Στη συνοικία του Χατζηκυριακείου


του Στέφανου Μίλεση

 

Ο συνοικισμός του Χατζηκυριακείου δημιουργήθηκε σταδιακά, χάρη στις δυνάμεις και στις δαπάνες των ίδιων των οικιστών του, χωρίς να υπάρξει μέριμνα ούτε από το κράτος ούτε από τις τοπικές αρχές. Οφείλει την ονομασία της στο όνομα του ιδρύματος, που δέσποζε με την παρουσία του στην έρημη χερσόνησο και που έγινε τοπωνυμικό για ολόκληρη την ακραία προς την ανατολική πλευρά του λιμανιού συνοικία. Η έναρξη λειτουργίας του ορφανοτροφείου του Ιωάννου και της Μαρίας Χατζηκυριακού, παρότι συνεστήθη το 1889, πραγματοποιήθηκε το 1903 λόγω καθυστερήσεων της ανέγερσής του. Για τουλάχιστον μια δεκαετία το μόνο οικοδόμημα που υπήρχε σε όλη τη γύρω περιοχή ήταν του ορφανοτροφείου. 


Οι πρώτοι οικιστές που θα κάνουν την σιγά – σιγά την εμφάνισή τους ήταν Δωδεκανήσιοι κυρίως από την Σύμη, Ρόδο, Κάρπαθο και Καστελόριζο, καθώς δεν άντεχαν την κατοχή των νησιών τους από τους Ιταλούς. Ανάμεσά τους θα προστεθούν Θράκες και Πόντιοι. Αντίθετα από την διπλανή αλλά μεταγενέστερη συνοικία της Νέας Καλλιπόλεως που συστάθηκε οργανωμένα (3148 της 29ης Ιουλίου του 1924 που φέρει την υπογραφή του Προέδρου της Δημοκρατίας Παύλου Κουντουριώτη), το Χατζηκυριάκειο υπήρξε αποτέλεσμα αυθόρμητης εγκατάστασης. 

Άρχισε να γεννιέται κατά τα έτη 1914-15, περιμετρικά του ορφανοτροφείου θηλέων, εκεί που κάποτε βρίσκονταν η έρημη πειραϊκή χερσόνησος. Η περιοχή όμως θα μετατραπεί όμως σε πολυάριθμη συνοικία (όπως και πολλές άλλες περιοχές στον Πειραιά), μετά την καταστροφή του '22. Όταν έφταναν στον Πειραιά καραβιές ολόκληρες προσφύγων αδελφών, εγκαταλείποντας τον όλεθρο της Μικράς Ασίας, δημιουργούνταν πρόχειρες εστίες εγκατάστασης. 


Ιδιωτικό λεωφορείο γραμμής Ηλεκτρικού Σταθμού Πειραιά - Χατζηκυριακείου παραλαμβάνει επιβάτες στην διασταύρωση των οδών Χατζηκυριακού και Σαχτούρη, αρχείο ΗΕΜ – ΗΛΠΑΠ, 29 Μαρτίου 1933, από το βιβλίο ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΜΦΟΡΕΙΑ ΣΤΟ ΜΕΤΡΟ


Μεταξύ αυτών οι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν και πέριξ του Ιδρύματος καθώς επρόκειτο για έναν αραιοκατοικημένο συνοικισμό με ελεύθερους χώρους. Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στο Χατζηκυριάκειο αποτελούνταν από 500 οικογένειες, αριθμός που αντιστοιχούσε σε τρεις χιλιάδες άτομα. Οι πρόσφυγες ήρθαν και προσέθεσαν τα αυτοσχέδια σπιτάκια τους ανάμεσα σε Θράκες, Πόντιους και Δωδεκανήσιους, δημιουργώντας ένα παράξενο μωσαϊκό ανθρώπων καθώς αφενός δεν ήταν αμιγής μικρασιατικός συνοικισμός αφετέρου ήταν ο πλησιέστερος προς το κέντρο του Πειραιά συγκριτικά με τους υπόλοιπους της περιφέρειας. Κι όμως ο συνοικισμός του Χατζηκυριακείου ήταν η τρανότερη απόδειξη ότι ο Δήμος Πειραιώς δεν έριχνε τα χρήματα στο κέντρο του -όπως οι προσφυγικές συνοικίες κατηγορούσαν τότε τη δημοτική αρχή  ότι πράττει- αφού ο προαναφερόμενος συνοικισμός παρότι βρισκόταν κοντά στο κέντρο του Πειραιά, παρουσίαζε τα ίδια σημεία εγκατάλειψης με τις υπόλοιπες προσφυγικές συνοικίες. 

