Το πειραϊκό παζάρι της οδού Αλιπέδου, που γεννήθηκε από τη φωτιά του 1929.



του Στέφανου Μίλεση

 

Μετά την Μικρασιατική καταστροφή του 1922 η Πλατεία Καραϊσκάκη είχε μεταβληθεί σε έναν συνοικισμό από παραπήγματα, που σκοπό είχαν να στεγάσουν πρόχειρα τους καταταλαιπωρημένους πρόσφυγες. Κατασκευασμένα με πρόχειρα υλικά, τσίγκους, λαμαρίνες και ξύλα από τα καφάσια της κοντινής δημοτικής αγοράς στέγασαν τον πρώτο καιρό της ταλαιπωρημένες οικογένειες των προσφύγων. Το ίδιο είχε συμβεί άλλωστε και με τις περισσότερες πλατείες και τις υπόλοιπες ελεύθερες εκτάσεις στον Πειραιά. 

Όμως η σπουδαία θέση της Πλατείας Καραϊσκάκη, την καθιστούσε ξεχωριστή καθώς βρισκόταν στην καρδιά του εμπορικού λιμένα, απέναντι ακριβώς από τη Δημοτική αγορά της πόλης και δίπλα στα Λεμονάδικα. 

Καΐκια ξεφορτώνουν στα "Λεμονάδικα".

Γρήγορα αυτή η θέση της την κατέστησε από κέντρο προσωρινής στέγασης, σε κέντρο μικρεμπορίου. Εκατοντάδες μικρά παραπήγματα ξεκίνησαν να λειτουργούν ως άτυπες εμπορικές επιχειρήσεις πουλώντας μανουάλια, κορνίζες, πίνακες ζωγραφικής, βάζα, οικιακά είδη αλλά και εργαλεία, ναργιλέδες, καντήλια και εικόνες, σίδερα, μουσικά όργανα και οτιδήποτε μπορούσε να φανταστεί κανείς, κουβαλημένα όλα στα χέρια από τους ίδιους τους πρόσφυγες κατά την μαρτυρική τους έξοδο για τη σωτηρία ή περισυλλεγμένα ως άχρηστα από τις αστικές οικογένειες των καλών συνοικιών της πόλης. 

Μικροί στενοί διάδρομοι επέτρεπαν το πέρασμα στους ενδιαφερομένους. Κάποιες απ’  αυτές τις παράγκες αντί εμπορευμάτων είχαν απλωμένα τραπεζάκια και προσέφεραν χαλβά, ούζο, παστουρμά κι άλλα καλούδια φερμένα από τον ελληνισμό της Ανατολής. Δεν άργησαν να κάνουν την εμφάνισή τους και οι μπαγλαμάδες, τα μπουζούκια και η Πλατεία Καραϊσκάκη εκτός από ιδιόμορφη αγορά, μεταβλήθηκε σε κέντρο όπου σύχναζαν οι ρεμπέτες και οι βιρτουόζοι της λαϊκής μας μουσικής. Όλη η περιοχή γύρω από την Πλατεία Καραϊσκάκη συγκέντρωσε καφενεία, βαρελάδικα, μπακαλοταβέρνες και στέκια από εκείνα που έγραψαν την δική τους ιστορία στην πόλη.

Το παζάρι της Πλατείας Καραϊσκάκη πριν από την εκκαθάρισή της.

Η αντίδραση των Εμπόρων

Φυσικά ο εμπορικός κόσμος του Πειραιά αντέδρασε, καθώς είτε στην δημοτική αγορά διαγώνια απέναντι, είτε σε οποιοδήποτε εμπορικό κατάστημα καταβάλλονταν φόροι, δημοτικά τέλη, πληρώνονταν νοίκια και μισθοί σε αντίθεση με το ελεύθερο παζάρι της Πλατείας Καραϊσκάκη που ήταν μια ελεύθερη από εμπορικούς περιορισμούς αγορά, που ο κάθε πρόσφυγας πωλούσε οτιδήποτε, προκειμένου βεβαίως να επιβιώσει. Μπροστά από κάθε παράγκα υπήρχαν απλωμένα στο πεζοδρόμιο τα προς πώληση αντικείμενα. Οι νόμιμοι έμποροι ουδέποτε σταμάτησαν τα υπομνήματα και τις διαμαρτυρίες. Απαιτούσαν να σταματήσει ο αθέμιτος ανταγωνισμός ή τουλάχιστον να μη γίνεται στη «βιτρίνα» της πόλης, στην Πλατεία Καραϊσκάκη.

