Σχολή Εμποροπλοιάρχων «ΤΡΙΑΙΝΑ» (1919). Μια από τις αρχαιότερες ιδιωτικές σχολές που λειτούργησαν στον Πειραιά.

Δεκαετία 1920. Τα διδακτήρια της Σχολής Εμποροπλοιάρχων ΤΡΙΑΙΝΑ



του Στέφανου Μίλεση

Μια από τις αρχαιότερες ιδιωτικές σχολές Εμποροπλοιάρχων λειτούργησε στον Πειραιά, στην οδό Κολοκοτρώνη 39.

Υπήρχε μια αυλή στο βάθος της οποίας μπροστά από ένα κτήριο δέσποζε μια πινακίδα που ανέγραφε «Ναυτική Σχολή Τρίαινα. Εγκεκριμένη». 

Η σχολή αυτή ιδρύθηκε από τους Δ. Ραζικώτσικα υποπλοιάρχο Π.Ν. και Νικόλαο Λεκκό, καθηγητή Μαθηματικών, τον Φεβρουάριο του 1919. Έδρα της αρχικά ήταν η Αθήνα όπου λειτούργησε με την απλή επωνυμία «Σχολή Εμποροπλοιάρχων» χωρίς άλλο προσδιορισμό. Η εξήγηση οφείλεται μάλλον στο γεγονός ότι ήταν μοναδική ιδιωτική σχολή αυτού του τύπου. Το 1919 δεν λειτουργούσαν άλλες ιδιωτικές σχολές Εμποροπλοιάρχων, ωστόσο αν και μοναδική δεν υπήρξε η πρώτη. Είχε λειτουργήσει πριν από αυτήν, αλλά για μικρό χρονικό διάστημα, μια άλλη ιδιωτική Σχολή Εμποροπλοιάρχων με την επωνυμία «Ιθάκη» του Σταθάτου, η οποία όμως διέκοψε τις εργασίες της.

Τον Δεκέμβριο του 1922 η Σχολή Εμποροπλοιάρχων αποφάσισε να μεταφέρει την έδρα της στον Πειραιά, καθώς την περίοδο εκείνη λειτουργούσε ναυτικό φροντιστήριο για την προετοιμασία υποψηφίων για τις εξετάσεις Εμποροπλοιάρχων του Δημητρίου Μπεράτη, επίσης αξιωματικού του Πολεμικού Ναυτικού. Ύστερα από συνεννόηση αποφασίστηκε  η συγχώνευση της σχολής Εμποροπλοιάρχων με το ναυτικό φροντιστήριο και οι δύο σχολές λειτούργησαν πλέον κάτω από την επωνυμία «Τρίαινα» καθώς οι συνέταιροι ήταν πλέον τρεις στον αριθμό. Αποφασίστηκε οριστική έδρα της Σχολής να είναι ο Πειραιάς.

Ο Δ. Μπεράτης, αξιωματικός Π.Ν. που διατηρούσε ναυτικό φροντιστήριο στον Πειραιά. Το φροντιστήριό του συγχωνεύθηκε με τη Σχολή Εμποροπλοιάρχων των Ραζικώτσικα και Λεκκού και έτσι δημιουργήθηκε η "ΤΡΙΑΙΝΑ"

Στην αρχή καθώς ο αριθμός των φοιτούντων ήταν περιορισμένος, οι καθηγητές της σχολής ελλείψει άλλου χώρου, δίδασκαν εντός αίθουσας της Πανελλήνιας Ένωσης Πλοιάρχων, έναντι μικρού μισθώματος για τη χρήση της. Καθώς τον Αύγουστο του 1924 η Σχολή απέκτησε το νόμιμο δικαίωμα να παρέχει πτυχία Εμποροπλοιάρχων σε όσους πετύχαιναν στις προβλεπόμενες εξετάσεις, ο αριθμός των σπουδαστών μεγάλωσε. Τότε κατέστη ανάγκη η ανεύρεση ιδιόκτητου οικήματος.

Η σχολή στις αρχές του 1926 μετακόμισε οριστικά σε κτήριο ιδιοκτησίας της επί της οδού Κολοκοτρώνη 39. Απέκτησε πλέον χαρακτήρα Σχολής Αξιωματικών Ε.Ν. καθώς αποτελείτο από τα εξής τμήματα:

Α) Τμήμα Εκπαιδεύσεως για πτυχίο πλοιάρχου α’ τάξεως

Β) πτυχία για αξιωματικούς καταστρώματος και πλοιάρχους ιστιοφόρων

Γ) πτυχία για κυβερνήτες ιστιοφόρων και Ναυκλήρων ατμόπλοιων.

