ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΒΕΛΛΙΑΝΙΤΗΣ: ΜΙΑ ΣΠΟΥΔΑΙΑ ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ

 


του Στέφανου Μίλεση


Ο Θεόδωρος Βελλιανίτης (1863 - 1934) γεννήθηκε στον Πειραιά το 1863. Έγινε γνωστός στην εποχή του ως δημοσιογράφος, συγγραφέας, ποιητής, λογοτέχνης, ανταποκριτής, μεταφραστής, και συνεργάτης σχεδόν όλων των εντύπων που κυκλοφορούσαν. Ωστόσο έμεινε να θεωρείται Επτανήσιος καθώς οι γονείς του κατάγονταν από τους Παξούς. Σπουδαιότερος ίσως λόγος επικράτησης της “επτανησιακής” του καταγωγής, ήταν πως ο ίδιος αργότερα εκλέχθηκε Βουλευτής Παξών επί σειρά ετών.

Ο Βελλιανίτης βρέθηκε μαθητής στο Γυμνάσιο Αρρένων Πειραιώς (μετέπειτα Ιωνίδειο), αλλά δεν αποφοίτησε από αυτό διότι αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα υγείας το οποίο τον ανάγκασε να μεταβεί στη Ρωσία. Συγκεκριμένα τον Ιούλιο του 1878 σε ηλικία 15 ετών έφηβος ακόμα, ταξίδευσε μόνος του με προορισμό την Μόσχα, ύστερα από παρότρυνση του μεγάλου του αδελφού, προκειμένου να αντιμετωπίσει πρόβλημα που τον βασάνιζε (χωρίς να αναφερθεί ποίο ήταν αυτό), αφού όλοι οι ιατροί τον παρότρυναν περί αυτού του ταξιδιού. Ο ίδιος αργότερα κατέγραψε την εμπειρία του αυτή στην Εφημερίδα «Ακρόπολις». «Ήτο Ιούλιος του 1878, ήμην έφηβος έτι, και εταξείδεον πρώτην φοράν μόνος. Είχον ασθενήσει, και οι ιατροί συνεβούλευσαν ταξείδιον, ο δε πρεσβύτερος αδελφός μου, θέσας δράκα χρυσών νομισμάτων εντός περικνημίδος, κατά παλαιάν ηπειρωτικήν συνήθεια, και κρεμάσας αυτήν εν τω τραχήλω μου, μοι συνέστησε φρόνησιν και με ετοποθέτησεν εν τη αναχωρούση δια Μόσχαν αμαξοστοιχία. Την Μόσχαν πρώτην φοράν επεσκεπτόμην». Στη Ρωσία εκτός των σπουδών του καταπιάστηκε με ζήλο στη μελέτη της Ρωσικής λογοτεχνίας και θεωρήθηκε αυθεντία σε αυτήν.

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1884, νέος άνδρας ούτε είκοσι ετών ακόμη δεν ήταν, καταπιάστηκε με το έργο της συγγραφής. Όμως κανένα έντυπο δεν δημοσίευε τα κείμενά του. “Φαίνεται πως οι διευθυντές των εφημερίδων” έγραψε “χωρίς να διαβάσουν τα χειρόγραφά μας, τα έριχναν στο καλάθι των αχρήστων...”. Τότε σκέφτηκε να καταφύγει σε ένα τέχνασμα που ο ίδιος αργότερα περιέγραψε “...εθεώρησα πρέπον να φορτώσω ενίοτε εις την ράχην Ρώσσων ποιητών πτωχά τινα ποιήματά μου και να τα δημοσιεύσω ως μεταφράσεις εκ της ρωσσικής. Η ρωσσική λογοτεχνία ήτο άγνωστος γη δια την Ελλάδα. Τα ποιήματα ταύτα απήγγειλα κατά πρώτον ως μεταφράσεις, εις την αίθουσαν της κυρίας Ελένης Βλάχου, την μόνην φιλολογικήν αίθουσαν της εποχής. Κατόπιν δε και εις τον «Παρνασσόν»».