Κάτω από αυτή την πίεση και τις διαμαρτυρίες, οι «έμποροι» της Πλατείας Καραϊσκάκη οργανώθηκαν και το 1928 σύστησαν σωματείο που έφερε την ονομασία της πλατείας όπου δραστηριοποιούνταν, δηλαδή Σωματείο Επαγγελματιών «Καραϊσκάκης».


Ο εμπρησμός του 1929

Μέχρι που στις 4 Ιανουαρίου του 1929 στο κέντρο ακριβώς αυτών των προσφυγικών καταστημάτων της Πλατείας ξέσπασε πυρκαγιά και αποτέφρωσε τα πάντα. Μάλιστα η φωτιά κατέστρεψε και το άγαλμα του Καραϊσκάκη, όχι αυτό που δεσπόζει σήμερα, αλλά ένα προγενέστερο, καθώς υπέστη ολοκληρωτική παραμόρφωση από τη θερμοκρασία. Περισσότερα από τριακόσια τέτοια αυτοσχέδια μικρομάγαζα είχαν καταστραφεί, ενώ σαράντα οικογένειες βρέθηκαν και πάλι στον δρόμο καθώς διέμεναν μέσα στα αυτοσχέδια καταστήματά τους. Κατά την διάρκεια της φωτιάς, είχε σημειωθεί εκτός των άλλων και μια μεγάλη έκρηξη προερχόμενη από βαρέλια, που ήταν γεμάτα από οινόπνευμα και περίμεναν τον εκτελωνισμό τους από το Τελωνείο. Από τις πρώτες έρευνες εξήλθε το συμπέρασμα ότι η φωτιά ξεκίνησε από λάμπα ασετιλίνης σε αυτοσχέδιο παντοπωλείο ευρισκόμενο ακριβώς δίπλα στο άγαλμα του Καραϊσκάκη. Ο ιδιοκτήτης συνελήφθη, καθώς οι φήμες που ήθελαν η πυρκαγιά να είναι αποτέλεσμα εμπρησμού ήταν έντονες. Κι αυτό όχι μόνο εξαιτίας των αντιδράσεων των εμπόρων, αλλά και διότι το Δημοτικό Συμβούλιο Πειραιά λίγες μέρες πριν την πυρκαγιά είχε λάβει απόφαση να εκκενωθεί η πλατεία από κάθε είδους εμπορική δραστηριότητα, με σκοπό την απόδοσή της στους δημότες της πόλης, όπως δηλαδή ήταν προ της έλευσης των προσφύγων. Η ίδια απόφαση προέβλεπε την κατεδάφιση των παραπηγμάτων. Είχε μάλιστα επιδοθεί στους ιδιοκτήτες προθεσμία μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου του 1929, για την εκκένωση των παραπηγμάτων και την μεταφορά των εμπορευμάτων.


Η οργάνωση της Πλατείας με υπόστεγα

Από την επομένη κιόλας μέρα, οι ιδιοκτήτες των παραπηγμάτων περιφέρονταν απελπισμένοι ερευνώντας μήπως μπορούν να διασώσουν ό,τι δεν καταστράφηκε. Γρήγορα η Πλατεία Καραϊσκάκη αποκαταστάθηκε με τον Δήμο αυτή τη φορά να κατασκευάζει τρία μεγάλα υπόστεγα κάτω από τα οποία υπήρχαν θέσεις προς ενοικίαση για τους υποψήφιους εμπόρους αυτού του είδους. Τα ενοίκια ήταν υψηλά και λίγοι «επαγγελματίες» της Πλατείας της προγενέστερης κατάστασης, μπορούσαν να καταβάλλουν στον Δήμο το αντίτιμο.

Η δεύτερη φωτιά του 1938 

Τα περισσότερα στέγαστρα καταλήφθηκαν από αναγνωρισμένους επαγγελματίες. Παρόλα αυτά δεν πέρασαν πολλά χρόνια όταν μια νέα φωτιά εκδηλώθηκε στην ίδια πλατεία, κάτω από τις ίδιες συνθήκες! Αυτή τη φορά το 1938 με τα υπόστεγα της πλατείας να σωριάζονται ερείπια και τους ανθρώπους του παζαριού να καταστρέφονται για μια φορά ακόμα. 