Έξω από την εκκλησία του Αγίου Ιωάννη εντός του προαυλίου χώρου του τότε Χατζηκυριάκειου Στρατιωτικού Νοσοκομείου όπου είχαν μεταφερθεί διασωθέντες του ναυαγίου αλλά και είχαν διακομιστεί τα σώματα που πνιγμένων (1923). 


Υπήρχε αντικειμενική αδυναμία αντιμετώπισης του προσφυγικού προβλήματος στο σύνολό του. Οι κάτοικοι του συνοικισμού του Χατζηκυριακείου τροφοδοτείτο με νερό όλη τη δεκαετία του 1920 και του 1930 από μια και μοναδική βρύση που βρισκόταν μπροστά από το Ορφανοτροφείο. Φανταστείτε λοιπόν πάνω από τρεις χιλιάδες άτομα να περιμένουν την τροφοδοσία νερού από το στόμιο μιας και μοναδική βρυσούλας, καθώς οι περισσότεροι δεν είχαν την δυνατότητα να προμηθευτούν νερό αγοράζοντάς το από τους πλανόδιους υδροδιανομείς που πωλούσαν το νερό του Πόρου στις γειτονιές του Πειραιά. Επίσης δεν υπήρχε δίκτυο υπονόμων με αποτέλεσμα να υπάρχουν λιμνάζοντα ύδατα μπροστά από τα σπίτια τους. Οι κάτοικοι είχαν οργανωθεί σε δύο σωματεία ένα για τους άνδρες και ένα για τις γυναίκες. 




Οι άνδρες ήταν εγγεγραμμένοι στο «Σύλλογο προσφύγων συνοικισμού Χατζηκυριακείου» με έτος ιδρύσεως το 1925 που αριθμούσε 500 μέλη, αριθμό ατόμων που αναλογεί στον αριθμό των προσφυγικών οικογενειών. Δηλαδή από κάθε οικογένεια ένας άνδρας ήταν εγγεγραμμένος στο σύλλογο. Το άλλο σωματείο, των γυναικών, ήταν το «Φιλόπτωχος Αδελφότης Κυριών» με αποστολή την προστασία των αναξιοπαθούντων προσφύγων του συνοικισμού. Από τη δράση αυτών των δύο σωματείων είχε επιτευχθεί η ανέγερση μονοταξίου δημοτικού σχολείου που είχε κοστίσει εξήντα χιλιάδες δραχμές αλλά και του ιερού ναού του Ζωοδόχου Πηγής, για την ανέγερση του οποίου οι σύλλογοι είχαν δαπανήσει το ποσό των τριάντα χιλιάδων δραχμών. 

Μάλιστα οι δύο αυτοί σύλλογοι και μετά την οικοδόμηση του σχολείου και της εκκλησίας, συνέχιζαν να δίνουν αγώνα ώστε το μεν σχολείο να επανδρωθεί με δάσκαλο από το κράτος, ενώ η εκκλησία να χαρακτηριστεί ενοριακή. Διενεργούσαν παραστάσεις εκπροσώπων και γραπτές προσφυγές στον τότε Μητροπολίτη Αθηνών στον οποίο υπαγόταν ακόμα εκκλησιαστικά ο Πειραιάς. 

Το 23ο Δημοτικό Σχολείο Πειραιώς στο Χατζηκυριάκειο, είναι το πρώτο η οικοδόμηση του οποίου ξεκίνησε ύστερα από εθελοντική εργασία των κατοίκων της περιοχής. Στην περιοχή αυτή που τα παλαιότερα χρόνια οριζόταν ως "Βασιλικό Περίπτερο" στη συμβολή των οδών Αθανασίου Μιαούλη και Ξανθοπουλίδου υπήρχε διαθέσιμο οικόπεδο για την ανέγερση σχολείου. Καθώς τα χρόνια περνούσαν και ανοικοδόμηση δεν γινόταν, ο Φιλεκπαιδευτικός και Εξωραϊστικός Σύλλογος Χατζηκυριακείου έλαβε την απόφαση να οικοδομήσει ο ίδιος το σχολείο ή τουλάχιστον να ξεκινήσει την θεμελίωσή του. Πραγματικά το 1957 το Διοικητικό Συμβούλιο παρείχε εργασία εθελοντική παρακινώντας έτσι γονείς μαθητών και περιοίκους να εργασθούν κι αυτοί με τη σειρά τους εθελοντικώς. Μεγάλο μέρος της θεμελίωσης επιτεύχθηκε δια αυτού του τρόπου πριν το δημόσιο αναλάβει την περάτωσή του.

