Ο ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΦΟΡΕΣ ΝΑΥΑΓΟΣ ΤΟΥ ΓΗΡΟΚΟΜΕΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ (1954)

 



του Στέφανου Μίλεση

Κατά καιρούς παλαιότερα, εμφανίζονταν αφιερώματα στις τοπικές εφημερίδες του Πειραιά για ανθρώπους του Γηροκομείου που είχαν κάτι σημαντικό να διηγηθούν στη ζωή τους. Τον Φεβρουάριο του 1954 δημοσιεύθηκε η ιστορία ενός ανθρώπου που ζούσε σε δωμάτιο του γηροκομείου Πειραιώς. 

Επρόκειτο για τον Μάρκο Ψαρρό που όλη του τη ζωή εργάστηκε ως θερμαστής στα ατμόπλοια. Ένας άνδρας που όποιος τον έβλεπε στο δωμάτιο του γηροκομείου καταλάβαινε πως είχε να κάνει με έναν κουρασμένο και βασανισμένο άνθρωπο. Πραγματικό ερείπιο τον περιέγραφαν όσοι τον συναντούσαν, παρότι ο Μάρκος Ψαρρός την εποχή εκείνη ήταν 56 ετών! Ο Ψαρρός είχε υπηρετήσει σε πολλά βαπόρια διαφορετικών εταιρειών και είχε βρεθεί ναυαγός τέσσερις φορές!

Είχε κάνει θερμαστής στα ατμόπλοια ΤΡΙΦΥΛΛΙΑ, ΠΑΝΑΗΣ ΒΑΛΛΙΑΝΟΣ, ΜΙΧΑΗΛ, ΜΑΡΙΕΤΤΑ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ και σε άλλα καράβια του εφοπλιστή Λιβανού. Ο Ψαρρός ταξίδευε αδιάκοπα επί τριάντα έτη έχοντας ναυτολογηθεί για πρώτη φορά όταν ήταν ακόμη 15 ετών.

Την πρώτη φορά ναυάγησε όταν ήταν ναυτολογημένος στο φορτηγό πλοίο της γερμανικής εταιρείας ΝΤΟΪΤΣ ΛΕΒΑΝΤΙ ΛΑΙΝΣ. Το πλοίο αυτό βυθίστηκε στα Δαρδανέλια έπειτα από προσάραξη.

Δεύτερη φορά βρέθηκε ναυαγός κοντά στο Ντόβερ με το ελληνικό ατμόπλοιο ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ του Πρωΐου το 1920. Το πλοίο τότε είχε πέσει σε πυκνή ομίχλη με αποτέλεσμα το ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ να συγκρουστεί με ένα αγγλικό πλοίο. Ο Ψαρρός ούτε κατάλαβε πώς βρέθηκε κολυμπώντας σε μια νησίδα για να σωθεί από τα παγωμένα νερά.

Τρίτη φορά ήταν μπαρκαρισμένος με το ελληνικό ατμόπλοιο, το ΑΡΧΩΝ, όταν κι αυτό προσάραξε λόγω ομίχλης στα ρηχά ενώ ήταν πλήρες φορτίου αραβοσίτου από τη Νότια Αμερική.

Ύστερα από την τρίτη φορά ο Ψαρρός σκέφτηκε να τα εγκαταλείψει και να γίνει στεριανός. “Η θάλασσα δεν με θέλει” σκέφτηκε “πάντα με κυνηγάει η κακοτυχία και παίρνω στο λαιμό μου κι άλλους”...

Όμως η οικονομική του κατάσταση γρήγορα τον ανάγκασε να ανέβει ξανά σε βαπόρι. Ήταν ένα φορτηγό της Μεσσαζερί που έκανε ταξίδια μεταξύ Γαλλίας – Αφρικής. Όταν κάποια ημέρα έφυγαν από την Ντουάλα της Αφρικής κατά τις τέσσερις το απόγευμα ο Ψαρρός βρισκόταν κάτω στο μηχανοστάσιο. Κάποια στιγμή σε ένα μποτζάρισμα του σκάφους ο θερμαστής χτύπησε στο κεφάλι. Έβγαλε το μαντήλι του για να σκουπιστεί καθώς ένιωθε να τρέχει αίμα στο κεφάλι του αλλά εκείνη την ώρα τα πάντα σκοτείνιασαν γύρω του και χάνοντας τις αισθήσεις του έπεσε στο δάπεδο. Τον ανέβασαν στο κατάστρωμα όπου του προσέφεραν αρχικά τις πρώτες βοήθειες και στη συνέχεια τον μετέφεραν σε νοσοκομείο. 

Βγήκε στη Μασσαλία όπου οι ιατροί που τον εξέτασαν, τον έκριναν ανίκανο προς εργασία. Ωστόσο διέγνωσαν πως το κακό που είχε πάθει στο κεφάλι ήταν προερχόμενο από παθολογικό αίτιο και όχι από χτύπημα. Έτσι δεν έλαβε αποζημίωση παρά μονάχα 160 λίρες για να επιστρέψει πίσω. Γύρισε στην Ελλάδα και καθώς ήταν μοναχός κι έρημος το Γηροκομείο Πειραιώς που τον δέχθηκε του φάνηκε ως η καλύτερη λύση. Έμεινε σε αυτό μέχρι το θάνατό του.


ΔΕΥΤΕΡΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΡΡΕΝΩΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ. ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΙΔΡΥΣΕΩΣ ΤΟΥ

 



του Στέφανου Μίλεση

Η ιστορία του Β' Γυμνασίου Αρρένων Πειραιώς του οποίου η ιστορία και η παράδοση έχει πλέον διαρραγεί λόγω των απανωτών μετονομασιών και μετακινήσεων (βρισκόταν για πολλά χρόνια στην Υδραίικη συνοικία και τώρα βρίσκεται στα Κρητικά) είναι πραγματικά μεγάλη.

Όλα αρχίζουν με ένα θάνατο και με μια διαθήκη που πρέπει να εκτελεστεί. Συγκεκριμένα στις 30 Μαΐου 1874 πεθαίνει ο αδελφός του παλαιού Δημάρχου Λουκά Ράλλη, ο Ιάκωβος. Δύο χρόνια πριν το θάνατό του, στις 7 Μαρτίου 1872, είχε προλάβει ο Ιάκωβος να συντάξει διαθήκη, με την οποία άφηνε στον Δήμο Πειραιώς, ένα διώροφο σπίτι που βρισκόταν ακριβώς απέναντι από την έκταση που καταλάμβανε το Πολεμικόν Σχολείον (Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων). 