Ό,τι απέμεινε από τα υπόστεγα του Δήμου στην Πλατεία Καραϊσκάκη, μετά την εκδήλωση της δεύτερης πυρκαγιάς.



Οριστική απαγόρευση εμπορικών συναλλαγών 

Δεν πέρασε ούτε εξάμηνο από τη φωτιά, όταν Δήμαρχος Πειραιά ανέλαβε ο Μιχάλης Μανούσκος (διορίσθηκε Δήμαρχος το 1938 από τον Ιωάννη Μεταξά) ο οποίος απαγόρευσε την διεξαγωγή κάθε είδους μικρεμπορίου νόμιμου ή παράνομου πάνω στην Πλατεία. Φυσικά στα χρόνια του Μεταξά ουδείς μπορούσε να φέρει αντίρρηση ή να προβάλλει ενστάσεις. 

Η διαμόρφωση της Πλατείας Καραϊσκάκη το 1939 μετά από τις δύο πυρκαγιές και την απαγόρευση διενέργειας εμπορικών συναλλαγών σε αυτήν από τον Δήμο Πειραιώς

Μετακόμιση στην οδό Αλιπέδου

Το πήραν απόφαση λοιπόν οι πραματευτάδες της Πλατείας ότι δεν θα την ξαναδούν και απομακρύνθηκαν οριστικά. Στρώνοντας λινάτσες στον δρόμο ή πάνω σε καρότσια άρχισαν να εμπορεύονται στην οδό Αλιπέδου δίπλα στις γραμμές του τραίνου. Για να μην έχουν λοιπόν μπλεξίματα ούτε με τον Δήμαρχο, ούτε με τους εμπόρους της αγοράς αλλά ούτε και με το καθεστώς του Μεταξά, βρέθηκαν να πωλούν την πραμάτεια τους σε δρόμο αθέατο σε πολλούς και αδιάφορο στους περισσότερους. Η Αλιπέδου είχε επίσης καταστραφεί από μια άλλη πυρκαγιά το 1928! 



Την μετακόμισή τους ακολούθησε και μέρος του κόσμου που ήταν εγκαταστημένο άλλοτε κοντά στην Πλατεία Καραϊσκάκη. Ουζομάγαζα και οργανοποιεία, υπόγεια στέκια και αποθήκες γρήγορα βρέθηκαν αντάμα με τους ανθρώπους του παζαριού. Ανάμεσά τους και η θρυλική Κατίγκω με την παράγκα της που παρείχε άλλου είδους εξυπηρετήσεις. Και δεν ήταν η μόνη…  



Η απαγόρευση των Γερμανών

Η κατοχή βρήκε την Πλατεία Καραϊσκάκη κενή όπως και την Αλιπέδου. Η γερμανική αρχή απαγόρευσε κάθε συγκέντρωση κόσμου. Πολλοί από τους εμπόρους της Αλιπέδου μετακινήθηκαν στη Λεωφόρο Βασιλέως Γεωργίου Α' όπου υπήρχε μια ανοχή. 

Η μόνη δραστηριότητα που απέμεινε στην Αλιπέδου, ήταν η συγκέντρωση των αναπήρων του πολέμου του Αλβανικού Μετώπου στην κοντινή πλατεία Ιπποδαμείας. Συγκεντρώνονταν τις Κυριακές σε μια σιωπηλή διαμαρτυρία στηριζόμενοι πάνω στα δεκανίκια τους ή τυφλοί καθώς ήταν πολλοί εξ αυτών, καθοδηγούμενοι από μέλη των οικογενειών τους. Στο ίδιο σημείο πραγματοποιούνταν διανομές συσσιτίων. 

Πολεμιστές της Αλβανίας στην Πλατεία Ιπποδαμείας σε μια από τις Κυριακάτικες συγκεντρώσεις τους κατά την διάρκεια της κατοχής.

Το 1944 ο βομβαρδισμός του Πειραιά από τους συμμάχους σχεδόν εξαφάνισε την οδό Αλιπέδου, όμως σύντομα το μικρεμπόριο άρχισε να γεννιέται μέσα από τα ερείπια.

Η οδός Αλιπέδου κατεστραμμένη από τον βομβαρδισμό της 11ης Ιανουαρίου 1944

 Η ίδρυση δεύτερου κατά σειρά σωματείου

Τα δύσκολα χρόνια πέρασαν και η μεταπολεμική περίοδος που ακολούθησε δεν ήταν επίσης εύκολη. Η Αλιπέδου απέκτησε και πάλι την προπολεμική μορφή της. Από Δευτέρα έως Παρασκευή ήταν ένας δρόμος, όπως οι περισσότεροι του Πειραιά. Τα πρωινά της Κυριακής όμως η Αλιπέδου μεταμορφωνόταν σε ένα υπαίθριο παζάρι. Το 1945 οι έμποροι της Αλιπέδου, συνέστησαν το Σωματείο Επαγγελματιών – Βιοτεχνών – Παλαιοπωλών «Η Ανάληψη». Ως προς το καταστατικό του έμοιαζε με το πρώτο σωματείο που είχαν συστήσει, το «Καραϊσκάκης» του 1928. Όμως και αυτό το δεύτερο σωματείο του σταμάτησε να λειτουργεί το 1968 όταν η Δικτατορία απαγόρευσε με νόμο την έκθεση προϊόντων έξω από τα καταστήματα. 



Το 1980 το σωματείο «Η Ανάληψη» λειτούργησε ξανά, αρχικά για συνδικαλιστικούς σκοπούς, σύντομα όμως οι δραστηριότητές του απλώθηκαν σε όλους τους τομείς ενδιαφέροντος. Η σύστασή του, η λειτουργία του και οι σκοποί του κατοχυρώνονταν αυτή τη φορά με νόμο (Ν. 1080) και ήταν αρμόδιο για την εξασφάλιση των κατάλληλων αδειών στα μέλη του. Παράλληλα έχει και κοινωνικούς σκοπούς καθώς υποστηρίζει οικονομικά με διανομή ειδικών κονδυλίων σε ειδικές περιπτώσεις. Τα έσοδά του προέρχονται από τις τακτικές συνδρομές μελών αλλά και τις προαιρετικές εισφορές τους κάθε Κυριακή.

 Οι ιστορικές ρίζες του πειραϊκού παζαριού 

Η Αγορά της Αλιπέδου, ουδέποτε αποποιήθηκε τις ρίζες της. Είναι μπολιασμένη από τους ανθρώπους που ζούσαν στο περιθώριο της κοινωνίας, τους φτωχούς, τους καταφρονημένους. Αυτό το χρωματόσωμα μεταφέρθηκε το 1938 από την Πλατεία Καραϊσκάκη. 


Οι πάγκοι που σήμερα πωλούν τρανζίστορ από την Κίνα κάποτε πωλούσαν ναργιλέδες από την Αττάλεια. Και τα κλουβιά που σήμερα εκθέτουν ωδικά πτηνά, έκλειναν κάποτε μέσα τους σπουργίτια που κάποιοι πλήρωναν για να τους χαρίσουν την ελευθερία τους, αυτό το θείο δώρο που ένιωθαν ότι ήταν στερημένο από τους ίδιους. Η Αλιπέδου δεν έμοιαζε ποτέ με το Μοναστηράκι, ούτε πρέπει να συγκρίνεται με αυτό. Η Αλιπέδου στη γέννησή της δεν ενδιαφερόταν για ακριβά ρολόγια τοίχου, για κούκους ή για περίτεχνες κορνίζες. Στην Αλιπέδου οι έμποροι δεν ήταν αντικέρ, αλλά πρόσφυγες και οι επισκέπτες δεν ήταν συλλέκτες αλλά άνθρωποι της φτώχιας που αναζητούσαν να αγοράσουν εκεί αυτό που δεν μπορούσαν λόγω τιμής ούτε να κοιτάξουν αλλού. Άλλο πώς διαμορφώθηκε αργότερα με τα διάφορα παλαιοπωλεία που στήθηκαν σε κοντινή απόσταση. Η Αλιπέδου γεννήθηκε μέσα από τις φωτιές της Πλατείας Καραϊσκάκη και τους παραγκούχους της. Η Αλιπέδου είναι το παζάρι του Πειραιά.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"