Έτσι καθιερώθηκε κατά κάποιο τρόπο ως ειδικός περί της ρωσικής ζωής και λογοτεχνίας. Κατέγραφε τις εντυπώσεις και ενθυμήσεις του, από την εποχή που ζούσε στη Ρωσία, στο περιοδικό ΕΣΤΙΑ και στην εφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ του Βλάση Γαβριλίδη. Σταδιακά επέκτεινε τη θεματολογία του και στη λογοτεχνία, κύρια στην ποίηση. Τα ποιήματα, έργα των εφηβικών του χρόνων, δημοσιεύονται στα περιοδικά «Αττικόν Μουσείον», «Απόλλων» «Ποικίλη Στοά» κ.α. Πολλά συνοδεύονται από την ένδειξη Εν Μουνυχία δηλαδή είναι γραμμένα στο Πασαλιμάνι, το οποίο από μια λάθος ιστορική εκτίμηση της εποχής, αποκαλούν Μουνυχία. Λιγότερα φέρουν την ένδειξη εν Παξοί. Ο ίδιος ωστόσο αρνείται να δηλώσει πεισματικά να φέρει και τον τίτλο του ποιητή. Έκπληξη προκαλεί μάλιστα η εισαγωγή έργων του με το ερώτημα «Αν ήμουν ποιητής θα έγραφα…». 

1906 - Λεμβοδρομίες στο Νέο Φάληρο


Καθιερώνεται ως αρθρογράφος, ποιητής και ιστορικός κύρια στις εφημερίδες ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ, ΑΣΤΥ και ΕΦΗΜΕΡΙΣ του Κορομηλά. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει εφημερίδα ή περιοδικό της εποχής του που να μη φιλοξενεί άρθρα του. Οι μελετητές και ιστορικοί ερευνητές των παλαιών εφημερίδων εκπλήσσονται με τον τεράστιο αριθμό άρθρων του που δημοσιεύονταν. Δικά του άρθρα φιλοξενούνται μέχρι και στον γαλλόφωνο “Αγγελιαφόρο των Αθηνών”. Στην εποχή του θεωρείτο άνθρωπος πολυμαθής, γλωσσομαθής με τεράστιες εγκυκλοπαιδικές γνώσεις. Όσοι τον γνώρισαν τον περιγράφουν ως άνθρωπο που μόνο διάβαζε και έγραφε. Όλο το πάθος της ζωής του ήταν στα βιβλία. Στην ανάγνωση και στη συγγραφή τους.

To 1886 βρίσκεται στο στρατό ως επιστρατευμένος. Τέτοιες επιστρατεύσεις είναι συχνές στην τόσο ταραγμένη εποχή του και μάλλον γίνονται άνευ λόγου καθώς τελικώς οι στρατευμένοι σύντομα επιστρέφουν στα σπίτια τους. Ο διαρκώς επιστρατευμένος Βελλιανίτης γράφει: “Διεξάγουμε έναν ακόμα ειρηνοπόλεμο!... Διότι αν και σκοπός της επιστράτευσης είναι ο πόλεμος, εμείς ως κράτος επ' ουδενί σκεπτόμαστε να διεξάγουμε τέτοιο. Η επιστράτευση τόσων ανθρώπων χωρίς πολεμικό σκοπό, αποτελεί μοναδικό φαινόμενο στην στρατιωτική ιστορία των Εθνών, που μάλλον η Ελλάς ανακάλυψε...”. (Εφημερίδα «ΑΘΗΝΑΙ», 7 Δεκεμβρίου 1915).


Καλοκαίρι 1893 - Ποτέ άλλοτε τόσες προσωπικότητες σε μια φωτογραφία
Από τα αριστερά στα δεξιά καθήμενοι οι: Θεόδωρος Βελλιανίτης, Περρής (τυπογράφος), Ν. Πολίτης, Στέφανος Στεφάνου, Μιχαήλ Λάμπρος, Γ. Σουρής, Εμμ. Ροΐδης, Εμμ. Λυκούδης
Όρθιοι: Ψυχάρης, Δ. Κακλαμάνος, Κασδόνης (Διευθυντής Βιβλιοπωλείου ΕΣΤΙΑ), Γ. Βλαχογιάννης, Γ. Δροσίνης, Γρ. Ξενόπουλος


Στην πολιτική σκηνή εμφανίστηκε ως υποστηρικτής του Χαρίλαου Τρικούπη στο συνδυασμό του οποίου κατέβηκε το 1895 και εκλέχθηκε Βουλευτής Παξών στην ηλικία των 32 ετών. Μετά τον θάνατο του Τρικούπη, ακολούθησε τον Θεόδωρο Δηλιγιάννη μέχρι το 1904 που ήρθε σε ρήξη μαζί του εξαιτίας μια διαφωνίας, ωστόσο δεν σταμάτησε να ασχολείται με την πολιτική. Το 1896 διετέλεσε Αντιπρόεδρος της Βουλής.