Αύγουστος 1896, μετονομασία της Λεωφόρου Σωκράτους από του Υδραυλικού Σχολείου μέχρι τέλους σε Λεωφόρος Ιωάννου Χατζηκυριακού, προς διαιώνιση του ονόματος του ευεργέτου του Δήμου.

Ο Ναός της Ζωοδόχου Πηγής στην συνοικία του Χατζηκυριακείου Πειραιά, θεμελιώθηκε στις 3 Αυγούστου 1930 με το θεμέλιο λίθο του να τίθεται από τον Αρχιεπίσκοπο Βρεσταίνης Άνθιμο. Τα σχέδια του ναού εκπονήθηκαν από τον αρχιτέκτονα του Δήμου Πειραιώς Αμηραδάκη. Η οικοδόμηση και αυτού του ναού, όπως συνέβη στις περισσότερες εκκλησίες του Πειραιά, έγινε σε αντικατάσταση προγενέστερης ξύλινης μικρής εκκλησίας που είχαν οικοδομήσει οι Πρόσφυγες του '22. 

Κατά την διάρκεια της τελετής δύο κορίτσια της περιοχής οι Ευδοξία Κάρπου και Ρινέττα Χατζηνάνου απήγγειλαν ποιήματα προκαλώντας τέτοια συγκίνηση στους παρευρισκόμενους πιστούς προσφυγικής καταγωγής, που ένας κρεοπώλης της περιοχής ο Δαβουτάρης, προσέφερε αυθόρμητα υπέρ της ανεγέρσεως του ναού 1.000 δραχμές ποσό αρκετά υψηλό την εποχή εκείνη.  Ο ναός θα καταφέρει να γίνει ενοριακός αποσπώντας περιοχή από την τεράστια ενορία του Αγίου Νικολάου.  

Για να επιστρέψουμε όμως στα δύσκολα εκείνα χρόνια που ακολούθησαν την Μικρασιατική καταστροφή, περίοδο όπου η συνοικία ουσιαστικά πυκνοκατοικήθηκε από τους πρόσφυγες, τα πάντα γίνονταν με ατομική και μόνο προσπάθεια. Ο Δήμος Πειραιώς αδυνατούσε να προσφέρει τα βασικά στους δημότες του τόσο στο κέντρο όσο και στην περιφέρεια. Μη ξεχνάμε ότι ο Πειραιάς κάλυπτε επιπροσθέτως και τις ανάγκες της νησιωτικής Ελλάδας, καθώς οι νησιώτες ειδικώς για ζητήματα υγείας εύρισκαν καταφύγιο στο Τζάνειο Δημοτικό νοσοκομείο. Και τότε ο Τζάνειο που όπως είπαμε ήταν Δημοτικό νοσοκομείο είχε την πόρτα ανοιχτή σε όλους τους απόρους δημότες ή όχι. Η νέα πραγματικότητα των προσφύγων δημιούργησε στον Δήμο την ανάγκη να δημιουργήσει και δεύτερο νοσοκομείο στον Πειραιά, που έφερε την ονομασία «Προσφυγικό Χατζηκυριάκειον Νοσοκομείον» που οι κάτοικοι της συνοικίας γελώντας αποκαλούσαν «Παραγκονοσοκομείο», καθώς στεγαζόταν σε παράγκες στον προαύλιο χώρο του ορφανοτροφείου. 



Στην ουσία επρόκειτο για μετονομασία του προγενέστερου στρατιωτικού νοσοκομείου, που είχε δημιουργηθεί για να καλύψει τις ανάγκες των βαλκανικών πολέμων του 1912-13. Σε αυτό το στρατιωτικό νοσοκομείο του Χατζηκυριακείου είχαν διακομίσει μεταξύ άλλων και τους τραυματίες του δυστυχήματος που προκλήθηκε το 1921 με την έκρηξη του πολεμικού πλοίου «Λέων» στην Ακτή Ξαβερίου. Η έκρηξη του Λέοντα ήταν ένα από τα μεγαλύτερα δυστυχήματα που συγκλόνισαν το Χατζηκυριάκειο την προπολεμική εποχή. Το στρατιωτικό νοσοκομείο Χατζηκυριακείου παρά την πομπώδη ονομασία του, επρόκειτο για εγκατάσταση περιορισμένης δυνατότητας. 

Στο σχέδιο του Τ. Κεσίσογλου του 1929, απεικονίζεται δρόμος του Χατζηκυριακείου με τα αυτοσχέδια σπίτια του. Παρά το γεγονός ότι ο δρόμος είναι κεντρικός βλέπουμε ότι καταλήγει σε αδιέξοδο, όπως άλλωστε συνέβαινε και με την οδό Κλεισόβης μέχρι την πρόσφατη σχετικά εποχή.   

Ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό στο προσφυγικό νοσοκομείο


Θάλαμος νοσηλείας στο Χατζηκυριάκειο ίδρυμα

Παράγκες στον προαύλιο χώρο του ιδρύματος


Ξύλινα οικήματα στον προαύλιο χώρο του ορφανοτροφείου προσέφεραν 30 κλίνες στην παθολογική, 20 κλίνες στο χειρουργικό και δέκα στην μαιευτική κλινική. Με την άφιξη χιλιάδων προσφύγων στον Πειραιά το «πρόχειρο» στρατιωτικό νοσοκομείο μετονομάστηκε σε «Προσφυγικό». Το «Προσφυγικό νοσοκομείο Χατζηκυριακείου» λειτούργησε μέχρι το 1937 όταν αποφασίστηκε από το Δήμο Πειραιώς η δημιουργία «Δημοτικών Πολυιατρείων». 

Κατά τη διάρκεια του πολέμου η συνοικία θα υποστεί τη μεγαλύτερη ίσως καταστροφή από τους βομβαρδισμούς, από όλες τις συνοικίες του Πειραιά. Τόσο από την έκρηξη του «Κλαν Φρέιζερ» της 7ης Απριλίου του 1941, όσο και από το συμμαχικό βομβαρδισμό του 1944. Ειδικά στην πρώτη περίπτωση, ψυγεία, τσιμινιέρες και άλλα μεταλλικά τμήματα του πλοίου που ανατινάχθηκε θα καταστρέψουν σπίτια πέφτοντας πάνω τους. Η ανατίναξη του «Κλαν Φρέιζερ» θα προκαλέσει πραγματική «μεταλλική» βροχή θραυσμάτων πάνω στην πολύπαθη συνοικία. 

Η Λεωφόρος Χατζηκυριακού

Χατζηκυριάκειο 1965

Το Χατζηκυριάκειο με τους δύσβατους ανηφορικούς δρόμους κρύβει τη δική της ιδιαίτερη και μεγάλη ιστορία, μια βιγλατορία στην άκρη του λιμανιού να το θωρεί από ψηλά. 

 Διαβάστε επίσης:

Χατζηκυριάκειο Ορφανοτροφείο Θηλέων (Χατζηκυριάκειο ίδρυμα)



 

Συνέντευξη με τον Δημήτρη Καμπέρο στην Φρεαττύδα



του Στέφανου Μίλεση

Ο δημοσιογράφος της εφημερίδας "ΕΛΛΑΣ" Κίμων Θεοδωρόπουλος επιθυμεί να έχει μια συνέντευξη από τον πρώτο στρατιωτικό αεροπόρο -αεροναύτη κατά την έκφραση της εποχής- Δημήτρη Καμπέρο, υπολοχαγό του Πυροβολικού. 

Για το σκοπό αυτό αποφασίζει να κατέβει στον Πειραιά και να συναντήσει τον Καμπέρο στο σπίτι του στην Φρεαττύδα. Για κακή του τύχη όμως ο Καμπέρος μόλις είχε αναχωρήσει κι έτσι ο Θεοδωρόπουλος αρχίζει μια καταδίωξη προς ανεύρεσή του μεταξύ Φρεαττύδας, Φαλήρων και Αθήνας. Τελικώς αφού σπαταλήθηκε όλο το πρωινό στην αναζήτησή του, η πολυπόθητη για τον δημοσιογράφο συνέντευξη, επιτεύχθηκε στο σπίτι του Καμπέρου όπως εξαρχής είχε προγραμματιστεί, το μεσημέρι της ίδιας ημέρας. 

Είναι παράξενο στα αλήθεια να διαβάζει κανείς σήμερα, τα λόγια των ερωτήσεων και των αποκρίσεων ειπωμένα 110 χρόνια πριν. Η ρομαντικότητα της θέασης των γεγονότων, οι περιγραφές των αισθημάτων που προκαλούνται από μια εναέρια πτήση, το τεχνικό λεξιλόγιο με την εκτεταμένη χρήση γαλλικής γλώσσας προκαλεί ενδιαφέρον ανάγνωσης ακόμα και από εκείνους που δεν ασχολούνται με την αεροπορική ιστορία, πολύ περισσότερο δε από τους δεύτερους διότι καταγράφονται τεχνικά στοιχεία.  

Η συνέντευξη δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "ΕΛΛΑΣ" την 10η Ιουνίου 1912 μερικές δηλαδή ημέρες μετά την έλευση των πρώτων στρατιωτικών αεροπλάνων στην Ελλάδα, την ονοματοθεσία τους από τον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο και την πρώτη πτήσης επίδειξης στην Ελλάδα από τον αεροναύτη Δ. Καμπέρο. 

