Τα περιστέρια του Γεωργίου Ανδριανόπουλου



του Στέφανου Μίλεση

 

Παιδί ακόμα ήμουν την δεκαετία του 1960, ωστόσο θυμάμαι έντονα τους γονείς μου να με πηγαίνουν τακτικά στο προαύλιο του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά για να ταΐζω τα περιστέρια. Φαντάζομαι ότι αυτή η εικόνα των περιστεριών να κατακλύζουν το Δημοτικό Θέατρο και την Πλατεία Κοραή, δεν αποτελεί μόνο δική μου ανάμνηση, αλλά πολλών άλλων Πειραιωτών κάποιας ηλικίας σήμερα.

Η ύπαρξη περιστεριών στον Πειραιά ήταν απόλυτα ταυτισμένη με την εικόνα της πόλης, όπως συνέβαινε παλαιότερα και στην Αθήνα με την Πλατεία Συντάγματος και το χώρο μπροστά από το Μνημείο Αγνώστου Στρατιώτου, ξέχωρα από τα περιστέρια του Εθνικού κήπου. 

Στον Πειραιά όμως τα περιστέρια από μια εποχή και μετά -νομίζω από τις αρχές της δεκαετίας του ’80- εξαφανίστηκαν. Μαζί τους χάθηκαν και οι πλανόδιοι έμποροι ξηρών καρπών, με τις χαρακτηριστικές τους λευκές ποδιές, των οποίων η πελατεία συμπεριλάμβανε και όσους ήθελαν να ταΐσουν τα περιστέρια. Διότι ανάμεσα στους ξηρούς καρπούς πωλούσαν και σιτάρι για τα πουλιά! Μόλις αυτά έβλεπαν κάποιον να ρίχνει έστω και ένα σποράκι, μαζεύονταν κατά εκατοντάδες γύρω του ή και πάνω του! Τα μικρά παιδιά τότε τσίριζαν ενθουσιασμένα. 

Τα περιστέρια ως «εξάρτημα» του κέντρου μια πόλης, εισήχθη στην Ελλάδα κύρια από τη γειτονική μας Ιταλία, όπου στις κεντρικές πλατείες της Βενετίας και της Ρώμης τα περιστέρια δέσποζαν με την παρουσία τους. Φυσικά υπήρχαν και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, όμως εμείς την εποχή εκείνη είχαμε ως πρότυπο την Ιταλία. Όλη την πρώτη μεταπολεμική περίοδο και μέχρι και την δεκαετία του ’60, οι νέοι στα πάρτι χόρευαν ιταλικά τραγούδια, στους κινηματογράφους μεσουρανούσαν οι Ιταλοί ηθοποιοί και τα «ονειρικά» ταξίδια των Ελλήνων γίνονταν προς την Ιταλία. Η επιρροή περιλάμβανε ακόμα το ντύσιμο, τις συμπεριφορές και τις βέσπες… Την εποχή εκείνη ήταν που «βαπτίστηκε» και το Πασαλιμάνι σε «Πασαρέλα».  Φυσικό ήταν και τα περιστέρια της Ιταλίας να φτάσουν μέχρι και τον Πειραιά. 

Στην Ιταλία τα συντηρούσαν οι Δήμοι καθώς θεωρούσαν πως αποτελούσαν σπουδαία τουριστική ατραξιόν. Η πρωτοβουλία να υπάρχουν περιστέρια στο κέντρο του Πειραιά οφειλόταν στον Γεώργιο Ανδριανόπουλο το 1951 που ανέλαβε Δήμαρχος στον Πειραιά. Όταν ο Γ. Ανδριανόπουλος επέστρεφε από ένα ταξίδι στην Ιταλία αγόρασε ένα ζευγάρι μικρά περιστέρια τα οποία και παρέδωσε σε έναν από τους υπαλλήλους του κήπου της Τερψιθέας. 

Στη βάση του τείχους βρίσκονταν σε παράταξη κλουβιά με διάφορα είδη πτηνών

Την εποχή εκείνη στους κήπους της κάτω πλευράς της Τερψιθέας (τα σκαλάκια που υπήρχαν την διαιρούσαν σε πάνω και κάτω πλευρά), υπήρχαν κλουβιά με διάφορα είδη πτηνών. Σιγά-σιγά τα δύο περιστέρια έγιναν δέκα, είκοσι, τριάντα… μέχρι που έφτασαν να περάσουν τα πεντακόσια! 