Το 1906 ανέλαβε γενικός διευθυντής των Τ.Τ.Τ. (Ταχυδρομείο, Τηλεγραφείο, Τηλεφωνείο), όπου επέφερε εκσυγχρονισμό και μεταρρυθμίσεις στη λειτουργία του με συστήματα που εισήγαγε από Βέλγιο, Ελβετία και Γαλλία όπου είχε μεταβεί προς μελέτη λειτουργίας των αντίστοιχων οργανισμών τους. Ήταν τόσο αγαπητός στους υφισταμένους του, που κάθε έτος στα γενέθλιά του, αντιπροσωπεία Τριατατικών υπαλλήλων επισκέπτονταν την οικία του για να τον συγχαρούν και να προσφέρουν δώρα. Ως Γενικός Διευθυντής πέτυχε για πρώτη φορά το 1907, την πρόσληψη γυναικών τηλεφωνητριών στην υπηρεσία των Τ.Τ.Τ. Η πρόσληψη αυτή τάραξε τα ήθη τις εποχής, αλλά έκτοτε άνοιξε τον δρόμο για την πρόσληψη γυναικών σε θέσεις υπηρεσιών και δημοσίου συμφέροντος στην Ελλάδα. “Η εισαγωγή γυναικών στην υπηρεσία δεν ήταν δική μου επινόηση” έγραψε. “Πριν από 35 χρόνια που ζούσα στην Ρωσία έβλεπα στις υπηρεσίες της γυναίκες. Μια χειμωνιάτικη ημέρα μπήκα στο γραφείο του Γεωργίου Θεοτόκη και του ανέπτυξα τις σκέψεις μου περί του θέματος, προβάλλοντας το θέλγητρο του νεωτερισμού... Συνέταξα το νομοσχέδιο των τηλεφωνητριών που υποβλήθηκε στην Βουλή. Το νομοσχέδιο συνάντησε τρομερή αντίδραση. Αντίθετοι βρέθηκαν οι περισσότεροι των κορυφαίων βουλευτών καθώς έβρισκαν πως ο νεωτερισμός αυτός θα έθιγε τις ιερές παραδόσεις της οικογενειακής αγνότητας. Για να ματαιώσουν την εφαρμογή του όρισαν μισθό για τις γυναίκες αντί των ποσών των 90 και των 120 δραχμών, μόνο 50 δραχμές μηνιαίως, ενώ στις καθαρίστριες του τηλεφωνικού κέντρου ο μισθός που είχε οριστεί ήταν των 60 δραχμών!... Με τη μισθοδοσία αυτή πίστευαν ότι τελικώς δεν θα προσέρχονταν για τηλεφωνήτριες οι γυναίκες και έτσι η υπόθεση θα έληγε. Οι προσδοκίες τους όμως δεν πραγματοποιήθηκαν. Οι τηλεφωνήτριες προσήλθαν και ανέλαβαν υπηρεσία...” (Εφημερίδα «ΑΘΗΝΑΙ», 21 Σεπτεμβρίου 1917).

Σκίτσο Θ. Βελλιανίτη

Το 1915 τον συναντούμε παράλληλα με τα καθήκοντά του και ως διευθυντή της ημερήσιας Εφημερίδας «ΑΘΗΝΑΙ» του Γεωργίου Πωπ. Το 1916 καταλαμβάνει τη θέση του Γεωργίου Θεοτόκη που απεβίωσε, ως βουλευτής Κέρκυρας. Το 1920 έλαβε μέρος μαζί με τον Μιχαλακόπουλο στη διασυμμαχική κοινοβουλευτική διάσκεψη στο Παρίσι. Το 1924 διετέλεσε Υπουργός Εκκλησιαστικών και Δημόσιας Εκπαίδευσης στην Κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη.


Ο Βελλιανίτης σε όλη του τη ζωή αρθρογραφούσε για τα πάντα. Έφηβος στην Ρωσία έγραφε ποιήματα για τον Πειραιά, ως πολιτικός έγραφε για τα ταξίδια του στην Ρωσία και ως Υπουργός μετέπειτα αρθρογραφούσε σε εφημερίδες γράφοντας για τον πρώτο Έλληνα αεροπόρο τον Καμπέρο της Φρεαττύδας, για την παλαιά Αθήνα και για πολλές φυσιογνωμίες της εποχής του.