Δεκατέσσερις ημέρες μετά την δημοσίευση της συνέντευξης (στις 24 Ιουνίου 1912), ο Καμπέρος πραγματοποιώντας πτήση από την Ύδρα, γενέτειρα πατρίδα του πατέρα του Αναστάση, προς το Παλαιό Φάληρο με το αεροπλάνο του μετασκευασμένο σε υδροπλάνο, θα πετύχει παγκόσμιο ρεκόρ ταχύτητας. 

Ο Καμπέρος την εποχή της συνέντευξης βρίσκεται στον κολοφώνα της δόξας του, για αυτό και η συνέντευξη φέρει στον τίτλο της "Ομιλεί ο άνθρωπος της ημέρας!" διότι ο Καμπέρος εκείνη την εποχή ήταν όντως ο άνθρωπος της ημέρας.


"Στην Φρεαττύδα, την ρομαντική και μαγευτικότατη πειραϊκή ακτή, βρίσκεται το γήινο ενδιαίτημα του θαρραλέου στρατιωτικού μας αεροπόρου Δημητρίου Καμπέρου, υπολοχαγού Πυροβολικού. Εκεί λοιπόν έσπευσα ένα πρωί να τον συναντήσω για να τον παρακαλέσω να μου δώσει, χάρη των αναγνωστών της Ελλάδος, μερικές πληροφορίες περί των εναέριων ταξιδιών του και της νέας τέχνης, την οποία με τόσο αίσιους οιωνούς εγκαινίασε στον ελληνικό ουρανό.

Κατέβηκα με τον "Ηλεκτρικό" στο Νέο Φάληρο και με το τραμ της Καστέλλας έφτασα στην Φρεαττύδα. Η ώρα ήταν ακόμα οκτώ και μισή το πρωί, όταν η σιδερόφρακτη θύρα της κατοικίας του άνοιγε ύστερα από το χτύπημα του κουδουνιού του. Αλλά ο κύριος υπολοχαγός είχε ήδη εξέλθει από το σπίτι του και όπως μου είπαν είχε μεταβεί στο Παλαιό Φάληρο που ήταν το φυλάκιο του "Δαίδαλού" του. 



Συνηθισμένος σε τέτοιες ατυχείς συμπτώσεις πήδησα στο ίδιο τραμ για την επιστροφή από την ίδια οδό και βρέθηκα πάλι στο Νέο Φάληρο και από εκεί στο Παλαιό, όπου ήλπιζα βεβαίως να συναντήσω εκεί τον δικό μου καταζητούμενο. Κι όμως δεύτερη ατυχία. Ένας φύλακας με διαβεβαίωσε πως πριν από πέντε λεπτά είχε αναχωρήσει για την Αθήνα. 

-Με το αεροπλάνο; ρώτησα έντρομος

-Όχι! Με τον τροχιόδρομο, έλαβα ως απάντηση.

Ησύχασα. Διότι έχω την πεποίθηση, ότι κάθε δημοσιογράφος που καταδιώκει  τον οποιοδήποτε για να του πάρει συνέντευξη, είναι αδύνατον να μην τον βρει, εκτός όμως αν πρόκειται για αεροναύτη στον οποίο οι αιθέρες μπορούν να του προσφέρουν ασφαλές καταφύγιο... επί του παρόντος τουλάχιστον μέχρις ότου και οι εφημερίδες αποκτήσουν αεροπλάνα. 

Αποφάσισα να πάψω την καταδίωξη και να αλλάξω τακτική. Επέστρεψα λοιπόν στην Φρεαττύδα και έστησα εκεί ενέδρα, σε παραλιακό ζυθοπωλείο, ακριβώς παραπλεύρως της οικίας του Καμπέρου. Η ώρα ήταν δέκα και μισή και μέχρι της μιας μετά μεσημβρίας ο αεροναύτης δεν είχε φανεί. Άρχισα να απελπίζομαι όταν μάλιστα στην οικία του με πληροφόρησαν ότι συχνά μένει στην Αθήνα για γεύμα, οπότε έχασα κάθε ελπίδα. 




Επέστρεψα στην Αθήνα απογοητευμένος για την αποτυχία μου όταν ξαφνικά στο ύψος της Πλατείας Αλεξάνδρας εντός τραμ που κινείτο αντίθετα από το δικό μου, προς την Φρεαττύδα, διέκρινα τον καταζητούμενο με πολιτική ενδυμασία. Χωρίς να χάσω καιρό πηδώ κι αρχίζω ξανά να κινούμε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Μετά από λίγο εμφανιζόμουν ξανά στο σπίτι με τον μεγάλο κήπο και μια μικρά γέφυρα που ένωνε τη θαυμάσια βεράντα με έναν μεγάλο εξώστη, στον οποίο καθόταν ο Καμπέρος όταν με υποδέχθηκε. 


Μετρίου μάλλον αναστήματος, ηλιοκαής με αυστηρή φυσιογνωμία και με ευγενέστατους τρόπους προθυμοποιήθηκε αμέσως μόλις του δήλωσα την ιδιότητά μου να μου παράσχει κάθε πληροφορία.


- Για αρχή κύριε Καμπέρο θα ήθελα να μου πείτε μερικά πράγματα για το τεχνικό μέρος των στρατιωτικών μας αεροπλάνων.


 -Είναι όλα, όπως ξέρετε, αυτού του τύπου, δηλαδή διπλάνα συστήματος Farman, το οποίο είναι και το τελειότερο κοινής χρήσης σύστημα, για το σκοπό για τον οποίο τα χρειαζόμαστε. Έχουν πλάτος 12 μέτρων και μήκος από της κεφαλής μέχρι της ουράς 9  μέτρων. Ο moteur των (κινητήρας) είναι συστήματος Gume και έχει δύναμη 50 ίππων, παρουσιάζει δε το προσόν, ότι αντί να στρέψει μόνον ο άξονάς του, στρέφει ολόκληρος ο moteur συγχρόνως (pleine moteur rotatif). Η έλικα, συστήματος Chauviere είναι σταθερώς προσαρμοσμένη επί των κυλίνδρων και στρέφεται μαζί με τον moteur εκτελούσα εις διάστημα ενός λεπτού 1200 περιστροφές. Το βήμα της έλικας είναι 1,65μ. η δε διάμετρός της 2,50 μ. 



Το σύνολο του αεροπλάνου χωρίς επιβάτες και προμήθειες έχει βάρος 280 κιλών, ήτοι 222 περίπου οκάδων. Επί της μηχανής υπάρχουν ειδικές αποθήκες για την προμήθεια της essence και του ελαίου τα οποία χρησιμεύουν για την προαγωγή της κινητήριας δύναμης. Προτού εγκαταλείψει κάθε αερόπλοιο τη γη πρέπει να έχει γεμάτες αυτές τις αποθήκες του. Η αποθήκη της essence χωρεί 67 λίτρα, ή δε του ελαίου, η οποία δεν είναι τίποτε άλλο παρά καθαρό ρετσινόλαδο των φαρμακείων, 28 λίτρα. 

Για κάθε ώρα πτήσης οι μηχανές καταναλώνουν 18 λίτρα essence και 5 λίτρα ελαίου. Και τοιουτοτρόπως μπορεί κανείς, αν βέβαια δεν του συμβεί τίποτα απευκτέον, να πετά επί τρεις και μισή ώρες χωρίς να χρειαστεί να ανανεώσει τις προμήθειές του. Μπορεί δηλαδή να διανύσει απόσταση 300-315 χιλιομέτρων, λαμβανομένου υπόψη ότι η κανονική ταχύτητα των δικών μας αεροπλάνων είναι 90 χιλιόμετρα την ώρα. 


-Και πόσο βάρος σηκώνει η συσκευή;

- Άνετα μπορεί να προστεθεί βάρος 500 κιλών συμπεριλαμβανομένου όμως και των προμηθειών. Το σύνηθες πρόσθετο βάρος το οποίο έχει το αεροπλάνο κατά τις δικές μου πτήσεις είναι 250 κιλών περίπου όταν πετά μαζί μου και ο μηχανικός, και 180 όταν είμαι μόνος. 


Συνδρομή απλού κόσμου σε αναποδογύρισμα αεροπλάνου (1912)



-Μπορείτε να μου πείτε τις εντυπώσεις από το πρώτο εναέριο ταξίδι που κάνατε; 

