Στην Φαληρική Ταραντέλλα (Από το Μετς στο Φάληρο)

Μοναδική φωτογραφία που απεικονίζει στιγμή από την σκηνή της Ταραντέλας του Νέου Φαλήρου.  Πάνω στην σκηνή επικρατούν οι κυρίες, ενώ κάτω επικρατούν άνδρες, που άπαντες  φέρουν στο κεφάλι ψαθάκια. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως οι παραστάσεις ξεκινούσαν από νωρίς το απόγευμα όπου ο καλοκαιρινός ήλιος έκαιγε δυνατά. Στην βάση της σκηνής διαβάζουμε πως προσφέρεται ΓΡΑΝΙΤΑ

Του Στέφανου Μίλεση


 Αρχικά το όνομα "Ταραντέλλα" ήταν γνωστό στην Ελλάδα, από τον κυκλικό χορό που ήταν δημοφιλής στην περιοχή του Τάραντα και του Λέτσε στην Ιταλία. Επρόκειτο για έναν χορό στον οποίο οι χορευτές (συνήθως γυναίκες) έπεφταν σε έκσταση κινήσεων προκειμένου σύμφωνα με την παράδοση να θεραπευτούν από το τσίμπημα της αράχνης "ταραντέλλας". Κατά τον εκστασιακό αυτό χορό, συχνά αποκάλυπταν γυμνά μέρη του σώματός τους προσελκύοντας τα ανδρικά βλέματα. 

Το 1868 ήταν η χρονιά που η Αθήνα άκουσε για πρώτη φορά την ονομασία "Ταραντέλα"! Φυσικά ως όνομα το γνώριζε από τον προναφερόμενο ιταλικό τύπο χορού, αλλά ουδέποτε το είχε ακούσει ως ονομασία σκηνής! 


 Μια οικογένεια Βοημών (έτσι οι ίδιοι αυτοπροσδιορίστηκαν) εγκατέστησε ένα κυκλικό κιόσκι -όχι στο Νέο Φάληρο φυσικά που ακόμη δεν υπήρχε- αλλά στο Μετς στο Άντρο των Νυμφών. Κι αυτό το κιόσκι ονομάστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα "Ταραντέλλα"!


Υπεύθυνος για τα προγράμματα που θα παρουσίαζε εκείνη η πρώτη Ταραντέλλα του Μετς ήταν ένας ζαχαροπλάστης ο Σκαρλάτος. Αυτός πληροφόρησε το κοινό πως εκεί θα έβλεπε πρωτοφανή θεάματα.

"Αι παραστάσεις αρχίζουν το απόγευμα και τελειώνουν το μεσονύκτιον" ανήγγειλε ο Σκαρλάτος με μεγάλα γράμματα πάνω σε μια επιφάνεια, γράμματα που ήταν γραμμένα από βάμα ιωδίου ελλείψει προφανώς μπογιάς!


Οι εφημερίδες της εποχής πάσχιζαν να εξηγήσουν την ονομασία της "Ταραντέλλας"! Έγραφαν πως όπως φωνάζουμε μια γυναίκα κακόγουστα στολισμένη "καρνάβαλο" δεν εννοούμε πως η γυναίκα είναι στην πραγματικότητα καρνάβαλος!

 Έτσι και η "Ταραντέλλα" δεν είναι η σκηνή που χορεύουν τον παράξενο ιταλικό χορό του "δαγκώματος της αράχνης" της Νάπολης, αλλά ένα ποικίλο μουσικοχορευτικό πρόγραμμα με πολλά απρόοπτα.

Ο Σκαρλάτος σύντομα εγκατέλειψε τον ρόλο του θεατρώνη καθώς θεώρησε πως τα μέλη του θιάσου ήταν απαιτητικά και ιμπρεσσάριοι ανέλαβαν οι Λεωνίδας και Γιώργος Ντούνης


Η Πενταροβόληση:

Γενικά οφείλουμε να πούμε πως όταν οι Αθηναίοι παρακολούθησαν εκείνες τις πρώτες παραστάσεις της Ταραντέλας στο Μετς έμειναν δυσαρεστημένοι. Έτσι αντί να ρίξουν το αντίτιμο της παράστασης που ήταν μια πεντάρα στον δίσκο που περιφερόταν όπως στην εκκλησία, τις έριχναν πάνω στην σκηνή της Ταραντέλας. Λέγεται πως μια αλλοδαπή αρτίστρια της Ταραντέλας η Λατιμέ, εγκατέλειψε τότε την χώρα μας έχοντας συγκεντρώσει πολλά κέρματα πεντάρες, δίλεπτα και μονόλεπτα όχι ως αμοιβή αλλά από την αγανάκτηση των θεατών που το εκσφενδόνιζαν επί σκηνής!