Το σπίτι όπου διέμενε προς το τέλος της ζωής του βρισκόταν στην οδό Αχαρνών στην Αθήνα ήταν με ενοίκιο, το οποίο πλήρωνε ενοικιάζοντας μια άλλη δική του οικία (πιθανότατα αυτή του Παλαιού Φαλήρου). Ένα πρόβλημα που πάντα αντιμετώπιζε σε αυτή την ιδιόμορφη σχέση ήταν πως την ημέρα που ήταν να εισπράξει το ενοίκιο, ο ενοικιαστής του δεν πήγαινε, αντίθετα από τον εισπράκτορα του δικού του ενοικίου, που τον επισκεπτόταν πάντα με ακρίβεια στην οριζόμενη ημερομηνία.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έπασχε από καρδιακό νόσημα, αλλά παρόλα αυτά συνέχιζε να καπνίζει και να γράφει μέρα και νύχτα κλεισμένος στο γραφείο του. Συχνά αποτύπωνε τις αναμνήσεις του σε μορφή άρθρων, για την εποχή που ζούσε ακόμα στον Πειραιά. Θυμόταν τα παιδικά του χρόνια και την όψη που παρουσίαζε ο Πειραιάς όταν ακόμα ανάμεσα στα σπίτια υπήρχαν χωράφια, όταν η Φρεαττύδα ήταν εξοχή και ο λόφος της Καστέλλας ερημότοπος!...Από τις μοναδικές του αφηγήσεις έχουν διασωθεί σε μας σήμερα σπάνιες περιγραφές για περιοχές του Πειραιά, όπως τη σημερινή πλατεία Κοραή που ο Βελλιανίτης την πρόλαβε χέρσο χωράφι με κακοτράχαλη επιφάνεια. Οι εικόνες του προέρχονταν από τον Πειραιά της περιόδου 1870 – 1878, αφού μετά αναχώρησε για την Ρωσία. Με την επιστροφή του έμεινε στο Παλαιό Φάληρο, αλλά από το παράθυρό του έβλεπε, όπως ο ίδιος έγραψε, την Καστέλλα και αναλογιζόμενος την παιδική του ηλικία ένιωθε την ανάγκη να επισκέπτεται τον Πειραιά κάνοντας τις όποιες συγκρίσεις με την πόλη της παιδικής του ηλικίας.

Λιμάνι Πειραιά 1906, όταν ατμός και ιστία συνυπήρχαν ακόμα

Ο Βελλιανίτης όταν πέθανε το 1934 άφησε πίσω του μια σπάνια σε ποσότητα και ποιότητα βιβλίων βιβλιοθήκη. Σε πολλά από τα βιβλία του έλειπαν σελίδες, καθώς όταν τα δάνειζε σε φίλους του, αυτοί έκοβαν τις σελίδες τους για να κρατήσουν θέματα που τους ενδιέφεραν. Ο Βελλιανίτης όταν ζούσε περιέγραφε για αυτό ακριβώς το λόγο τους φίλους του ως τεμπέληδες, διότι βαριόντουσαν να αντιγράψουν αυτά που ήθελαν και προτιμούσαν να λεηλατήσουν τα βιβλία του. Εκτός από τη μεγάλη συλλογή βιβλίων που διέθετε ο Βελλιανίτης ήταν και συλλέκτης πινάκων ζωγραφικής αλλά και επίπλων με περίτεχνα σκαλίσματα, πραγματικά έργα τέχνης.

Κάποια στιγμή στο τέλος της ζωής του αποφάσισε να τα πουλήσει όλα και με τα χρήματα να εγκατασταθεί στο Παρίσι. Διαπραγματεύτηκε την πώλησή τους σε εκτιμητή και έλαβε προσφορά 300 χιλιάδων δραχμών. Μόλις όμως ήταν έτοιμος να υπογράψει τη συμφωνία υπαναχώρησε σχεδόν κλαίγοντας. Του ήταν αδύνατον να αποχωριστεί όλα εκείνα τα αντικείμενα που συνέλεγε μια ολόκληρη ζωή. Ακύρωσε έτσι την τελευταία στιγμή την πώληση αλλά και τη μετακόμισή του στο Παρίσι. Όταν πέθανε στην κηδεία του τον συνόδευσαν μόνο η γυναίκα του και μερικοί συγγενείς.


Διαβάστε επίσης:


Οι παιδικές μου αναμνήσεις (του Θεόδωρου Βελλιανίτη)


Όταν ο Χόβαρτ απειλούσε απόβαση στην Φρεαττύδα


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"