- Στο αεροδρόμιο του Buc στις Βερσαλλίες, εκεί πήρα το βάπτισμα του αέρος. Το αεροπλάνο στο οποίο ανέβηκα ως απλός επιβάτης, διηύθυνε ο Maurice Farman, αδελφός του Henry, εξίσου διάσημος κι αυτός αεροπόρος. Ήμουν τόσο νευρικός και ανυπόμονος, ώστε δεν φρόντισα να τηρήσω τις οδηγίες που μου είχε δώσει αλλά πήδησα σχεδόν πάνω, προσκρούοντας επαλειμμένα στα σύρματα της συσκευής και πατώντας το ύφασμα. Αυτό όμως μη νομίζετε ότι συνέβη μόνο σε μένα. Όλοι όσοι ανεβαίνουν για πρώτη φορά εξίσου νευρικοί και ανυπόμονοι φαίνονται. Πριν ξεκινήσουμε ένα μόνο αίσθημα με κατείχε: το αίσθημα το οποίο αισθάνεται κανείς όταν είναι αποφασισμένος να αντιμετωπίσει τον άγνωστο κίνδυνο. Είχε επιβάλει στο νευρικό μου σύστημα εκ προμελέτης αναισθησία. Το μικρό δε χρονικό διάστημα, κατά το οποίο το αεροπλάνο κυλιέται επί της γης προτού υψωθεί, μου φάνηκε ατέλειωτο. Επιτέλους αισθάνθηκα την ισχυρή ώθηση εκ των κάτω προς τα άνω και αμέσως αντελήφθη τη γη να χάνεται κάτω από τα πόδια μου, μέχρι ένα σημείο κατά το οποίο σταθήκαμε. Πετούσαμε οριζόντια. Μόλις τότε κατόρθωσα να συγκεντρώσω τις αισθήσεις μου και να ρίξω ένα βλέμμα γύρω μου. Μου φάνηκε ότι βρισκόμουν σε ένα τεράστιο ιστιοφόρο με μεταλλικά εξαρτήματα αντί για σχοινιά, ενώ η κίνησή του ήταν περισσότερο απαλή από ότι ενός αυτοκινήτου στην άσφαλτο. 


Δοξολογία και ονοματοθεσία πρώτων στρατιωτικών αεροπλάνων
 

-Πώς σας φαίνεται κύριε Καμπέρο η γη από τα ύψη;

Η θέα της δεν είναι και πολύ ποιητική! Είναι το ίδιο με όταν την βλέπει κανείς από έναν υψηλό εξώστη από μεγαλύτερη όμως κλίμακα. Άλλωστε εκείνος που πετά για πρώτη φορά δύσκολα μπορεί να διακρίνει τα επί της γης, διότι τα μάτια του είναι διαρκώς δακρυσμένα εξαιτίας των ισχυρών ρευμάτων του αέρα. Όταν συνηθίσει και μόνο εάν το αεροπλάνο βρίσκεται σε ύψος μέχρι τα 150 μέτρα, μπορεί να αναγνωρίσει πρόσωπο οικείο του. Από μεγαλύτερο ύψος είναι αδύνατον και στον οξυδερκέστερο άνθρωπο να το κατορθώσει. Τους ανθρώπους όμως γενικώς δύναται κάποιος να τους διακρίνει από ύψος μεταξύ 400 και 500 μέτρων. Σε μεγαλύτερα ύψη, των χιλίων μέτρων, χάνει κανείς τη θέα των λεπτομερειών, το δε έδαφος, εάν δεν πρόκειται περί μεγάλων ανωμαλιών, το βλέπει εντελώς επίπεδο. Επίσης η θέα μικρού δάσους αδύνατον να ξεχωρίσει από τη θέα χλόης διότι και τα δύο έχουν το αυτό χρώμα. 


- Από στρατιωτικής απόψεως, τι είδους υπηρεσία μπορεί να προσφέρει ένα αεροπλάνο; 


- Το σπουδαιότερο όλων είναι η στρατηγική, μπορεί να πει κανείς, αναγνώριση, η οποία είναι ασφαλέστατη και δύναται να παράσχει μέγιστες υπηρεσίες εν καιρώ πολέμου. Με την βοήθεια των αεροπλάνων ο διοικητής ενός στρατεύματος μπορεί επί του πεδίου της μάχης να έχει θετικές και βάσιμες πληροφορίες περί του αντιπάλου του, στις οποίες να στηρίξει τις κινήσεις του. Μια καλή κατόπτευση μπορεί να δώσει στον Στρατηγό τις πληροφορίες: πού έχει ο εχθρός τις εφεδρείες του, πού έχει τη μάζα του πυροβολικού του, προς ποια πλευρά βρίσκεται το ιππικό του, μέχρι ποιου σημείου εκτείνεται η ανάπτυξη του στρατού του, εάν εκτελείται κρυφή κυκλωτική κίνηση ή όχι, κι άλλα παρόμοιας αξίας. Αυτή είναι μέχρι σήμερα η θετική άποψη του ζητήματος. Η εκσφενδόνιση βομβών είναι ακόμα υπό μελέτη και ο Ιταλοτουρκικός πόλεμος δεν μας έδωσε κανένα περί αυτού αποτέλεσμα. Αλλά το μέλλον δεν ξέρουμε βεβαίως τι εκπλήξεις μας επιφυλάσσει".