Το 1927 η Διεύθυνση Εμπορικής Ναυτιλίας καθόρισε τα γραμματικά προσόντα για τους υποψήφιους Εμποροπλοιάρχους, σύμφωνα με τα οποία απαιτείτο απολυτήριο Σχολαρχείου. Όμως την εποχή εκείνη ο νόμος προέβλεπε ότι όσοι τελείωναν σχολαρχείο, μπορούσαν να ναυτολογηθούν σε πλοία και να αποκτήσουν αντίστοιχα διπλώματα, συμπληρώνοντας καθορισμένη ναυτική υπηρεσία. Οι σχολές δηλαδή δεν αποτελούσαν απαραίτητη προϋπόθεση. Δεδομένου λοιπόν ότι με τον τρόπο αυτό οι υποψήφιοι πλοίαρχοι με τη ναυτολόγηση έγραφαν υπηρεσία λαμβάνοντας και χρήματα, προτιμούσαν τα καράβια από τα θρανία. Έτσι αποφασίστηκε ο χρόνος φοίτησης στη σχολή να είναι μόνο τέσσερις μήνες, με πεντάωρο καθημερινή παρακολούθηση, από τις 16.00 έως 21.00 εξαιρουμένων Κυριακών και αργιών.

Τελειώνοντας την τετράμηνη σχολή μπορούσε κάποιος με τη μισή ναυτική υπηρεσία από ότι ένας όμοιός του που είχε επιλέξει τη ναυτολόγηση, να αποκτήσει το δικαίωμα συμμετοχής στις εξετάσεις για την απόκτηση διπλώματος.

Το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής αποτελείτο από τους ιδρυτές της, μεταξύ των οποίων κάθε έτος εκλεγόταν Διευθυντής, ταμίας και γραμματέας. Με τον τρόπο αυτό, οι τρεις συνιδρυτές ασκούσαν καθήκοντα διευθυντή διαδοχικά ο ένας ύστερα από τον άλλο. Το 1924 είχε αποφασιστεί να προστεθεί στο συμβούλιο ένας ακόμα, ο Αντιπλοίαρχος Θ. Φάρος ο οποίος όμως ύστερα από μικρό χρονικό διάστημα απεβίωσε. Τιμής ένεκεν η εικόνα του αναρτήθηκε σε μια από τις αίθουσες της σχολής.

Ο Αντιπλοίαρχος Θ. Φάρος υπήρξε για μικρό χρονικό διάστημα μέλος του Δ.Σ. της Σχολής


Οι μαθητές της σχολής διδάσκονταν 14 μαθήματα από 9 καθηγητές, που ήταν οι εξής:

Ναυτικών Εκθέσεων: Χ. Παπαθεοδώρου, Λιμενάρχης Β’.

Μαθηματικών: Ν. Λεκκός, Καθηγητής Σχολής Δοκίμων Π.Ν.

Ναυτιλίας, υπολογισμών και Ραδιοναυτιλίας: Δ. Ραζικώτσικος, (στο μεταξύ είχε προαχθεί στο βαθμό του Αντιπλοιάρχου Π.Ν.)

Ναυτικής Κοσμογραφίας: Αθ. Παπαθανασίου

Ναυτικού Δικαίου: Θ. Γρηγοράκης, Επιλιμενάρχης Πειραιώς.

Ναυτικής τέχνης και ναυτικών όρων: Ι. Κοριαλός, Πλοίαρχος Ε.Ν.

Ναυπηγίας και ναυτικών μηχανών: Α. Φιλίππου

Ναυτικής Υγιεινής: Κ. Φιλαδελφεύς, αρχίατρος Π.Ν.

Πηδαλιουχίας και σημάτων: Ε. Σπυριδωνίδης, αρχικελευστής Π.Ν., διπλωματούχος πλοίαρχος Ε.Ν.

Το κτήριο της Σχολής «Τρίαινα» διέθετε τρία ευρύχωρα διδακτήρια όπου γίνονταν τα μαθήματα.

Διέθετε επίσης και βιβλιοθήκη, ενώ οι καθηγητές της είχαν συγγράψει σχετικά συγγράμματα και βιβλία για τα μαθήματα που ο καθένας εξ αυτών δίδασκε. Σήμερα τα βιβλία με τη σήμανση «Τρίαινα» θεωρούνται σπάνια. Η Σχολή διέθετε τα απαραίτητα επιστημονικά όργανα όπως εξάντες, χρονόμετρα, ουρανόσφαιρες, χάρτες, βαρόμετρα, σχεδιαγράμματα κ.α. απαραίτητα για τη ναυτική τέχνη. Η «Τρίαινα» από το 1919 (στην αρχική της μορφή) μέχρι και την δεκαετία του 1950 είχε απονείμει πτυχία πλοιάρχου σε περισσότερους από 500 σπουδαστές, αριθμό που αντιστοιχούσε στο ένα τέταρτο των διπλωματούχων πλοιάρχων που υπηρετούσαν στο ελληνικό εμπορικό ναυτικό.


(Πηγές:

-      Τ. Γ. Κοκκίνης «Τρίαινα. Η Σχολή Εμποροπλοιάρχων», περιοδικό «Ναυτική Ελλάς» τ. 1953

-      Δημοσιεύματα Ημερήσιου Τύπου)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"