Πρόθεσή του ήταν σε αυτό το σπίτι να εγκατασταθεί ορφανοτροφείο θηλέων καθώς τα ανήλικα παιδιά περιφέρονταν τότε κατά εκατοντάδες στο λιμάνι του Πειραιά (Βλέπε το σχετικό βιβλίο μου “Γαβριάδες οι απόκληροι του Πειραιά”). Οι περισσότεροι φιλάνθρωποι την εποχή εκείνη τα παιδιά ήθελαν να ευεργετήσουν, διότι ο Πειραιάς αντιμετώπιζε μέγιστο πρόβλημα (δεν ήταν τυχαία η ύπαρξη τόσων ορφανοτροφείων στην πόλη). Επιπρόσθετα ο Ιάκωβος Ράλλης είχε μεριμνήσει στην διαθήκη του και είχε αφήσει κι το ποσό των 250 χιλιάδων φράγκων, ώστε να εξασφαλιστεί η λειτουργία του ορφανοτροφείου που θα λειτουργούσε εντός του ακινήτου του.

Όμως από την εποχή που ο Ιάκωβος Ράλλης είχε συντάξει την διαθήκη του (το 1872) μέχρι το θάνατό του (1874) είχαν περάσει δύο χρόνια. Σε αυτή την περίοδο το τραπεζικό κεφάλαιο που προόριζε για το ορφανοτροφείο του ελαττώθηκε. Είχε βοηθήσει με αυτό κατά τα τελευταία έτη της ζωής του, τους γαμπρούς του Νεγρεπόντη και Μαυροκορδάτο. Έτσι όταν μετά τον θάνατό του οι εκτελεστές της διαθήκης άνοιξαν τον λογαριασμό, τα μόνα χρήματα που βρέθηκαν από τις 250 χιλιάδες της διαθήκης έφταναν τις 39 χιλιάδες! 

Χωρίς κεφάλαιο υποστήριξης ήταν απολύτως αδύνατο να λειτουργήσει οποιοδήποτε ίδρυμα, έστω κι αν διέθετε ακίνητο. Ο Δήμος εκείνη την περίοδο -όπως διαχρονικά συμβαίνει- ήταν χρεοκοπημένος. Έτσι έγινε συμβιβασμός με την οικογένεια ώστε ο Δήμος Πειραιώς να αποδεχθεί την δωρεά, αποτελούμενη από το σπίτι και τις 39 χιλιάδες, χωρίς όμως να έχει την υποχρέωση να ιδρύσει το ορφανοτροφείο. Αυτό σήμαινε πως το σπίτι και τα χρήματα του Ιακώβου Ράλλη ήταν ελεύθερα πλέον προς κάθε χρήση. 

Με τα χρήματα αυτά το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε να οικοδομήσει κτήριο που θα προοριζόταν για Παρθεναγωγείο για τα κορίτσια της Υδραίικης συνοικίας στη συνοικία του Βρυώνη. Το 1875 ο Δήμος Πειραιά αγόρασε για το σκοπό αυτό, από τον μεγαλοκτηματία Οριγώνη όλο το οικοδομικό τετράγωνο που του ανήκε, επί της κεντρικής λεωφόρου Νοσοκομείου (μετέπειτα Θεόδωρου Αφεντούλη). Η συμφωνία για την αγορά 3,50 δραχμές τον πήχη κι έτσι το συνολικό ποσό αγοράς έφτασε τις 8.059,80 δρχ. Εκ παραλλήλου ο Δήμος ενοικίασε το σπίτι του Ιακώβου Ράλλη (που προοριζόταν για ορφανοτροφείο), για να στεγαστεί το Ειρηνοδικείο Πειραιώς. Αργότερα το πούλησε για να οικοδομηθεί στη θέση του το μέγαρο του Ταχυδρομείου (νυν Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιώς).

Με τα χρήματα από την πώληση του σπιτιού του Ιακώβου Ράλλη άρχισε η οικοδόμηση του Β' Παρθεναγωγείου, η θεμελίωση του οποίου έγινε στις 26 Σεπτεμβρίου 1876 ενώ τα εγκαίνια λειτουργίας του πραγματοποιήθηκαν στις 10 Μαρτίου 1878. Το Β' Παρθεναγωγείο λειτούργησε μέχρι τον Μάιο του 1918 που άλλαξε χρήση. 

Εγκαίνια Δευτέρου Παρθεναγωγείου παρουσία του Υπουργού Παιδείας και του Λουκά Ράλλη αδελφού του Ιακώβου με την παρατήρηση πως "δια του κληροδοτήματος του οποίου ανιδρύθη η σχολή αύτη" δεν είναι απολύτως ορθή. 

Στο μεταξύ από το 1914 είχε συσταθεί και Δεύτερο Γυμνάσιο στον Πειραιά προς υποβοήθηση του ήδη λειτουργούντος Α' Γυμνασίου Αρρένων. Το 1918 όμως ιδρύθηκε το Πρωτοδικείο Πειραιώς και εγκαταστάθηκε στο κτήριο που μέχρι τότε στεγαζόταν το Δεύτερο γυμνάσιο. Στον Δήμο όσο κι αν έψαχναν κτήριο άλλο δεν έβρισκαν για το Δεύτερο κι αποφάσισαν να εγκατασταθεί αυτό στο κτήριο του Β' Παρθεναγωγείου της Υδραίικης συνοικίας. Βοήθησε στην απόφασή τους και το γεγονός πως οι μαθήτριες αριθμητικά είχαν μειωθεί και ουσιαστικά το Παρθεναγωγείο υπολειτουργούσε.




Συνεπώς από τα παραπάνω προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα. Το Δεύτερο Γυμνάσιο Αρρένων Πειραιώς δε συστάθηκε από τον Ιάκωβο Ράλλη, ούτε το κτήριο που ανεγέρθηκε στη συνοικία Βρυώνη υπήρξε αποτέλεσμα δικής του δωρεάς σε ευθεία γραμμή. Απλά για λόγους εξιστόρησης και συντομίας καθώς το ιστορικό προέλευσης είναι περίπλοκο, αλλά και για να τιμήσουν τον αδελφό του που τότε ζούσε, διατήρησαν αυτή την εντύπωση. Ο Ι. Ράλλης ορφανοτροφείο επιθυμούσε να ιδρυθεί και τίποτε άλλο. 

Για ποιο λόγο το αναφέρω αυτό; Διότι ουσιαστικά το κτήριο που ταυτίστηκε με την ιστορία του Δευτέρου Γυμνασίου Πειραιώς στην οδό Αφεντούλη ήταν οικοδομημένο επί οικοπέδου που αγόρασε ο Δήμος από ιδιώτη, ενώ το ακίνητο οικοδομήθηκε μεν από χρήματα που προέκυψαν από την πώληση του σπιτιού του Ιακώβου Ράλλη, αλλά αφού προηγούμενα είχε επέλθει συμφωνία ώστε να μην τηρηθούν οι όροι της διαθήκης του. 