Διαβάστε επίσης: 

Δημήτριος Καμπέρος, Ο ξεχασμένος ήρωας της Φρεαττύδας







  

    




Το Μουσείο Ρεμπέτικου υλοποιείται στον Πειραιά, αλλά δεν λησμονούμε ότι ήταν πρόταση του Θανάση Πολυκανδριώτη.



του Στέφανου Μίλεση

Επιτέλους ο παλαιός σταθμός Λαρίσης ή αν προτιμάτε Αγίου Διονυσίου αναγγέλθηκε πως θα μετατραπεί σε Μουσείο Ρεμπέτικου. Βεβαίως αν δεχθούμε ότι παρθενογένεση πέραν της θρησκείας δεν υφίσταται, η πρόταση σε κάποιον ανήκε, κάποιος δηλαδή υπέβαλε πρόταση αφού πρώτα είχε αφιερώσει τη ζωή του στον σκοπό αυτό, μελετώντας το ρεμπέτικο και αποδεικνύοντας στη σημασία που θα είχε για τη γενέθλια πόλη που ήταν ο Πειραιάς.  

Η πρωτότυπη ιδέα περί ίδρυσης Μουσείου Ρεμπέτικου ανήκει φυσικά στον Θανάση Πολυκανδριώτη, που ήδη από το 2008, κατέθεσε για πρώτη φορά πλήρη φάκελο υλοποίησης στον Δήμο Πειραιά όπως  και του υπό ίδρυση οργανισμού που συνέταξε και υπέβαλε στον Δήμο πάλι ο Θανάσης Πολυκανδριώτης το 2011. Οι δύο φάκελοι υποβλήθηκαν απευθείας στα χέρια του τότε Δημάρχου Πειραιά Βασίλη Μιχαλολιάκου.

Ο Θανάσης Πολυκανδριώτης, με το τεράστιο μουσικοσυνθετικό του έργο,  ήταν που εισήγαγε επίσημα το μπουζούκι στα Ωδεία και χάρις στις ενέργειές του  χορηγείται κρατικό δίπλωμα από το Υπουργείο Πολιτισμού ( ΚΥΑ 7275/22).   

Με προσπάθειες επίσης του ίδιου αναγνωρίσθηκε το μπουζούκι από την UNESCO, ως άυλη πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας. Για τους λόγους αυτούς  πρέπει να συνδράμει, αν και κατά τη γνώμη θα πρέπει να είναι ο διευθυντής του Σπιτιού του Ρεμπέτικου, μαζί με τους υπόλοιπους καταξιωμένους  συνεργάτες του, που χρόνια τώρα αγωνίζονται για την ανάδειξη της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς του Πειραιά, που είναι η ιστορία του.  


Η Ιδέα πρωτογενώς είναι δική του, ο φάκελος με το καταστατικό δικός του και φυσικά είναι ο μόνος Έλληνας Συνθέτης λαϊκής μουσικής, σολίστας μπουζουκιού, με διεθνή αναγνώριση, που έχει και δίπλωμα αρμονίας κλασικής μουσικής, με  διδασκαλία σε πανεπιστημιακές Σχολές.

Έχει γράψει σχετικά βιβλία,  ομιλίες,  εκπομπές,  και το γεγονός ότι το μπουζούκι αναγνωρίστηκε πλέον ως όργανο για το οποίο μπορείς να λάβεις κρατικό  δίπλωμα,  πέραν της επιτυχίας με την  UNESCO , είναι αποκλειστικά δικά του κορυφαία επιτεύγματα.

Ελπίζουμε να του αναγνωριστεί  και να έχει τον πρώτο λόγο στο υπό ίδρυση Μουσείο.

Εναπόκειται στη Δημοτική Αρχή,  ειδάλλως  θα είναι και άδικο  και η πόλη μας θα χάσει  μια μεγάλη ευκαιρία  να επικοινωνήσει το όλο εγχείρημα  πανελληνίως και διεθνώς,  μέσω του κύρους του Θανάση Πολυκανδριώτη. Όσοι ασχολούμαστε με την ιστορία του Πειραιά γνωρίζουμε τα πεπραγμένα του καθενός και έχουμε μάθει να σεβόμαστε και να εκτιμούμε την προσπάθειά τους που γίνεται χωρίς υλική ανταμοιβή παρά μόνο με γνώμονα την αγάπη προς την πόλη. 


Διαβάστε επίσης: 

Σιδηροδρομικός Σταθμός Πειραιώς - Λαρίσης (Αγίου Διονυσίου)


"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"