Μέχρι που ο Αχ. Παράσχος έγραψε τόσα για το επικίνδυνο μεταξύ άλλων άθλημα της "πενταροβόλησης" που οι θεατές έπαψαν να πετούν πεντάρες που πολύ αργότερα βέβαια θα αντικαταστήσουν με το γνωστό μαξιλάρωμα!

Στο μεταξύ θα κλείσει η "Ταραντέλλα" στο Μετς αλλά την θέση της θα λάβει μια άλλη στην περιοχή Αλυσίδα (τέρμα της οδού Πατησίων).

Γρήγορα όμως, αμέσως μετά την καθιέρωση του όρου, το πρόγραμμά της ουδεμία σχέση είχε με τον ιταλικό παραδοσιακό χορό, αλλά με ένα πρόγραμμα τύπου "βαριετέ".


Έκτοτε επικράτησε κάθε κιόσκι να ονομαστεί "Ταραντέλα" εάν προσέφερε συγκεκριμένο πρόγραμμα βαριετέ και διέθετε περίμετρο μεγαλύτερη από τα κοινά κιόσκια της εποχής, στα οποία παιάνιζαν συνήθως διάφορες φιλαρμονικές.

Από την δημιουργία του σύγχρονου ελληνικού κράτους κιόσκια υπήρχαν πολλά καθώς ήταν διαδεδομένα σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες ως τοποθεσίες στις οποίες ανέβαιναν οι Φιλαρμονικές και έπαιζαν για τον κόσμο. Ανάλογο κιόσκι υπήρχε μεταξύ άλλων και στον Πειραιά, που είχαν κατασκευάσει οι Γάλλοι την περίοδο της Γαλλικής Κατοχής της πόλης  (1854-58) και είχαν τοποθετήσει εντός του κήπου που οι ίδιοι κατασκεύασαν (Τινάνειος κήπος). Όμως ουδέποτε το συγκεκριμένο κιόσκι ονομάστηκε "Ταραντέλα" καθώς ήταν μικρό ως προς την περίμεντρο της κυκλικής του σκηνής και φιλοξενούσε μόνο φιλαρμονικές.  


Κιόσκι στον Πειραιά εντός του Τινάνειου Κήπου στο οποίο παιανίζει η μουσική της Γαλλικής ναυτικής μοίρας.  Το κιόσκι αυτό, παρότι ήταν όμοιο με το αρχικό του Νέου Φαλήρου, ουδέποτε χαρακτηρίστηκε ως "Ταραντέλλα" καθώς δεν ανέβασε παραστάσεις αναλόγου περιεχομένου



Η μεταπολεμική Ταραντέλλα στο Νέο Φάληρο.
(Έργο του Γ. Μανουσάκη 1953)


Η Ταραντέλα στο Νέο Φάληρο:

Τον Ιούνιο του 1903 ήταν που ξεκίνησε και στο Νέο Φάληρο τη λειτουργία του, το ξενοδοχείο ΑΚΤΑΙΟΝ. Μπροστά από το ξενοδοχείο ο Πάνος Καραθανασόπουλος είχε προβλέψει από τον σχεδιασμό του, να υπάρχει και μια παραθαλάσσιο ξύλινο κιόσκι προκειμένου να παίζει μουσική η ορχήστρα του ίδιου του ξενοδοχείου.




Ζο-Ζο ο Σκυλάνθρωπος:

Ωστόσο το κιόσκι αυτό μετά τη μουσική της φιλαρμονικής του Ρώσικου στόλου που παιάνιζε εκεί, το επόμενο καλοκαίρι δεν υπήρχε καν μουσική ή χορός, αλλά παρουσιαζόταν ο Ζο-Ζο ένας σκυλάνθρωπος που προσέλκυε πλήθη κόσμου για να δουν από κοντά την αφύσικη εμφάνισή του.

Το 1904 παρουσιάστηκε για πρώτη φορά ιταλικό πρόγραμμα με ποικιλία και νούμερα. Ο επιχειρηματίας του ΑΚΤΑΙΟΝ Ιωάννης Γκρέκας γνωρίζοντας την επιτυχία που είχε στο παρελθόν η Ταραντέλα του Λόφου των Νυμφών αλλά και της Αλυσίδας, αποκάλεσε το κιόσκι του ξενοδοχείο με αυτό το όνομα. Έφερε και "ιταλικό θίασο" (δεν γνωρίζουμε εάν στο σύνολό του ήταν πραγματικά ιταλικός) καθώς στα προγράμματα της παράστασης πλην της αρτίστας Μιμή Τζιοβανίνας, αποφεύγονταν να αναγραφούν οι υπόλοιπες αρτίστες.

Κι αυτό εξαιτίας της περιφρόνησης που επικρατούσε τότε στην ελληνική κοινωνία για τους ηθοποιούς, τους τραγουδιστές και γενικά όλους τους καλλιτέχνες, αποφεύγονταν στις αναγγελίες προγραμμάτων να γράφουν ονόματα ενώ σε όσα έγραφαν έβαζαν ψεύτικα (τα λεγόμενα "καλλιτεχνικά") ή τα αρχικά τους μόνο (π.χ. Γ.Ε.). 


Πρόγραμμα Ταραντέλας Νέου Φαλήρου 1904


Γνωστή λάθος έτος, για λάθος λόγους:

Ωστόσο το 1908 η Ταραντέλα του Νέου Φαλήρου έγινε γνωστή σε όλο τον κόσμο και ίσως γι΄ αυτό καταγράφηκε λανθασμένα ως έτος έναρξης λειτουργίας της, καθώς εισήγαγε νέα ήθη στην λειτουργία της. Συγκεκριμένα τον Ιούνιο του 1908 τοποθέτησαν δίπλα στο κιόσκι της Ταραντέλας κι ένα Λούνα Παρκ με αποτέλεσμα ακόμη περισσότερος κόσμος να συγκεντρωθεί στο σημείο εκείνο.

Σκοποβολή δίπλα από την Ταραντέλα στο Λούνα Παρκ του Νέου Φαλήρου




Οι τρεις Ταραντέλες και το ερώτημα ποία η καλύτερη;

Την ίδια εποχή ξεκίνησε την λειτουργία της και μια τρίτη σκηνή τύπου "Ταραντέλας" στο Ζάππειο. Έτσι στο κέντρο λειτουργούσαν παράλληλα τα καλοκαίρια τρεις "Ταραντέλες". Της Αλυσίδας, του Ζαππείου και του Νέου Φαλήρου.




Ως προς την απάντηση στο ερώτημα ποια από τις τρεις Ταραντέλες ήταν η καλύτερη, η απάντηση δίνεται από τις εφημερίδες που γράφουν:

Καλές είναι και οι τρεις, αλλά υπό έναν όρο!
Να δεθούν μεταξύ τους εκείνες της Αλυσίδας και του Ζαππείου
Και να κατέβουν το Φάληρο!

Όταν ο κορυφαίος ταλαντούχος μουσουργός Σπυρίδων Καίσαρης το 1912 θα επιστρέψει από την Γαλλία όπου είχε πάει για να μελετήσει την λειτουργία των πνευστών οργάνων θα αναλάβει την διδασκαλία και την διεύθυνση της ορχήστρας πνευστών οργάνων του "Ορφανοτροφείο Αρρένων Πειραιώς Έλενας Νικήτα Ζαννή", την Φιλαρμονική του Δήμου Πειραιώς και ενός μουσικού τμήματος του "Πειραϊκού Συνδέσμου". Την εποχή εκείνη από τις συνεχείς καθόδους του στον Πειραιά θα γνωρίσει το Νέο Φάληρο το οποίο βρισκόταν στην ακμή της δόξας του με τα όμορφα αρχοντικά σπίτια του, την εξέδρα του και την Ταραντέλα του.




Αναλαμβάνει λοιπόν την παρουσίαση μουσικών θεμάτων έχοντας κάθε φορά μουσικούς από τα διαφορετικά σχήματα που διεύθυνε αλλά και με την Στρατιωτική μπάντα της οποίας ήταν μαέστρος.



   Οι θεατές τις καλές εποχές της Ταραντέλλας κάθονταν σε τραπεζάκια γύρω από αυτήν και έπαιρναν τα ποτά τους και τα αναψυκτικά τους. 

Ο Βασίλης Αττικός αναφέρει πως διαφορά στην τιμή δεν υπήρχε και η χρέωση ήταν η ίδια με εκείνη των κοινών ζαχαροπλαστείων. Τα χρήματα όμως για το προσφερόμενο θέαμα έβγαιναν, όταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα, οι αρτίστριες κατέβαιναν κάτω και περιφέρονταν ανάμεσα στα τραπεζάκια με έναν δίσκο στο χέρι. Σ΄ αυτόν οι θεατές πέταγαν συνήθως μια πεντάρα, ενώ οι πλούσιοι μια δεκάρα. 

Αρτίστες από το εξωτερικό κατάκλυζαν την σκηνή συνήθως με χορευτικά νούμερα ενώ άλλες με συνοδεία μουσικής τραγουδούσαν στίχους που είχαν πικάντικο περιεχόμενο, για όσους βέβαια μπορούσαν να καταλάβουν.




Στο κέντρο της Αλυσίδας παρουσιάζονταν τα πιο τολμηρά νούμερα! Γιαυτό και εκεί απέφευγαν να πηγαίνουν γυναίκες και παιδιά. Όταν μάλιστα εκεί οι αρτίστες κατέβαιναν με τον δίσκο ανάμεσα στους θεατές δεν έλειπαν και οι πρόστυχες χειρονομίες και οι τσιμπιές. 





Σε αντίθεση η Ταραντέλλα του Ζαππείου περιλάμβανε τα πιο εκλεπτισμένα νούμερα. Όσο για τα νούμερα του Νέου Φαλήρου διέφεραν ριζικά από το ένα καλοκαίρι στο άλλο, τόσο, που η Ταραντέλα του Νέου Φαλήρου δεν ανήκε ούτε στο επίπεδο της Αλυσίδας αλλά ούτε σε εκείνο του Ζαππείου.


Η Ταραντέλλα του Ζαππείου σε αντίθεση με της Αλυσίδας, κινείτο με επιλεγμένο πρόγραμμα
κατάλληλο για τις οικογένειες

Και ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις τρεις Ταραντέλλες ήταν για κάποιο διάστημα σκληρός, μέχρι που ο επιχειρηματίας Κουρμαλίδης άνοιξε ένα ζαχαροπλαστείο στη γωνία Σταδίου και Πεσματζόγλου που αντί για γκαρσόνια προσέλαβε για πρώτη φορά στην Ελλάδα γυναίκες να σερβίρουν! Τοποθέτησε και στο πατάρι του μαγαζιού μπιλιάρδα και μάζεψε τους πάντες.

Ουρές ήταν οι άνδρες έξω από το μαγαζί του μέχρι που μια ημέρα το μαγαζί έκλεισε με εντολή της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθηνών λόγω προσβολής των Ηθών! Τόσο μεγάλος ήταν ο ανταγωνισμός. 


Από το αρχείο της ΕΡΤ - 1923
Στην Ταραντέλα του Νέου Φαλήρου έκαναν για πρώτη φορά την εμφάνισή τους η μικρή σε ηλικία Γεωργία Βασιλειάδου όπως κι αργότερα οι μικρές Άννα και Μαρία Καλουτά (τα γνωστά Καλουτάκια) που έμεναν μάλιστα και στο Νέο Φάληρο.



Οι αδελφές Άννα και Μαρία Καλουτά (τα Καλουτάκια) το 1930

Μια από τις απεικονίσεις της Ταραντέλας την δεκαετία του '50
Η Ταραντέλλα του Νέου Φαλήρου εξελίχθηκε σε ένα κτίσμα με τσιμεντένια βάση και κυκλική υαλοκατασκευή, σε αντικατάσταση της προγενέστερης που ήταν σαφώς μικρότερη. 

Τα τελευταία χρόνια λειτουργούσε υπό την διεύθυνση της οικογένειας Χαλκιά ως θερινή ταβέρνα, έχοντας αναπτυγμένα εντός τραπεζοκαθίσματα.

Όπως και τα περισσότερα κομψοτεχνήματα της περιοχής κατεδαφίστηκε το 1968.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"