Έτσι όταν το 1931 εκδόθηκε ο Νόμος 5019 που έλεγε πως όλα τα ακίνητα των δήμων που προέρχονταν από δωρεές ιδιωτών για να γίνουν σχολεία, όφειλαν να περιέλθουν στην ιδιοκτησία των Σχολικών Ταμείων ήτοι του κράτους, ο νόμος σαφώς και δεν συμπεριλάμβανε το εν λόγω κτήριο που ανήκε εξ ολοκλήρου στον Δήμο. Η απόφαση του υπουργείου παιδείας την δεκαετία του '60 να το κατεδαφίσει και να οικοδομήσει στη θέση του η σημερινή σχολική μονάδα, στηρίχθηκε σε μια προγενέστερη λανθασμένη κίνηση του Δήμου Πειραιά που το ενέταξε στις διατάξεις του προαναφερομένου νόμου που έκανε λόγο μόνο για ακίνητα εκ δωρεών που εξ αρχής περιείχαν όρο να γίνουν σχολεία. Τέτοιος όρος όμως στην διαθήκη του Ι. Ράλλη δεν υπήρχε...

Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί πως αν το σπίτι του Ιακώβου Ράλλη ήταν μεγαλύτερο, τότε το Β' Γυμνάσιο θα έδρευε εξ αρχής στην οδό Άρεως (σημερινή Καραολή και Δημητρίου) και η σημερινή Δημοτική Πινακοθήκη δεν θα είχε καν υπάρξει! 

Η ιστορία της πόλης όπως πολλές φορές επαναλαμβάνω, είναι ένα γαϊτανάκι στο οποίο περιφέρονται κτήρια κι άνθρωποι, όλα άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους, τίποτα το τυχαίο και ανεξάρτητο.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:


Δεύτερο (2ο) Γυμνάσιο Αρρένων Πειραιά


ΦΡΑΓΚΗΣ ΒΕΡΝΟΥΔΑΚΗΣ. Ο ΕΡΗΜΙΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑΣ ΤΟΥ ΤΟΥΡΚΟΛΙΜΑΝΟΥ

 

Το καΐκι με το όνομα "ΤΑΜ" ("Πειραματικόν Αλιευτικόν") ήταν σχεδιασμένο και κατασκευασμένο το 1935 από τον ίδιο τον Φραγκή Βερνουδάκη και είχε καταχωρηθεί στο λεμβολόγιο του Πειραιά με αριθμό 2009.


του Στέφανου Μίλεση

Την δεκαετία του 1930 στην ακτή του Τουρκολίμανου ανάμεσα στους δεκάδες ψαράδες που ζούσαν και εργάζονταν στην ακτή, ζούσε κι ένας παράξενος ερημίτης. Έμενε σε ένα ταπεινό σπιτάκι προς το ύψωμα της ακτής, μα ενώ είχε καΐκι δεν ήταν ούτε ψαράς, μα ούτε και ψάρευε για να ζήσει. Οι γείτονές του τον είχαν για σοφό και στην πραγματικότητα τέτοιος ήταν. 

Επρόκειτο για τον Φραγκή Βερνουδάκη, που ήταν επιστήμονας ιχθυολόγος και είχε αφιερώσει τη ζωή του στη μελέτη των θαλασσών και των ειδών που ζούσαν σε αυτήν. Οι απλοϊκοί ψαράδες ήταν διχασμένοι για αυτόν. Κάποιοι επιζητούσαν την παρουσία του στα σκάφη τους για να μάθουν απίστευτα πράγματα από τη ζωή των ψαριών. Άλλοι τον θεωρούσαν τρελό πιστεύοντας πως τα πολλά γράμματα είχαν σκοτίσει το μυαλό του. Μα και οι πρώτοι που τον ήθελαν μαζί τους, σκόπευαν περισσότερο στο συμφέρον. Διότι τις ελάχιστες φορές που τον είχαν πείσει να πάει μαζί τους για ψάρεμα, τους καθοδηγούσε στο πώς να γεμίσουν τα δίχτυα τους. Κάποτε ακολούθησε το πλήρωμα ενός μεγάλου καϊκιού του Τουρκολίμανου, του ΑΓΙΟΥ ΕΥΘΥΜΙΟΥ. Έδεσε στην πρύμνη του σκάφους ένα θερμόμετρο ώστε να κρέμεται μέσα στη θάλασσα κι ύστερα έριχνε θαλασσινό νερό σε έναν δοκιμαστικό σωλήνα. Τον έβαζε στο μικροσκόπιο και έβλεπε τους γόνους των ψαριών που ζούσαν σε αυτό. Τότε δήλωνε τι είδους ψάρια θα έπιαναν, αν έριχναν εκεί τα δίχτυα τους. Έφτανε στο σημείο να καταφέρει να υπολογίσει μέχρι και την ποσότητά τους!... Έτσι είχε καταφέρει να γίνει περιζήτητος ανάμεσα στους ψαράδες της ακτής.

Ο  Φραγκής Βερνουδάκης (σε πρώτο πλάνο) με φόντο τους αλιείς που τον βοήθησαν να πιάσει καρχαρία έξω από το Λουτράκι, βάρους 420 κιλών και μήκους τριών μέτρων, ενώ το 1953 θα πιάσει έναν ίδιο έξω από τις ακτές της Αίγινας.

Ο Βερνουδάκης όμως δεν ήταν από εκείνους που μπορούσες εύκολα να πλησιάσεις καθώς η ενασχόλησή του απορροφούσε όλο του το εικοσιτετράωρο. Δεν διέθετε καιρό για χάσιμο και κοινωνικές συναναστροφές. Έλεγαν για αυτόν, πως κάποτε ήταν πλούσιος, αλλά η επιστήμη τον ώθησε να θυσιάσει όχι μόνο τα χρήματά του, αλλά και τους φίλους, την οικογένεια μέχρι και τις κοινωνικές του σχέσεις. Είχε σπουδάσει στην Γερμανία ιχθυολογία και με το σκάφος του είχε γυρίσει όλες τις θάλασσες της Μεσογείου. Πριν εγκατασταθεί στο Τουρκολίμανο, ταξίδευε για εικοσιτέσσερα χρόνια συνεχώς μελετώντας τη θαλάσσια ζωή. Είχε καταφέρει να καταγράψει 14.500 είδη ψαριών και γνώριζε κάθε λεπτομέρεια περί των ειδών τους. 

Το Τουρκολίμανο το 1938, την περίοδο όπου ζούσε και εκτελούσε τις μελέτες του εκεί ο ιχθυολόγος Φραγκής Βερνουδάκης

Με ορμητήριο πλέον το Τουρκολίμανο γύριζε τις ελληνικές θάλασσες και μόνο με έναν πόθο. Να αναπτύξει στην Ελλάδα την επιστημονική αλιεία και να επιτύχει την “βιομηχανοποίησή” της. Επιθυμούσε την απόλυτη εκμετάλλευση του ιχθυολογικού πλούτου της χώρας. Εργαζόταν με τόση μεθοδικότητα ώστε μέχρι και το καΐκι του είχε σχεδιάσει και ναυπηγήσει το 1935 ο ίδιος ώστε να διαθέτει στο κατάστρωμα του γυαλί για να βλέπει τους βυθούς και να διαθέτει τον κατάλληλο εξοπλισμό. Το είχε βαπτίσει “ΤΑΝ” ήταν λεμβολογημένο στον Λιμένα Πειραιώς, φέροντας το χαρακτηρισμό “Πειραματικόν Αλιευτικόν” (αριθμός λεμβολογίου Πειραιώς 2009).

Το σπίτι του στην ακτή το είχε διαμορφώσει σε εργαστήριό του και εκεί περνούσε τις μέρες και τις νύχτες του. Η μόνη συντροφιά που ανεχόταν ήταν του μπάρμπα Δημήτρη, ενός έμπειρου ψαρά της περιοχής. Όταν δεν εργαζόταν ο Φραγκής Βερνουδάκης διάβαζε βιβλία. Καμιά άλλη μέριμνα δεν τον απασχολούσε. Γνώριζε τα πάντα γύρω από τα ψάρια και είχε φτάσει σε σημείο να γνωρίζει πώς μπορούσε να παραχθούν χρώματα από αυτά, να παρασκευαστεί ιχθυέλαιο μέχρι και να θεραπεύσει ασθένειες. Ισχυριζόταν πως η φυματίωση που χτυπούσε ανελέητα τους ανθρώπους στην εποχή του, μπορούσε να θεραπευτεί από το λάδι του κεφαλιού του ξιφία αλλά και από το συκώτι του καρχαρία. Ισχυριζόταν ακόμα πως κάθε ασθένεια μπορούσε να θεραπευτεί από τα ιχθυέλαια που εκτός από θεραπευτικές ιδιότητες ήταν πλούσια και σε βιταμίνες. Μπορούσε να συμβουλεύσει για το πώς θα παραχθεί αλεύρι, λάδι, χρώματα, δέρματα, λιπάσματα... τα πάντα από τα ψάρια.

Ειδική συρτή σχεδιασμένη και κατασκευασμένη από τον Βερνουδάκη

Η φήμη που υπήρχε για αυτόν στην εποχή του είχε εξαπλωθεί μέχρι που το 1938 κάποιοι δημοσιογράφοι του περιοδικού “Θεατής", τον επισκέφθηκαν στο σπίτι του στο Τουρκολίμανο για να τον συναντήσουν. Τον έπεισαν να τους ανοίξει το σπίτι-εργαστήριό του, γεγονός που ήταν ιδιαίτερα δύσκολο, καθώς αποτελούσε το “μυστικό” του βασίλειο. Η πρώτη εντύπωση που αποκόμισαν μόλις εισήλθαν ήταν πραγματικά να ξαφνιαστούν από την αταξία που επικρατούσε εντός αυτού. Πάνω στα τραπέζια δεκάδες εκατοντάδες περιοδικά και βιβλία για την ιχθυολογία, γραμμένα σε όλες τις γλώσσες του κόσμου. Στους τείχους διάφορα σύνεργα αλιείας, μερικά εξ αυτών παράδοξα που χρησιμοποιούσαν σε μακρινές εκτός Ελλάδας χώρες. 

Τυφέκια για καρχαρίες και κάθε είδους δίχτυα ενώ σε ένα διπλανό δωμάτιο άπειρες μικρές φιάλες με νερό, με μικροσκοπικούς οργανισμούς θαλάσσης, με λάδι ψαριών, με χρώματα παραγόμενα από αυτά. Σε βιβλιοθήκες υπήρχαν λεξικά, εγκυκλοπαίδειες, άπειρα ντοσιέ με δικές του σημειώσεις και φυσικά βιβλία και μελέτες δικές του. Σε εκείνο το σπίτι του Τουρκολίμανου βρισκόταν κρυμμένος ένας επιστημονικός θησαυρός, που είχε συλλεχθεί ύστερα από μακροχρόνιες σπουδές και ταξίδια σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης με μοναδικό σκοπό την ιχθυολογία. 

Από τις καταγραφές του Βερνουδάκη

Ο Βερνουδάκης πληροφόρησε τους επισκέπτες του περιοδικού πως σκοπός του ήταν η δημιουργία μιας εγκυκλοπαίδειας για την αλιεία, που θα περιλάμβανε εκτός από όλα τα είδη ψαριών που υπήρχαν στις ελληνικές θάλασσες και δίχτυα, τρόπους αλιείας κλπ. Θα περιλάμβανε και τις μελέτες με τα πορίσματα του ιδίου όπως για παράδειγμα πως το περισσότερο λάδι αναλόγως του βάρος του το έχει ο σπάρος και η σαρδέλα. Οι ανακοινώσεις στις οποίες είχε προβεί στην εποχή τους, σήμερα θεωρούνται ιδιαιτέρως πολύτιμες καθώς καταγράφουν θαλάσσια ζωή που σήμερα δυστυχώς δεν υφίσταται πλέον. 

Ο Βερνουδάκης είχε καταγράψει πως στον κόλπο της Λεσσιάς, έξω από τα Μέθανα υπήρχαν σαλάχια, ξιφοειδή και καρχαριοειδή καθώς και τόνοι τεσσάρων και πέντε μέτρων! Ο συγκεκριμένος κόλπος των Μεθάνων αποτελούσε τόπο συγκέντρωσης αυτών των ειδών όταν πρόκειται να γεννήσουν. Έπειτα τον εγκατέλειπαν για να συνεχίσουν το ταξίδι τους προς τα Δαρδανέλια.

Το 1938 κατάφερε σε μια υπερπροσπάθεια να αλιεύσει έναν καρχαρία βάρους 420 κιλών και μήκους 3,5 μέτρων στην περιοχή του Λουτρακίου, ενώ ένα έτος νωρίτερα (το 1937) είχε εφεύρει εργαλείο για το ψάρεμα της συρτής. Στις διάφορες εξορμήσεις του Βερνουδάκης είχε πιάσει συνολικά 27 καρχαρίες. 

Από τις δακτυλογραφημένες μελέτες του που έφταναν μέχρι και στην καταγραφή των τιμών της αγοράς ανά περιοχή στην Ελλάδα.

Είχε καταγράψει ακόμα πως τα ψάρια αναπαράγονται όταν η θάλασσα έχει συγκεκριμένη θερμοκρασία και πυκνότητα, σε ένα βάθος, σε ένα μέρος. Κατά τον Φραγκή Βερνουδάκη "ο καλός ψαράς όφειλε να είναι καλός χημικός, κατάλληλα μορφωμένος και να διαθέτει τα σωστά εργαλεία αλιείας".

Στις 2 Ιανουαρίου 1944 από το Κάιρο υπέβαλλε υπόμνημα σχετικά με την αντιμετώπιση του επισιτισμού από την αλιεία και τον ενάλιο πλούτο. Ο πληθυσμός των πόλεων λόγω κατοχής λιμοκτονούσε τη στιγμή που ο Βερνουδάκης είχε προτείνει την ίδρυση ψαροσταθμών για την αντιμετώπισή του. Οι εισηγήσεις του είχαν βρει ανταπόκριση σε τέσσερα ελληνικά νησιά, σε Τήνο, Πάρο, Νάξο και Μύκονο. 


Παρότι τα νησιά βρίσκονται και σε αυτά σε κατοχή μέσω της οργάνωσης των τοπικών αλιέων η παραγωγή τους την περίοδο 27/1/1942 – 9/9/1943 είχε φτάσει τις 300 χιλιάδες οκάδες ψάρια τα οποία πωλούνταν στον κόσμο στην τιμή 60-480 δραχμές την οκά, όταν την ίδια εποχή στην Αθήνα πωλούνταν σε τιμή 5000 – 40.000 δραχμές την οκά! Με το σύστημα Βερνουδάκη ο πληθυσμός των τεσσάρων αυτών νησιών στην κατοχή, δεν πείνασε, παρότι οι αλιείς τους ψάρευαν με παλαιά και ακατάλληλα εργαλεία, με σάπιες κλωστές βγαλμένες από ξηλωμένα στόρια...



Ο Φραγκής Βερνουδάκης σε όλο του τον βίο υποστήριξε με πάθος πως η Ελλάδα, μια κατεξοχήν θαλασσινή χώρα, θα μπορούσε να έχει εξασφαλίσει επισιτιστική αυτοτέλεια από τη θάλασσα, να εξάγει σε όλο τον κόσμο νωπά ή επεξεργασμένα αλιεύματα αλλά και να έχει αναπτύξει βιομηχανική παραγωγή στηριγμένη στα παράγωγα των ψαριών (χρώματα, ιχθυέλαια κ.ο.κ.). 

Η παρουσία του Φραγκή Βερνουδάκη στο Τουρκολίμανο
καταγράφηκε και στις 9 Ιουλίου 1953

Οι μελέτες του υπό μορφή άρθρων και υπομνημάτων απεστάλησαν προς έκδοση σε διάφορα περιοδικά ακόμα και στον ίδιο τον Ελευθέριο Βενιζέλο προκειμένου να λάβει η επαγγελματική αλιεία τη θέση που της αξίζει να κατέχει στην Ελλάδα.  

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:


Όταν το Ελληνικό Υδροβιολογικό Ινστιτούτο, λειτουργούσε στην Φρεαττύδα



ΔΥΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΜΕ ΜΙΣΟ ΑΙΩΝΑ ΔΙΑΦΟΡΑ ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΜΑΡΙΝΑ ΤΟΥ CLAN FRASER




 

του Στέφανου Μίλεση

Τρεις παλαιοί φίλοι και συμμαθητές του 1ου Γυμνασίου Αρρένων Πειραιώς (μετέπειτα Ιωνίδειος) συναντήθηκαν το 1989 συνταξιούχοι πλέον, ύστερα από 45 χρόνια απουσίας.

Πρώτη τους δουλειά μόλις συναντήθηκαν ήταν να μεταβούν στον Θεμιστόκλειο κήπο (πρώην Τινάνειο) και να σταθούν στο δένδρο με την καρφωμένη λαμαρίνα από την έκρηξη του αγγλικού πλοίου Κλάν Φράιζερ, ύστερα από την γερμανική αεροπορική επιδρομή της 6ης Απριλίου 1941 (ημέρα κήρυξης ελληνογερμανικού πολέμο), όπως είχαν κάνει κάποτε όταν ακόμα ήταν μαθητές γυμνασίου. Είχαν αποφασίσει να βγάλουν μια ίδια φωτογραφία με εκείνη της κατοχής.

Επρόκειτο για τους Αργυρόπουλο Μιχάλη, Αγιαννίδη Μηνά και Γεωργιάδη Βασίλειο που εκτός από συμμαθητές και φίλοι υπήρξαν και γείτονες από την Δραπετσώνα. Και οι τρεις όταν ξαναβρέθηκαν ζούσαν πλέον σε διαφορετικές τοποθεσίες. Ο Αργυρόπουλος ζούσε στο Μοσχάτο συνταξιούχος Κλωστοϋφαντουργίας, χρόνια στου Ρετσίνα και μετά στο Αιγαίο), ο Αγιαννίδης στο Χαλάνδρι (συνταξιούχος Βιοτέχνης) και ο Γεωγιάδης συνταξιούχος οικοδόμος.

Τη φωτογραφία που έβγαλαν ως μαθητές ακόμα κατά την διάρκεια της κατοχής, μπροστά από τη λαμαρίνα του πλοίου, την πλήρωσαν με φουντούκια που είχαν λάβει ως συσσίτιο σχολείου. 




Να σημειωθεί πως πρόκειται για σπανιότατη φωτογραφία τόσο η πρώτη όσο και η μεταγενέστερη, με δεδομένο πως η λαμαρίνα έχει εδώ και χρόνια πέσει από το δένδρο και φυλάσσεται εντός υάλινης προθήκης στην Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά. 








ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Δύο Έλληνες προδότες οδήγησαν τα γερμανικά Στούκας στο CLAN FRASER




ΤΟ ΚΟΥΤΙ ΜΕ ΤΙΣ ΠΑΛΙΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ - ΝΑΥΤΙΚΟΙ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΠΛΟΙΩΝ

Ψάρεμα σκυλόψαρου στον Ειρηνικό ωκεανό. Πολλές οι ιστορίες των ναυτικών που στον ελεύθερο χρόνο τους έπιαναν σκυλόψαρα. 

 

του Στέφανου Μίλεση

    Αναμφίβολα σκληρή, επίπονη και κουραστική η δουλειά των ναυτικών των εμπορικών πλοίων. Και ο ελεύθερος χρόνος του ταξιδιού έδινε την ευκαιρία για καμιά φωτογραφία, κάποια εορτή στο καρέ, ψάρεμα, κατασκευή πλοίων σε μινιατούρα ή γράψιμο επιστολών για να είναι έτοιμες να ταχυδρομηθούν μόλις το πλοίο πιάσει στο λιμάνι. 

    Στον Πειραιά της μεταπολεμικής εποχής και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '70 πολλοί παράγοντες στέκονταν αιτία για να γίνει κάποιος ναυτικός. 
Πρώτη και βασικότερη ήταν η φτώχεια σε αντίθεση με τις υψηλές αποδοχές των ναυτικών. Αν δεν γινόντουσαν ναυτικοί θα μετανάστευαν για να βρουν την τύχη τους σε μακρινές και άγνωστες χώρες. Έτσι προτιμούσαν το μπάρκο. 
Δεύτερη αιτία ήταν η ναυτικοί μοίρα της οικογένειας. Παππούς, πατέρας, αδέλφια όλοι ναυτικοί, ωθούσαν και τα μικρότερα παιδιά να ακολουθήσουν τον δικό τους δρόμο. Ακόμα όμως και χωρίς παρότρυνση όταν ακούς από την παιδική ηλικία ιστορίες ναυτικών περιμένεις με αγωνία το πρώτο σου μπάρκο...
Τέλος τρίτη αιτία η αγάπη για τα ταξίδια και η ζωή που φάνταζε περιπετειώδης συγκριτικά με την ανιαρή και μονότονη ζωή ενός υπαλλήλου. Αν και η συγκεκριμένη στάθηκε σε ποσοστό η μικρότερη αιτία ναυτολόγησης, χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στις διαφημίσεις στις οποίες επικρατούσε το σύνθημα "Γίνε ναυτικός, ένα επάγγελμα χωρίς σύνορα"... 
Βέβαια πάντα υπήρχε η νοσταλγία του σπιτιού και της οικογένειας.


21 Ιουνίου 1957 - Στο κατάστρωμα του S/S PEGASUS ο τρίτος μηχανικός, ο καμαρότος και ο ναύτης.  






1976 - Ο Πρώτος Μηχανικός στο γραφείο του

1958 Το πλοίο στο λιμάνι, προετοιμασία για έξοδο


15 Ιουνίου 1958 - Εργασία στα βίντζια 

12 Σεπτεμβρίου 1971 - Στο μηχανοστάσιο του M/V MISS MARIETTA με προορισμό την Βενεζουέλα. 


ΓΙΝΕ ΝΑΥΤΙΚΟΣ, ένα επάγγελμα χωρίς σύνορα (1976)


Κατασκευή ξύλινου μοντέλου πλοίου στον ελεύθερο χρόνο





Ναυτικά φυλλάδια αριστερά του 1929, δεξιά μέσα δεκαετίας 1930



(Πάνω και κάτω) εργασία στις βάρκες. Τρίτος Μηχανικός, Ανθυποπλοίαρχος, ένας καμαρότος και ένας ναύτης



1971 - Οικογένεια ναυτικού στο πλοίου. Από την εορτή των γενεθλίων του μικρού Γιάννη

Ναυτική Εστία Αμβέρσας (International Seamen's House) σε επιστολικό Δελτάριο που φέρει ημερομηνία 17 Αυγούστου 1959. Οι Έλληνες ναυτικοί πάντοτε έμεναν εντυπωσιασμένοι από την Ναυτική Εστία της Αμβέρσας. Το εντυπωσιακό όμως είναι ότι η Ναυτική Εστία Πειραιώς που οικοδομήθηκε την δεκαετία του 1970 είχε ως πρότυπο εκείνη της Αμβέρσας. 


3 Σεπτεμβρίου 1970 - Στη Λίμνη Τομπάτα στο Αομόρ της Ιαπωνίας. Θεωρείται μια από τις πλέον διάσημες λίμνες της χώρας.

Από την Φιλαδέλφεια: "Σεβαστοί μου γονείς, από υγεία είμαι καλά το αυτό επιθυμώ να μαθαίνω και δια εσάς. Σήμερα που σας γράφω και σας στέλνω αυτή την κάρτα αναχωρούμε για την Ιαπωνία. Επί τη ευκαιρία των άγιων ημερών του Πάσχα σας εύχομαι τα βάθη της ψυχής μου...ο υιός σας..."

Και μια καρτ ποστάλ με πορεία από την Ελλάδα προς τον ναυτικό που ταξιδεύει.
Φέρει ημερομηνία 21 Μαΐου 1964 και την ένδειξη της τοποθεσίας "Όρμος Κουμουνδούρου".

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:


Ναυτική Σχολή ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ (αποχαιρετισμός μιας εποχής)




ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΒΕΛΛΙΑΝΙΤΗΣ: ΜΙΑ ΣΠΟΥΔΑΙΑ ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ

 


του Στέφανου Μίλεση


Ο Θεόδωρος Βελλιανίτης (1863 - 1934) γεννήθηκε στον Πειραιά το 1863. Έγινε γνωστός στην εποχή του ως δημοσιογράφος, συγγραφέας, ποιητής, λογοτέχνης, ανταποκριτής, μεταφραστής, και συνεργάτης σχεδόν όλων των εντύπων που κυκλοφορούσαν. Ωστόσο έμεινε να θεωρείται Επτανήσιος καθώς οι γονείς του κατάγονταν από τους Παξούς. Σπουδαιότερος ίσως λόγος επικράτησης της “επτανησιακής” του καταγωγής, ήταν πως ο ίδιος αργότερα εκλέχθηκε Βουλευτής Παξών επί σειρά ετών.

Ο Βελλιανίτης βρέθηκε μαθητής στο Γυμνάσιο Αρρένων Πειραιώς (μετέπειτα Ιωνίδειο), αλλά δεν αποφοίτησε από αυτό διότι αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα υγείας το οποίο τον ανάγκασε να μεταβεί στη Ρωσία. Συγκεκριμένα τον Ιούλιο του 1878 σε ηλικία 15 ετών έφηβος ακόμα, ταξίδευσε μόνος του με προορισμό την Μόσχα, ύστερα από παρότρυνση του μεγάλου του αδελφού, προκειμένου να αντιμετωπίσει πρόβλημα που τον βασάνιζε (χωρίς να αναφερθεί ποίο ήταν αυτό), αφού όλοι οι ιατροί τον παρότρυναν περί αυτού του ταξιδιού. Ο ίδιος αργότερα κατέγραψε την εμπειρία του αυτή στην Εφημερίδα «Ακρόπολις». «Ήτο Ιούλιος του 1878, ήμην έφηβος έτι, και εταξείδεον πρώτην φοράν μόνος. Είχον ασθενήσει, και οι ιατροί συνεβούλευσαν ταξείδιον, ο δε πρεσβύτερος αδελφός μου, θέσας δράκα χρυσών νομισμάτων εντός περικνημίδος, κατά παλαιάν ηπειρωτικήν συνήθεια, και κρεμάσας αυτήν εν τω τραχήλω μου, μοι συνέστησε φρόνησιν και με ετοποθέτησεν εν τη αναχωρούση δια Μόσχαν αμαξοστοιχία. Την Μόσχαν πρώτην φοράν επεσκεπτόμην». Στη Ρωσία εκτός των σπουδών του καταπιάστηκε με ζήλο στη μελέτη της Ρωσικής λογοτεχνίας και θεωρήθηκε αυθεντία σε αυτήν.

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1884, νέος άνδρας ούτε είκοσι ετών ακόμη δεν ήταν, καταπιάστηκε με το έργο της συγγραφής. Όμως κανένα έντυπο δεν δημοσίευε τα κείμενά του. “Φαίνεται πως οι διευθυντές των εφημερίδων” έγραψε “χωρίς να διαβάσουν τα χειρόγραφά μας, τα έριχναν στο καλάθι των αχρήστων...”. Τότε σκέφτηκε να καταφύγει σε ένα τέχνασμα που ο ίδιος αργότερα περιέγραψε “...εθεώρησα πρέπον να φορτώσω ενίοτε εις την ράχην Ρώσσων ποιητών πτωχά τινα ποιήματά μου και να τα δημοσιεύσω ως μεταφράσεις εκ της ρωσσικής. Η ρωσσική λογοτεχνία ήτο άγνωστος γη δια την Ελλάδα. Τα ποιήματα ταύτα απήγγειλα κατά πρώτον ως μεταφράσεις, εις την αίθουσαν της κυρίας Ελένης Βλάχου, την μόνην φιλολογικήν αίθουσαν της εποχής. Κατόπιν δε και εις τον «Παρνασσόν»».


Έτσι καθιερώθηκε κατά κάποιο τρόπο ως ειδικός περί της ρωσικής ζωής και λογοτεχνίας. Κατέγραφε τις εντυπώσεις και ενθυμήσεις του, από την εποχή που ζούσε στη Ρωσία, στο περιοδικό ΕΣΤΙΑ και στην εφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ του Βλάση Γαβριλίδη. Σταδιακά επέκτεινε τη θεματολογία του και στη λογοτεχνία, κύρια στην ποίηση. Τα ποιήματα, έργα των εφηβικών του χρόνων, δημοσιεύονται στα περιοδικά «Αττικόν Μουσείον», «Απόλλων» «Ποικίλη Στοά» κ.α. Πολλά συνοδεύονται από την ένδειξη Εν Μουνυχία δηλαδή είναι γραμμένα στο Πασαλιμάνι, το οποίο από μια λάθος ιστορική εκτίμηση της εποχής, αποκαλούν Μουνυχία. Λιγότερα φέρουν την ένδειξη εν Παξοί. Ο ίδιος ωστόσο αρνείται να δηλώσει πεισματικά να φέρει και τον τίτλο του ποιητή. Έκπληξη προκαλεί μάλιστα η εισαγωγή έργων του με το ερώτημα «Αν ήμουν ποιητής θα έγραφα…». 

1906 - Λεμβοδρομίες στο Νέο Φάληρο


Καθιερώνεται ως αρθρογράφος, ποιητής και ιστορικός κύρια στις εφημερίδες ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ, ΑΣΤΥ και ΕΦΗΜΕΡΙΣ του Κορομηλά. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει εφημερίδα ή περιοδικό της εποχής του που να μη φιλοξενεί άρθρα του. Οι μελετητές και ιστορικοί ερευνητές των παλαιών εφημερίδων εκπλήσσονται με τον τεράστιο αριθμό άρθρων του που δημοσιεύονταν. Δικά του άρθρα φιλοξενούνται μέχρι και στον γαλλόφωνο “Αγγελιαφόρο των Αθηνών”. Στην εποχή του θεωρείτο άνθρωπος πολυμαθής, γλωσσομαθής με τεράστιες εγκυκλοπαιδικές γνώσεις. Όσοι τον γνώρισαν τον περιγράφουν ως άνθρωπο που μόνο διάβαζε και έγραφε. Όλο το πάθος της ζωής του ήταν στα βιβλία. Στην ανάγνωση και στη συγγραφή τους.

To 1886 βρίσκεται στο στρατό ως επιστρατευμένος. Τέτοιες επιστρατεύσεις είναι συχνές στην τόσο ταραγμένη εποχή του και μάλλον γίνονται άνευ λόγου καθώς τελικώς οι στρατευμένοι σύντομα επιστρέφουν στα σπίτια τους. Ο διαρκώς επιστρατευμένος Βελλιανίτης γράφει: “Διεξάγουμε έναν ακόμα ειρηνοπόλεμο!... Διότι αν και σκοπός της επιστράτευσης είναι ο πόλεμος, εμείς ως κράτος επ' ουδενί σκεπτόμαστε να διεξάγουμε τέτοιο. Η επιστράτευση τόσων ανθρώπων χωρίς πολεμικό σκοπό, αποτελεί μοναδικό φαινόμενο στην στρατιωτική ιστορία των Εθνών, που μάλλον η Ελλάς ανακάλυψε...”. (Εφημερίδα «ΑΘΗΝΑΙ», 7 Δεκεμβρίου 1915).


Καλοκαίρι 1893 - Ποτέ άλλοτε τόσες προσωπικότητες σε μια φωτογραφία
Από τα αριστερά στα δεξιά καθήμενοι οι: Θεόδωρος Βελλιανίτης, Περρής (τυπογράφος), Ν. Πολίτης, Στέφανος Στεφάνου, Μιχαήλ Λάμπρος, Γ. Σουρής, Εμμ. Ροΐδης, Εμμ. Λυκούδης
Όρθιοι: Ψυχάρης, Δ. Κακλαμάνος, Κασδόνης (Διευθυντής Βιβλιοπωλείου ΕΣΤΙΑ), Γ. Βλαχογιάννης, Γ. Δροσίνης, Γρ. Ξενόπουλος


Στην πολιτική σκηνή εμφανίστηκε ως υποστηρικτής του Χαρίλαου Τρικούπη στο συνδυασμό του οποίου κατέβηκε το 1895 και εκλέχθηκε Βουλευτής Παξών στην ηλικία των 32 ετών. Μετά τον θάνατο του Τρικούπη, ακολούθησε τον Θεόδωρο Δηλιγιάννη μέχρι το 1904 που ήρθε σε ρήξη μαζί του εξαιτίας μια διαφωνίας, ωστόσο δεν σταμάτησε να ασχολείται με την πολιτική. Το 1896 διετέλεσε Αντιπρόεδρος της Βουλής.

Το 1906 ανέλαβε γενικός διευθυντής των Τ.Τ.Τ. (Ταχυδρομείο, Τηλεγραφείο, Τηλεφωνείο), όπου επέφερε εκσυγχρονισμό και μεταρρυθμίσεις στη λειτουργία του με συστήματα που εισήγαγε από Βέλγιο, Ελβετία και Γαλλία όπου είχε μεταβεί προς μελέτη λειτουργίας των αντίστοιχων οργανισμών τους. Ήταν τόσο αγαπητός στους υφισταμένους του, που κάθε έτος στα γενέθλιά του, αντιπροσωπεία Τριατατικών υπαλλήλων επισκέπτονταν την οικία του για να τον συγχαρούν και να προσφέρουν δώρα. Ως Γενικός Διευθυντής πέτυχε για πρώτη φορά το 1907, την πρόσληψη γυναικών τηλεφωνητριών στην υπηρεσία των Τ.Τ.Τ. Η πρόσληψη αυτή τάραξε τα ήθη τις εποχής, αλλά έκτοτε άνοιξε τον δρόμο για την πρόσληψη γυναικών σε θέσεις υπηρεσιών και δημοσίου συμφέροντος στην Ελλάδα. “Η εισαγωγή γυναικών στην υπηρεσία δεν ήταν δική μου επινόηση” έγραψε. “Πριν από 35 χρόνια που ζούσα στην Ρωσία έβλεπα στις υπηρεσίες της γυναίκες. Μια χειμωνιάτικη ημέρα μπήκα στο γραφείο του Γεωργίου Θεοτόκη και του ανέπτυξα τις σκέψεις μου περί του θέματος, προβάλλοντας το θέλγητρο του νεωτερισμού... Συνέταξα το νομοσχέδιο των τηλεφωνητριών που υποβλήθηκε στην Βουλή. Το νομοσχέδιο συνάντησε τρομερή αντίδραση. Αντίθετοι βρέθηκαν οι περισσότεροι των κορυφαίων βουλευτών καθώς έβρισκαν πως ο νεωτερισμός αυτός θα έθιγε τις ιερές παραδόσεις της οικογενειακής αγνότητας. Για να ματαιώσουν την εφαρμογή του όρισαν μισθό για τις γυναίκες αντί των ποσών των 90 και των 120 δραχμών, μόνο 50 δραχμές μηνιαίως, ενώ στις καθαρίστριες του τηλεφωνικού κέντρου ο μισθός που είχε οριστεί ήταν των 60 δραχμών!... Με τη μισθοδοσία αυτή πίστευαν ότι τελικώς δεν θα προσέρχονταν για τηλεφωνήτριες οι γυναίκες και έτσι η υπόθεση θα έληγε. Οι προσδοκίες τους όμως δεν πραγματοποιήθηκαν. Οι τηλεφωνήτριες προσήλθαν και ανέλαβαν υπηρεσία...” (Εφημερίδα «ΑΘΗΝΑΙ», 21 Σεπτεμβρίου 1917).