Φυσικά περιφέρονταν σε όλη την πόλη ελεύθερα μέχρι που έφτασαν να συγκεντρώνονται μπροστά από το Δημοτικό θέατρο και στην Πλατεία Κοραή καθώς εκεί σύχναζε κόσμος που τα τάιζε. Το θέαμα που προσέφεραν καθώς ανέβαιναν κατά εκατοντάδες σε σχηματισμό στον ουρανό ήταν μοναδικό. Όμως στη συνέχεια αποδείχθηκε πως ο προϋπολογισμός του Δήμου για τη συντήρησή τους ήταν ανεπαρκής. Ο Δήμος είχε διαθέσει επί εποχής Ανδριανόπουλου χίλιες δραχμές για την αγορά σιταριού που αποτελεί την κύρια τροφή τους. Όμως το ποσό είχε προβλεφθεί για πολύ μικρό αριθμό περιστεριών συγκριτικά με εκείνον που είχε φτάσει στα μέσα της δεκαετίας του 1960. Έτσι τα περιστέρια καθώς ήταν νηστικά, συγκεντρώνονταν στα σημεία που συνήθως έβρισκαν τροφή, που ήταν φυσικά οι κήποι της Τερψιθέας και το Δημοτικό Θέατρο. 


Το πρόβλημα όμως άρχισε κάποια στιγμή να γίνεται έντονο, καθώς στην Τερψιθέα τα περιστέρια από την πείνα τους είχαν ρημάξει τα λουλούδια του κήπου, ενώ στο Δημοτικό Θέατρο  τα περιττώματά τους  είχαν διαβρώσει τα μάρμαρα του θεάτρου. Έτσι η τουριστική ατραξιόν, εξελίχθηκε για τον δήμο σε ένα πρόβλημα που έπρεπε να επιλύσει. Χρειάστηκε να ζητηθεί βοήθεια μέχρι και από την «Εταιρία προστασίας των Ζώων». Επειδή όμως και αυτή δεν διέθετε ικανά κονδύλια, μαζί με τον Δήμο αποφάσισαν να κάνουν το εξής. Προμήθευαν πλανόδιους πωλητές με σακουλάκια σταριού τα οποία πωλούνταν μια δραχμή το καθένα. Τα αγόραζε ο κόσμος για να ταΐσει τα περιστέρια και έτσι από αυτά υπήρχαν κάποια έσοδα με τα οποία αγόραζαν εκ νέου τροφή. 

Μέχρι που στα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα, αρχές ογδόντα, τα περιστέρια που αποτελούσαν περιουσία του δήμου έλαβαν τέλος και μαζί τους τα κλουβιά των κήπων της Τερψιθέας με τα παραδείσια πτηνά, τα σκαλάκια με το μνημείο της, οι μονοκατοικίες με τις αυλές, οι ξέφωτοι χώροι και οι περισσότερες από τις αναμνήσεις μας. Κι αυτές όπως τα περιστέρια, πέθαναν από στέρηση εικόνων από μια πόλη που ιερό της σύμβολο είχε ανακηρυχθεί η πολυκατοικία με αναπόσπαστα εξαρτήματά της τις αμέτρητες τέντες και τις αναρίθμητες κεραίες στις ταράτσες τους. 

Σήμερα περιστέρια βεβαίως υπάρχουν στον Πειραιά -σε σημαντικούς αριθμούς συναντούμε στην πλατεία Λάμπρου Πορφύρα στη Φρεαττύδα- αλλά δεν ανήκουν στον Δήμο, αλλά σε ιδιωτικούς περιστερώνες. Πολλοί άνθρωποι χαίρονται να τα ταΐζουν, ενώ άλλοι τα θεωρούν «φτερωτούς αρουραίους» πραγματική μάστιγα για μια αστική περιοχή, κύρια από τον όγκο περιττωμάτων που αφήνουν πίσω τους. 

Εγώ θα αρκεστώ να διατηρήσω για τα περιστέρια, την εικόνα που έχω στο μυαλό μου από την παιδική μου ηλικία, τότε που τα τάιζα στους κήπους της Τερψιθέας και στο Δημοτικό Θέατρο.  


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου