνος!...

Έλα να φύγουμε ξανά,

άνεμο πρίμο τότε πάλι θε να βρούμε;




Διαβάστε επίσης:

Ο Πειραιώτης Δημήτριος Καμπέρος (Τρελοκαμπέρος)