Σκίτσο Θ. Βελλιανίτη

Το 1915 τον συναντούμε παράλληλα με τα καθήκοντά του και ως διευθυντή της ημερήσιας Εφημερίδας «ΑΘΗΝΑΙ» του Γεωργίου Πωπ. Το 1916 καταλαμβάνει τη θέση του Γεωργίου Θεοτόκη που απεβίωσε, ως βουλευτής Κέρκυρας. Το 1920 έλαβε μέρος μαζί με τον Μιχαλακόπουλο στη διασυμμαχική κοινοβουλευτική διάσκεψη στο Παρίσι. Το 1924 διετέλεσε Υπουργός Εκκλησιαστικών και Δημόσιας Εκπαίδευσης στην Κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη.


Ο Βελλιανίτης σε όλη του τη ζωή αρθρογραφούσε για τα πάντα. Έφηβος στην Ρωσία έγραφε ποιήματα για τον Πειραιά, ως πολιτικός έγραφε για τα ταξίδια του στην Ρωσία και ως Υπουργός μετέπειτα αρθρογραφούσε σε εφημερίδες γράφοντας για τον πρώτο Έλληνα αεροπόρο τον Καμπέρο της Φρεαττύδας, για την παλαιά Αθήνα και για πολλές φυσιογνωμίες της εποχής του.

Το σπίτι όπου διέμενε προς το τέλος της ζωής του βρισκόταν στην οδό Αχαρνών στην Αθήνα ήταν με ενοίκιο, το οποίο πλήρωνε ενοικιάζοντας μια άλλη δική του οικία (πιθανότατα αυτή του Παλαιού Φαλήρου). Ένα πρόβλημα που πάντα αντιμετώπιζε σε αυτή την ιδιόμορφη σχέση ήταν πως την ημέρα που ήταν να εισπράξει το ενοίκιο, ο ενοικιαστής του δεν πήγαινε, αντίθετα από τον εισπράκτορα του δικού του ενοικίου, που τον επισκεπτόταν πάντα με ακρίβεια στην οριζόμενη ημερομηνία.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έπασχε από καρδιακό νόσημα, αλλά παρόλα αυτά συνέχιζε να καπνίζει και να γράφει μέρα και νύχτα κλεισμένος στο γραφείο του. Συχνά αποτύπωνε τις αναμνήσεις του σε μορφή άρθρων, για την εποχή που ζούσε ακόμα στον Πειραιά. Θυμόταν τα παιδικά του χρόνια και την όψη που παρουσίαζε ο Πειραιάς όταν ακόμα ανάμεσα στα σπίτια υπήρχαν χωράφια, όταν η Φρεαττύδα ήταν εξοχή και ο λόφος της Καστέλλας ερημότοπος!...Από τις μοναδικές του αφηγήσεις έχουν διασωθεί σε μας σήμερα σπάνιες περιγραφές για περιοχές του Πειραιά, όπως τη σημερινή πλατεία Κοραή που ο Βελλιανίτης την πρόλαβε χέρσο χωράφι με κακοτράχαλη επιφάνεια. Οι εικόνες του προέρχονταν από τον Πειραιά της περιόδου 1870 – 1878, αφού μετά αναχώρησε για την Ρωσία. Με την επιστροφή του έμεινε στο Παλαιό Φάληρο, αλλά από το παράθυρό του έβλεπε, όπως ο ίδιος έγραψε, την Καστέλλα και αναλογιζόμενος την παιδική του ηλικία ένιωθε την ανάγκη να επισκέπτεται τον Πειραιά κάνοντας τις όποιες συγκρίσεις με την πόλη της παιδικής του ηλικίας.

Λιμάνι Πειραιά 1906, όταν ατμός και ιστία συνυπήρχαν ακόμα

Ο Βελλιανίτης όταν πέθανε το 1934 άφησε πίσω του μια σπάνια σε ποσότητα και ποιότητα βιβλίων βιβλιοθήκη. Σε πολλά από τα βιβλία του έλειπαν σελίδες, καθώς όταν τα δάνειζε σε φίλους του, αυτοί έκοβαν τις σελίδες τους για να κρατήσουν θέματα που τους ενδιέφεραν. Ο Βελλιανίτης όταν ζούσε περιέγραφε για αυτό ακριβώς το λόγο τους φίλους του ως τεμπέληδες, διότι βαριόντουσαν να αντιγράψουν αυτά που ήθελαν και προτιμούσαν να λεηλατήσουν τα βιβλία του. Εκτός από τη μεγάλη συλλογή βιβλίων που διέθετε ο Βελλιανίτης ήταν και συλλέκτης πινάκων ζωγραφικής αλλά και επίπλων με περίτεχνα σκαλίσματα, πραγματικά έργα τέχνης.

Κάποια στιγμή στο τέλος της ζωής του αποφάσισε να τα πουλήσει όλα και με τα χρήματα να εγκατασταθεί στο Παρίσι. Διαπραγματεύτηκε την πώλησή τους σε εκτιμητή και έλαβε προσφορά 300 χιλιάδων δραχμών. Μόλις όμως ήταν έτοιμος να υπογράψει τη συμφωνία υπαναχώρησε σχεδόν κλαίγοντας. Του ήταν αδύνατον να αποχωριστεί όλα εκείνα τα αντικείμενα που συνέλεγε μια ολόκληρη ζωή. Ακύρωσε έτσι την τελευταία στιγμή την πώληση αλλά και τη μετακόμισή του στο Παρίσι. Όταν πέθανε στην κηδεία του τον συνόδευσαν μόνο η γυναίκα του και μερικοί συγγενείς.


Διαβάστε επίσης:


Οι παιδικές μου αναμνήσεις (του Θεόδωρου Βελλιανίτη)


Όταν ο Χόβαρτ απειλούσε απόβαση στην Φρεαττύδα


"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"